«Μια ενατένιση των πεπρωμένων του ανθρώπου αντίκρυ στο απόλυτο»
«Κοινωνιστής και ειρηνιστής ήταν και έμεινε ο άνθρωπος Καζαντζάκης, με απέραντη αγάπη και για την πιο ταπεινή ανθρώπινη ύπαρξη, με αλύγιστη πίστη για το θρίαμβο τελικά της ανθρώπινης ελευθερίας».
Ο Καζαντζάκης γνωρίστηκε στην οικουμένη, και δόξασε την Ελλάδα, και ύψωσε την Κρήτη περιούσια γη στη συνείδηση των ανθρώπων της οικουμένης, σαν λογοτέχνης πεζογράφος, και προπάντων σαν μυθιστοριογράφος. Επιβλητικά ενσάρκωσε άλλωστε και το είδος αυτό έντεχνου λόγου, που η νεώτερη Ευρώπη έχει καθιερώσει και αξιοποιήσει για την έκφραση του προσώπου της. Στη γενέθλια γλώσσα του όμως δάμασε και δέσμευσε το όραμα του κόσμου ή και της αβύσσου, και έτσι πραγματοποίησε τον εαυτό του, κατ’ εξοχήν σαν ποιητής, σαν ένας κληρονόμος ή και απόγονος του Ομήρου και του Αισχύλου, εκπρόσωπος στον εικοστό αιώνα της μεγάλης τέχνης τους.
Στην ιστορία των ελληνικών γραμμάτων, ο Καζαντζάκης αναμφίβολα θα μείνει ως ο δυναμικότερος λογοτέχνης πεζογράφος της εποχής του – αλλά ο μέγας Καζαντζάκης θα είναι ο ποιητής, ο απόκοσμος σχεδόν, του γιγάντιου έπους, της «Οδύσειας», και της βαθύφεγγης πλειάδας των τραγωδιών του.
Όμως, ο Καζαντζάκης δεν είναι απλώς ο ρωμαλέος πεζογράφος με το βαθύψυχο βλέμμα και ο τιτανικός ποιητής με την απειροδύναμη όραση, είναι ακόμη, και είναι πρώτιστα ίσως, δηλαδή στη βουλητική ρίζα της προσωπικότητας και του έργου του, ένας προφήτης, με διπλή έννοια του όρου, ένας οραματιστής λοιπόν και οδηγητής, όπως ήταν ο ήρωας του πνεύματος σε μια εποχή προελληνική, προφιλοσοφική, πρωτοϊστορική- και έτσι, αυτός, ένας προφήτης, ξεστρατισμένος ιστορικά, εξορισμένος από το παρθένο έδαφος της ιστορίας, τη γόνιμη γη του προφήτη, κλεισμένος σε πολύφρακτο ιστορικό έδαφος, βαθιά οργωμένο και πλατιά σκεπασμένο από το χαλύβδινο άροτρο και τους πυκνούς κήπους της φιλοσοφίας. Η «Ασκητική» του Καζαντζάκη γραμμένη στην πρώτη περίοδο του μεσοπολέμου, είναι, και σαν πρόθεση και σαν κείμενο, μια διάτορη ομολογία του ριζικά προφητικού αυτού προσανατολισμού, και σε έδαφος της Ιστορίας υπερκατεργασμένο φιλοσοφικά.
Η «ΑΣΚΗΤΙΚΗ»
Η «Ασκητική» είναι κατάσπαρτη από εξαίσιες ποιητικές εκφράσεις και από φιλοσοφικές συλλήψεις εξαίρετες, και είναι δονημένη ή και πλασμένη από μια έξοχη πνευματική τόλμη· στη συνολική της όμως συγκρότηση δεν αποτελεί έργο κατορθωμένο άρτια, και μάλιστα για τις αξιώσεις του Καζαντζάκη. Το αφοριστικό ύφος και ήθος της «Ασκητικής», άσχετα και με τη νοηματική σύνθεσή της, δεν ήταν ο πνευματικός τρόπος, ο πιο κατάλληλος, για να ενσαρκώσει το προφητικό όραμα και πρόσταγμα του συγγραφέα της. Αυτός είναι ίσως ο λόγος, που η «Ασκητική», σαν παρουσίαση του φιλοσοφικού πιστεύω του συγγραφέα της, δεν υπήρξε ισάξια της προσδοκίας του. Και έτσι, ο Καζαντζάκης, με την προφητική αρχικά βούληση, και με την ευρύτατη άλλωστε φιλοσοφική μάθηση, για να προβάλει το εσώψυχό του όραμα και πρόσταγμα, αναδέχθηκε την πνευματική στάση και τον εκφραστικό τρόπο του ποιητή, ή και του πεζογράφου. Έτσι όμως και έχει το φιλοσοφικό πιστεύω του Καζαντζάκη μια παρουσία επιβλητική στο ποιητικό ή και στο πεζογραφικό έργο του, ή τουλάχιστον μιαν υποσημαινόμενη ένυπαρξία, κάτι σαν υποχθόνια δύναμη ή σαν διάχυτο φέγγος.

Ο ίδιος ο Καζαντζάκης, σε όψιμο κείμενό του, γραμμένο σαν εκμυστήρευση για τη ζωή και το έργο του, με τον τίτλο άλλωστε «Αναφορά στον Γκρέκο», τον μεγάλο συμπατριώτη του, και συναγωνιστή του, θα έλεγε, εκφράζει παραστατικά το ρυθμό της δημιουργίας και τον εκφραστικό τρόπο, τον πρόσφορο για το έργο του, με τα λόγια ενός παλιού ραβίνου, του Νάχμαν: «Όταν έχω μια ιδέα, τη δουλεύω καιρό πολύ, αμίλητα, με υπομονή, μ’ εμπιστοσύνη, με αγάπη, κι όταν ανοίγω το στόμα, τι μυστήριο είναι ετούτο… η ιδέα βγαίνει παραμύθι».
Έτσι λοιπόν, το παραμύθι, ο μύθος, δηλαδή το θέμα είτε υλικό είτε εκφραστικό σχήμα, το κοινό στην ποίηση και στην λογοτεχνική πεζογραφία, αυτό είναι ο εκφραστικός τρόπος, ο πρόσφορος και για το αποκαλυπτικό μήνυμα του προφήτη. Το εκφραστικό αυτό ή και συλληπτικό σχήμα χρησιμοποιεί και ο οραματιστής και οδηγητής Καζαντζάκης, για να εκφράσει, ή και να συλλάβει με διαύγεια, το εσώψυχό του όραμα και πρόσταγμα. Σε τέτοια λοιπόν οργανική ανάγκη πειθαρχώντας, πραγματώθηκε ο Καζαντζάκης σαν ποιητής, και αργότερα, για να επικοινωνήσει ευρύτερα με το λαό, και σαν πεζογράφος αφηγητής.
Από το υπερανθρώπινο στο Ανθρώπινο…
Και μεγαλούργησε ο Καζαντζάκης επιβλητικά στη διπλή αυτή πνευματική τροχιά. Προικισμένος σε βαθμό εξαίρετο με το χάρισμα της αισθαντικότητας και του οραματισμού, και με τη χάρη ενός μεγαλοδύναμου λόγου, οπλισμένος εξάλλου με το ατρύγετο πάθος της δημιουργίας, ευτύχησε να μοχθήσει γόνιμα δεκαετίες ολόκληρες δίχως «ανάπνευση». Κατόρθωσε να κατεργασθεί ποιητικά τη φιλοσοφική επιστημοσύνη του και την άλλη απέραντη σοφία του, να μετουσιώσει αισθητικά τους πνευματικούς αυτούς θησαυρούς, αλλά συνάμα και να συλλάβει μύριους λυρικούς ιριδισμούς και δραματικούς κραδασμούς, και ιδιαίτερα την επική προοπτική, της υπερκαθημερινής και της καθημερινής ζωής και δημιουργίας των ανθρώπων και έτσι έπλασε το κυκλώπειο συγκρότημα του ποιητικού έργου του και των πεζογραφικών του λογοτεχνημάτων.
Και δημιουργήθηκε η «Οδύσεια», το γιγάντιο έπος της ψυχής του ανθρώπου, του υπερωριμασμένου από την τραγική εμπειρία τής νεώτερης Ιστορίας· ποιητικό έργο μοναδικό, που, εκτός από άλλα, περιέχει και μια επιβλητική παρουσίαση των σπουδαιότερων μέχρι σήμερα μορφών πολιτισμού και πνευματικών στάσεων της ανθρωπότητας, και τελικά μια ενατένιση των πεπρωμένων του ανθρώπου αντίκρυ στο απόλυτο.
Κατ’ εξοχήν με την «Οδύσεια» προβάλλει ο Καζαντζάκης σαν ο μέγας επικός, ο τελευταίος επικός της εποχής μας, όπως γράφτηκε στην πιο έγκυρη εφημερίδα της Γερμανίας. Είναι όμως ο Καζαντζάκης ένας επικός μεταλυρικός ή και μεταδραματικός· έτσι, καθώς βρέθηκε σε μια ηλικία της ανθρωπότητας, που είχε γνωρίσει πολύ, και ζήσει πολύ, και υπερνικήσει κάπως, το λυρισμό ή και το δράμα. Και στην ποίηση του Ομήρου, του καθαρού επικού, του προλυρικού, του προ δραματικού, υπήρχαν και λυρικά σκιρτήματα και δραματικές εντάσεις· ήταν όμως βλαστάρια τρυφερό, που τότε πρωτοφύτρωναν, και ήταν γι’ αυτά φυτώριο το έπος.
Στην «Οδύσεια» όμως του εικοστού αιώνα τα λυρικά στοιχεία, και τα δραματικά, είναι όχι πια φύτρα πρωτόβλαστα, αλλά χυμοί είτε καρποί από υπερώριμα δέντρα του ποιητικού λόγου, που ανάμικτα με καρπούς και χυμούς από τα βαριά δέντρα της φιλοσοφίας, πέφτουν μέσ’ στην κοίτη πάλι του έπους και μεταμορφώνονται εκεί σε ηρωικά επεισόδια του ψυχικού αγώνα, ισοδύναμα κάπως με τούς ακοντισμούς και τούς χαιρετισμούς, και με τις αριστείες και τα πένθη, των παλιών ηρώων του Ομήρου πλάι στον ποταμό Σκάμανδρο ή επάνω στο κύμα της Μεσογείου.
Η Οδύσεια, το ασύγκριτο αυτό ποιητικό έργο, είναι η μεγάλη πραγματοποίηση του Καζαντζάκη, αλλά και η συγκεφαλαίωση και η προεξόφληση του συνολικού έργου του. Οι άλλες δημιουργίες του, και οι πιο υψηλές τραγωδίες, καί τα πιο ρωμαλέα μυθιστορήματα, είναι «μετατροπίες» της «Οδύσειας» σε μερικότερο θέμα, και είτε σε ατμόσφαιρα συμβολική, ιστορικά μακρινή, όπως οι περισσότερες τραγωδίες, είτε σε ατμόσφαιρα οικειότερη, ιστορικά εγγύτερη, όπως κάποια μυθιστορήματα. Αναμφίβολα όμως και συντελείται, με τα μεταγενέστερα της Οδύσειας έργα, μια χαρακτηριστική εξέλιξη της ηθοτροπίας του Καζαντζάκη, δηλαδή από το υπερανθρώπινο, τιτανικό ήθος και ύφος των ηρώων του προς το καθημερινό σχεδόν ανθρώπινο· και παράλληλα, μια σημαντική ελάττωση της προβολής του μηδενιστικού στοιχείου της βιοθεωρίας του.
Ο τρόπος του Βίου
Εκτός όμως από τη χαρακτηριστική αυτή εξέλιξη, η συγγραφική φυσιογνωμία του Καζαντζάκη παραμένει σταθερή, όπως και η τάση της βιοθεωρίας του. Μεγαλόπνευστος ποιητής είτε αφηγητής ο Καζαντζάκης, δεν παύει ποτέ να είναι ο πνευματικός δημιουργός από διάθεση προφητική. Έτσι και προβαίνει στη δημιουργία του λογοτεχνικού έργου του με την εμπνοή και στην προοπτική της βιοθεωρίας του.
Κύριο θέμα του συγγραφέα Καζαντζάκη είναι ο τρόπος του βίου, το πρώτο και έσχατο πρόβλημα του κάθε συνειδητού ανθρώπου. Δοκιμαστικές προ πάντων λύσεις του ηθικού αυτού προβλήματος είναι όλες οι αφηγήσεις και οι περιγραφές, που ανεξάντλητες αποτελούν το έργο του.
Έτσι και είναι βιοθεωρητικός, όχι κοσμοθεωρητικός, ο ιδεολογικός πυρήνας του έργου του. Προεκτείνεται σε κοσμοθεωρία η βιοθεωρία του Καζαντζάκη, μόνο από την ανάγκη ορισμένων τάσεων τής φιλοσοφίας, που επηρέασαν έντονα το πνεύμα του, και άλλωστε βλαπτικά, στην κρίσιμη ηλικία του.
Κοσμοθεωρία
Σύμφωνα με τους αφορισμούς της Ασκητικής, που αποτελεί αυθεντικό σχεδόν ερμηνευτικό βοήθημα του λογοτεχνικού έργου του Καζαντζάκη, η βιοθεωρία του είναι ηρωική ως τα έσχατα, ενταγμένη όμως σε μια κοσμοθεωρία πανθεϊστική, ειδικότερα πανενθεϊστική μάλλον, με κατάληξη μηδενιστική. Αξία υπέρτατη εμφανίζεται η ελευθερία, στην ηρωική αυτή βιοθεωρία. Και υπάρχουν συλλήψεις και εκφράσεις της ελευθερίας, ιδιαίτερα εύστοχες. Και υπάρχουν αιτήματα ηθικά, παράγωγα της αρχής της ελευθερίας, εκφρασμένα με ωραία ένταση.
Η συνολική όμως ανάπτυξη της βιοθεωρίας απολήγει σε καταστροφική υπονόμευση και της αρχής της ελευθερίας. Είναι το βαρύ τίμημα της υπαγωγής της βιοθεωρίας σε μια πανθεϊστική θεωρία του κόσμου. Σύμφωνα με την πανθεϊστική αυτή κοσμοθεωρία, το σύμπαν φαντάζει σαν η ενσάρκωση ενός δυναμισμού, και οι διάφορες ολοένα και υψηλότερες φάσεις του σαν δημιουργημένες από την εκδήλωση του θετικού αυτού δυναμισμού, που βρίσκεται σε αέναη σύγκρουση με την αντίδρομη δύναμη και τάση προς το χάος. Και ο δημιουργικός αυτός δυναμισμός εμφανίζεται σαν η πηγή, αλλά και η ουσία της ελευθερίας η της θεότητας. Έτσι, κάθε φάση του σύμπαντος είτε αστρικός γαλαξίας, είτε γήινο πέτρωμα είτε ανθρώπινο πάθος είτε μαθηματική εξίσωση, δεν είναι παρά μια βαθμίδα στην αγωνιστική πρόσβαση που είναι η ουσία της θεότητας. Εξαίρεται η διαφορά των φαινομένων της ζωής —φυτών, ζώων, ανθρώπου— από την ανόργανη ύλη, ακόμη και του ανθρώπου από τα φυτά και τα ζώα. Όμως προβάλλεται με περισσότερη επιμονή το κοινό, που υπάρχει στον άνθρωπο και στα ζώα και στα φυτά, και στην ανόργανη ύλη· και έτσι ο άνθρωπος παρουσιάζεται προπάντων σαν μια βαθμίδα μόνο στην ανοδική πρόσβαση της θεότητας ή του δημιουργικού δυναμισμού του σύμπαντος, και άρα προορισμένος και αυτός να υπερνικηθεί από μια επόμενη βαθμίδα του δημιουργικού αυτού δυναμισμού.
Στην επίγνωση της καταστροφικής αυτής μοίρας και ανευρίσκεται η ακραία πραγμάτωση του ηρωισμού, καθώς μάλιστα και σαν έσχατη φάση τού σύμπαντος εμφανίζεται η ανυπαρξία, το μηδέν, και αντίστοιχα ύψιστη φάση της ελευθερίας του ανθρώπου, και της απόλυτα ηρωικής πορείας του ανθρώπου, κηρύχνεται η συμφιλίωση με τον έσχατο αυτό αναβαθμό, την ανυπαρξία, το μηδέν. «Και τρισμακάριοι όσοι κρατούν και δε λυγούν απόμω στους ώμους τους το μέγα, εξαίσιο, αποτρόπαιο μυστικό: Και το ένα τούτο δεν υπάρχει».
Η μηδενιστική αυτή κατάληξη της βιοθεωρίας φτάνει και μόνη για να μεταβάλλει τη στάση της ελευθερίας του ανθρώπου σε ματαιότητα ή σε αυταπάτη, να καταστήσει την ελευθερία του ανθρώπου κάτι ανύπαρκτο και αδύνατο…
…Είναι μια κρίσιμη αδυναμία της κοσμοθεωρίας του Καζαντζάκη, διαλυτική βασικά της συνοχής της. Η ελευθερία, που αυθεντικά στηρίζει τη συνείδηση του ανθρώπου και μόνο έτσι επιτελεί η συνείδηση του ανθρώπου σύλληψη αληθινή του κόσμου και αποτελεί βάθρο και εγγύηση για την αλήθεια όποιας θεωρίας του κόσμου, καθώς άλλωστε και για την αξία όποιας ενέργειας του ανθρώπου, το αδήριτο αυτό έρεισμα όποιας θεωρίας του κόσμου εμφανίζεται από την κοσμοθεωρία του Καζαντζάκη σαν μια περιορισμένη απλώς φάση της ανελικτικής έστω πορείας ενός έξωανθρώπινου δυναμισμού, και έτσι καταδικασμένη σε μια σχετική μόνο ύπαρξη, και σε μια σύστοιχη εξαφάνιση, με την πραγμάτωση αυτή απλώς του ιδρυτικού της και υπέρτερού της συμπαντικού δυναμισμού, που όμως αυτή μόνη αποτελεί βάθρο και εγγύηση για την αληθινή του ύπαρξη.
Έτσι και παρουσιάζουν οι αφορισμοί της Ασκητικής βαριές αντιφάσεις κάποτε, και χωρίς καμιά τυχόν δικαίωση τους καμιά συναίρεση και υπερνίκησή τους, σε μια «διαλεκτική σύνθεση». Έτσι εξάλλου και δυνατοποιείται η καταξίωση ανθρώπινων τύπων, όπως ο Αλέξης Ζορμπάς, ο ήρωας του ομώνυμου λαμπρού μυθιστορήματος. Και στη διαγραφή του χαρακτήρα του Αλέξη Ζορμπά η αξιολογία παραπαίει συχνά σε βαριές αντιφάσεις, εκδηλώνεται όμως οπωσδήποτε μια υπερτίμηση του ενστικτικού, του ωμά ζωικού, του χθαμαλού ανθρώπινου στοιχείου, του όμοιου ή και ταυτού με το ζωώδες, και μια υποτίμηση αντίστοιχα του αυθεντικού ανθρώπινου στοιχείου, του καθαρά πνευματικού, του απομακρυσμένου από το ζωώδες, δηλαδή του στοιχείου ακριβώς, που είναι η έδρα και η παρουσία της ελευθερίας, και η ζείδωρη πηγή άρα και η κοίτη συνάμα του ηρωισμού, έτσι μια υποτίμηση των άξιων, των κορυφαίων ακριβώς στη βιοθεωρία του Καζαντζάκη.
Η τεχνοτροπία του
Σε αρμονία έξαλλου με τη βιοθεωρία του Καζαντζάκη, δηλαδή με τη σύμφυτη αξιολογία της για τα ανθρώπινα και τα εγκόσμια, και συνάμα σε αρμονία και με την αποστολή του έργου τέχνης στη συνείδηση του Καζαντζάκη, βρίσκεται η τεχνοτροπία, η χαρακτηριστική του έργου του, επιβλητική στην Οδύσεια, πιο ευδιάγνωστη ακόμη στα μυθιστορήματα.
Είναι μια τεχνοτροπία, σχηματισμένη, από την οργανική ανάπτυξη των υποκειμενικών στοιχείων του συγγραφέα, — αισθαντικότητας, οραμοτικότητος, παρατηρητικότητας, εσώψυχης αλληλεγγύης με τους ανθρώπους και με τα άψυχα, πλαστουργικής μνήμης, εκφραστικής ρώμης – και από τη γόνιμη συμβολή κάποιων Ιστορικών στοιχείων γύρω του, και ειδικότερα της ιδεολογίας του δημοτικισμού, της παραδομένης μορφής από την κρητική λογοτεχνία, και όποιων άλλων συγκαιρινών του ή και πολύ παλαιών τάσεων της παγκόσμιας και της ελληνικής λογοτεχνίας, ιδιαίτερα των συνυφασμένων με τις αξιώσεις του βιολογισμού και του ψυχολογισμού ή και των κοινωνικών αιτημάτων από μια οικουμενική αφύπνιση των αδικημένων.
Έτσι, ο Καζαντζάκης, σε αρμονία με την αξιολογία της βιοθεωρίας του, και με την αποστολή του λογοτεχνικού του έργου στη συνείδησή του, και σύμφωνα με την ποιητική ιδιοσυγκρασία του, φέρνει στο χώρο της τέχνης αυτούσια τη ζωή, με ό,τι ωραίο και άσχημο αυτή έχει, ό,τι ενθουσιαστικό ή απογοητευτικό, όποιες εξάρσεις και όποιες χάρες, όποιους συγκλονισμούς και όποιες αηδίες. Το λογοτεχνικό έργο του Καζαντζάκη δεν χαρακτηρίζεται από την ειδική αισθητική επιλογή, τη χαρακτηριστική άλλων συγγραφέων, και συχνά πρόσφορη για να συγκροτηθεί το έργο τέχνης, σαν κάτι με ειδική περιεκτικότητα, σε αντίθεση με τη ζωή και τη συμφυρματική της περιεκτικότητα στο αδροχάρακτο αυτό έργο, με το ύφος συχνά τοιχογραφίας, η επιλογή από τη ζωή, η απαραίτητη για να υπάρξει το έργο τέχνης, σαν κάτι με αρχή και με τέλος, είναι μια επιλογή διαστάσεων μάλλον και όχι ποιοτήτων, μια επιμετρημένη απόσπαση από το σώμα της ζωής, με προσοχή προπάντων για την ένταση των στοιχείων της· και έτσι, ύπατη άξια στο βαρύπλεκτο αυτό έργο δεν είναι η ομορφιά, σαν κάτι χωριστό σχεδόν από τη ζωή, με ιδιαίτερη τύχη ανθισμένο στην επιφάνειά της, αλλά είναι η ίδια η αλήθεια της ζωής στην αυτόδοτη και πολυδόνητη παρουσία της.
Για την πνευματική όμως υπόσταση του λογοτεχνικού έργου του Καζαντζάκη, μάλιστα καθώς είναι γεννημένο από την πρόθεση να προβάλει στους ανθρώπους τρόπους ζωής, και έτσι εσώτατα ποτισμένο από το νάμα του φιλοσοφικού του πιστεύω, η τεχνοτροπία δεν είναι αποφασιστικά σημαντική, όσο είναι η βιοθεωρία. Και η βιοθεωρία του μεγαλόπνευστου αυτού έργου πάσχει από την ετερογένεια των δύο βασικών άρχων της, δηλαδή της ιδέας της ελευθερίας, που είναι και η μήτρα, η γεννητική του ηρωισμού, ιδέας αρχικής στη βιοθεωρία του, και της πανθεϊστικής, αλλά και μηδενιστικής, θεωρίας του κόσμου, που είναι καταστροφική της ελευθερίας, εξουθενωτική του ηρωισμού.
Η πανθεϊστική, τελικά μάλιστα μηδενιστική, θεωρία του κόσμου υπήρξε ολέθρια ενέδρα για την ηρωική βιοθεωρία της ελευθερίας. Η προφητική βούληση του Καζαντζάκη παγιδεύτηκε από κάποιες θεωρίες της παρακμασμένης φιλοσοφίας γύρω στα 1900. Και έτσι, και το λογοτεχνικό έργο του Καζαντζάκη διαποτίστηκε από μια διάθεση, ξένη προς τη ρίζα της πνευματικής του προσωπικότητας· και, με την παρείσδυτη αυτή αξιολογική διάθεση, αμαυρώθηκε σε κάποιο βαθμό, από την υμνητική σχεδόν έκφραση του ενστικτικού, του ηδονιστικού, του ατομιστικού, του καταστροφικού, του μηδενιστικού.
Όμως, το εύρωστο λογοτεχνικό έργο του Καζαντζάκη άντεξε και στη διαβρωτική αυτή διαπότιση, και στην όποια καταθλιπτική αμαύρωση. Και το υπονομευτικό άγχος της ανελευθερίας και οι ζοφεροί ουρανοί του μηδενισμού δεν ίσχυσαν, ώστε να μαράνουν την αισθαντικότητα, και να θολώσουν τους οραματισμούς, και να σιγήσουν το μεγαλοδύναμο λόγο του βαθύψυχου συγγραφέα, και έτσι ν’ αποτρέψουν τη δημιουργική αξιοποίηση της απέραντης εμπειρίας και σοφίας του, και να ματαιώσουν τη μυριόπτυχη σύλληψη της ζωής στην επική προοπτική της και με τούς λυρικούς ιριδισμούς και τούς δραματικούς κραδασμούς της, όπως υπάρχει δεσμευμένη στο γιγάντιο έργο του με τη βαθιά πνευματική φυσιογνωμία, το κατάσπαρτο άλλωστε και με γνήσια ηθικά στοιχεία, — βλαστημένα κατ’ ευθείαν από τη ρίζα της πνευματικής του προσωπικότητας — λυτρωτική αυτοθυσία, δημιουργικό, ηρωισμό, αυθεντικό ανθρωπισμό.
Εξάλλου, η εξοικείωση με τις θεωρίες της παρακμασμένης φιλοσοφίας, και η έλλειψη γνωριμίας, ενθουσιαστικής, με την αληθινή φιλοσοφία, δυνατοποίησε μιαν άλλη γνωριμία και προσήλωση του Καζαντζάκη, τη γνωριμία και σχεδόν μετενσάρκωση του Οδυσσέα. Έτσι μιλάει για τον Οδυσσέα ο Καζαντζάκης σε καίριο χωρίο της «Αναφοράς στον Γκρέκο»:
«… άξαφνα δέος Ιερό με κυρίεψε… ένας γίγαντας πρόγονος, θαλασσομάχος κι ορειβάτης, ήταν αυτός που ανηφορούσε κι ήταν το αίμα του, που… σημάδευε την κόκκινη πορεία του επάνω από τις στεριές και τις θάλασσες· εγώ δεν ήμουν παρά ο πιστός ίσκιος του… Ήσουν εσύ, Καραβοκύρη της Ελλάδας, παππού, τρίσπαππου,… με το ανεχόρταγο τετραπέρατο μυαλό, που πλάθει μύθους και χαίρεται το ψέμα σαν έργο τέχνης, αρπαχτάρης, πεισματάρης, συγκερνώντας μαστορικά του ανθρώπου τη φρονιμάδα με τη θεία παραφροσύνη, όρθιος στο καράβι της Ελλάδας… πόσες χιλιάδες χρόνια τώρα, πόσες χιλιάδες χρόνια ακόμα…».
Κοινωνιστής και Ειρηνιστής

Τον Οδυσσέα λοιπόν ανακάλυψε και αναγνώρισε ο Καζαντζάκης σαν αυθεντική ελληνική παράδοση, και σαν γνήσια και ακέραιη ενσάρκωση της ελευθερίας, και έτσι σαν αρχή ζωής, άξια να ποδηγετήσει και την προσωπική ζωή του, σύμφωνα με την αξιολογική προοπτική των άρχων του εικοστού αιώνα, διάλεξε τον πολυμήχανο, τον ισόθεο σχεδόν, τιτάνα της εξωτερικής ζωής· και αγνόησε τον άλλο ήρωα της Ελλάδας και της Οικουμένης, αυτόν, που πύργωσε τη φιλοσοφία ως το άπειρο και οδήγησε το πνεύμα του ανθρώπου αλάθητα, και στην καλλίγραμμη τροχιά της ορθής πολιτείας και στη βαθύγραμμη τροχιά της αληθινής επιστήμης. Όμως, στο σημερινό απολογισμό της Ιστορίας, ο αγνοημένος αυτός από τον Καζαντζάκη, ο αυθεντικός ήρωας της Ελλάδας και της Οικουμένης, ο Πλάτων, αποδείχνεται, και στην ενσάρκωση της ελευθερίας, ασύγκριτα πιο μέγας, αυτός, ο κοινωνιστής κατ’ εξοχήν και πανανθρωπιστής, και άπειρα βαθύς ιχνευτής και του πιο αποτρόπαιου χάους, και έτσι αποκαλυπτικός θεωρός της Ουσίας, της κρυμμένης στο έσχατο βάθος, του χάους, αντίκρυ στον ήρωα του Καζαντζάκη, τον Οδυσέα, τον ατομιστή με υπερανθρώπινη ένταση, αντικοινωνιστή, εραστή μάλλον του χάους, χλευαστή, και απαρνητή σχεδόν, της ουσίας.
Όμως, και με όλη τη βαρύτατη αυτή περιπέτεια φιλοσοφικού προσανατολισμού, που συμβολίζεται με το πρόσωπο του Οδυσέα, ο Καζαντζάκης έμεινε πραγματικά, στο εσώτατο βάθος της δραματικής του προσωπικότητας, εμπνευσμένος από τον τρόπο ζωής και αξιολογίας, που καθόρισε για την ανθρωπότητα ο Πλάτων. Κοινωνιστής και ειρηνιστής ήταν και έμεινε ο άνθρωπος Καζαντζάκης, με απέραντη αγάπη και για την -πιο ταπεινή ανθρώπινη ύπαρξη, με αλύγιστη πίστη για το θρίαμβο τελικά της ανθρώπινης ελευθερίας.
Η τάση, εξάλλου, η ολέθρια της πανθεϊστικής, αλλά και μηδενιστικής, θεωρίας του κόσμου, — αιτία και για μια ελάττωση προσωρινά του ενεργού αγώνα του Καζαντζάκη για τον άνθρωπο του καιρού του και τα κοινωνικά πεπρωμένα του, — επισημάνθηκε αρκετά έγκαιρα, στα χρόνια της Κατοχής προπάντων, από φίλους του έργου του.
Και από τότε πραγματοποιείται μια σταθερή υποχώρηση του αρνητικού ιδεολογικού στοιχείου από το έργο και από τη στάση ζωής του Καζαντζάκη και προβάλλει ολοένα πιο έντονα, και πιο συναρπαστικό, το αυθεντικά ηρωικό, λυτρωτικό, ανθρώπινο στοιχείο και χαρίζει στο έργο του Καζαντζάκη μια ηθική γοητεία και μια πνευματική ανταύγεια, ικανή για να το καθιερώσει παγκόσμια. Ιδιαίτερα στους αισθαντικούς ανθρώπους του ευρωπαϊκού βορρά, και χαρίζει στη ζωή του Καζαντζάκη μια πνευματική αισιοδοξία και μια ηθική έξαρση για τα πεπρωμένα της σημερινής ανθρωπότητας και τον υψώνει στη συνείδηση της Οικουμένης προσωπικότητα πανανθρώπινη.
Στην ευδαιμονική αυτή ώρα, του ανθρώπου και του δημιουργού, ήρθε ο τερματισμός του πολύμοχθου και μεγαλόπνευστου αγώνα. Ο ήρωας του πνεύματος είχε εκπληρώσει την αποστολή του, και αναχώρησε με το φωτοστέφανο της μακαριότητας.
Κ. I. ΔΕΣΠΟΤΟΠΟΥΛΟΣ
*»Επιθεώρηση Τέχνης», Γενάρης-Φλεβάρης 1958
Ο μικρός πρίγκιπας συναντά τον Κύριο Καζαντζάκη στο δρόμο της αναζήτησης
(3η έκδοση) Ο μικρός πρίγκιπας συναντά τον Κύριο Καζαντζάκη στο δρόμο της αναζήτησης, Χρήστος Τσαντής