Ντρίττα στην Ελλάδα

Μια φανταστική συνομιλία του Ψυχάρη

Μ’ έπιασε μια μέρα ο Διάβολος από τα μαλλιά – πού να τα βρήκε ο μασκαράς; – και μ’ ανέβασε στην κορφή ενός βουνού αψηλού. Μου δείχνει το Παρίσι και μου κάνει:

– «Εσύ, μωρέ, που είσαι γραφιάς, να η χώρα όπου ο Νους βασιλεύει. Εδώ, παιδί δεν υπάρχει που να μη βαστά μια πέννα, που να μην του πλημμυρίζουνε το κεφάλι του ιδέες ασκερωτές. Είναι η Χώρα η πιο γραψιάρικη και η πιο πολιτισμένη. Θες να σου τη χαρίσω;»

Λαϊκά παιχνίδια Γκίκας
«Λαϊκά παιχνίδια» του Νίκου Χατζηκυριάκου Γκίκα

Το 1927, η Ελλάδα είναι μια χώρα όπου ακόμα παλεύει να σταθεί στα πόδια της μετά από τη Μικρασιατική Καταστροφή, ενώ έχουν ήδη ξεκινήσει να είναι ορατές οι συνέπειες της μεγάλης κρίσης που απλώθηκε παγκόσμια με το περίφημο «κραχ» του 1929. Ο Ψυχάρης μας δίνει με την φανταστική του συνομιλία – με δυο αράδες – και μια διαφορετική οπτική για το ρόλο της διανόησης, για τη στάση, τα «θέλω», τις προσδοκίες του πνευματικού κόσμου. Σχολιάζει, επίσης, δεικτικά και τον τρόπο με τον οποίο φερόταν η χώρα στους «γραφιάδες». Με λίγες λέξεις καταφέρνει να πει τόσα πολλά…

«Θέλω έναν τόπο φτωχό, κατατρεγμένο, δυστυχι­σμένο, έναν τόπο που παράδες να μην έχει, που να μην έχει παλάτια, που κι ας τον καταφρονούνε οι πρώτοι καταφρόνητοι, μήτε τού μέλει».

Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ ΜΕ ΠΑΙΡΝΕΙ

Μ’ έπιασε μια μέρα ο Διάβολος από τα μαλλιά – πού να τα βρήκε ο μασκαράς; – και μ’ ανέβασε στην κορφή ενός βουνού αψηλού. Μου δείχνει το Παρίσι και μου κάνει:

– «Εσύ, μωρέ, που είσαι γραφιάς, να η χώρα όπου ο Νους βασιλεύει. Εδώ, παιδί δεν υπάρχει που να μη βαστά μια πέννα, που να μην του πλημμυρίζουνε το κεφάλι του ιδέες ασκερωτές. Είναι η Χώρα η πιο γραψιάρικη και η πιο πολιτισμένη. Θες να σου τη χαρίσω;»

– «Πώς να μου τη χαρίσεις αφού την κρατούνε τόσοι Μεγάλοι;»

– «Μεγάλοι και μικροί! Πρόσεξε που ο μικρός τού Παρισιού, αλλού είναι μεγάλος!».

– «Είναι πολλοί στο Παρίσι αυτοί που λες;»

– «Δε μετριούνται».

– «Τότε; Τι κερδίζουνε, τόσοι;»

– «Κερδίζουνε ό,τι θέλουνε, Ακαδημίες, παράσημα, παράδες, δόξα, ματιές φλογισμένες, πλούσιους εκδότες, αντίς σπίτια… παλάτια, και σου έχουνε μιαν αφτάδεια, και σου σηκώνουνε μια μύτη που δε γυρίζουνε να σε δούνε».

– «Αν τα παίρνουνε όλα οι μικροί, τι απομνήσκει στους Μεγάλους;»

– «Τα ίδια πολλαπλασιασμένα, εννοείται, ανάλογα με το μέγεθος τού καθενός».

– «Έχει Μεγάλους πολλούς;»

– «Αιώνας στη Γαλλία δεν περνά που να μη λογαριάζει πέντε-έξι».

– «Στέκουνε οι πέντε-έξι στο ίδιο ποδάρι;»

– «Απάνω κάτω».

– «Αφήνουνε, πες μου, όνομα σαν πεθάνουνε;»

– «Μπα! Τυχαίνει και τούτο».

– «Αμέ, οι μικροί;»

– «Αχ! σώπα, παιδί μου. Πάρε κάλλια μια κόλλα χαρτί. Αράδιασε καμιά εκατοστή μικρούς και παράγγειλε να το διαβάσουνε σε καμιά δεκαριά χρόνια. Δε θα καταλάβει ο κόσμος για ποιους μίλησες».

– «Άπαγε, άπαγε, Σατανά, και δεν το θέλω το Παρίσι σου. Μήτε τους μικρούς μήτε τους Μεγάλους του».

– «Αμέ, τι θέλεις;»

– «Θέλω έναν τόπο φτωχό, κατατρεγμένο, δυστυχι­σμένο, έναν τόπο που παράδες να μην έχει, που να μην έχει παλάτια, που κι ας τον καταφρονούνε οι πρώτοι καταφρόνητοι, μήτε τού μέλει».

– «Τρελάθηκες; Τι θα τον κάμεις τέτοιον τόπο;»

– «Να… εκεί θα ποθούσα να πιάσω μια θεσούλα δική μου, να καταφέρω μια δική μου δουλειά, ριζική, και κα­τόπι σα λάχει, ν’ απολάψω θαμμένος σε κανένα μέρος δικό μου, μια δική μου αθανασούλα».

Γέλασε ο κερατάς – μήπως δεν είναι; Μ’ άρπαξε πάλε από τα μαλλιά. Και με πήγε ντρίττα στην Ελλάδα.

ΨΥΧΑΡΗΣ

ΣΑΒΒΑΤΟ, 9 ΑΠΡΙΛΗ, 1927.

Επιμέλεια: Χρήστος Τσαντής


Χωρίς τίτλο

Ο Πύργος του Β – Μια μαθηματική περιπέτεια, Σάκης Ροδίτης, Εκδόσεις Ραδάμανθυς

ο μικρός πρίγκιπας συναντά τον κύριο καζαντζάκη

Ο μικρός πρίγκιπας συναντά τον Κύριο Καζαντζάκη στο δρόμο της αναζήτησης, Χρήστος Τσαντής, Εκδόσεις Ραδάμανθυς

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s