Με αφορμή την παρουσίαση της δουλειάς ορισμένων νέων ποιητών της εποχής- δημιουργών που βρίσκονταν πλάι στον Νίκο Καζαντζάκη-η Γαλάτεια με έναν ιδιαίτερο όσο και ξεχωριστό τρόπο παρουσιάζει μια φιλοσοφική άποψη της ζωής, που μοιάζει όμως να μιλά στις καρδιές μας, παρότι έχει μεσολαβήσει ένας ολόκληρος αιώνας από την ημερομηνία εκείνης της διάλεξης στο Ηράκλειο της Κρήτης.
Η ματοκυλισμένη και περήφανη Κρήτη ξαποσταίνει για λίγο ανάμεσα στις επαναστάσεις, ατενίζει την ένωση με την Ελλάδα που βρίσκεται προ των πυλών, βγάζει κοροϊδευτικά τη γλώσσα της στους ξένους «προστάτες» και λίγο πριν ριχτεί και πάλι στο καμίνι της ιστορίας αναπνέει το δικό της λεύτερο αέρα, ζώντας στιγμές πνευματικής αναγέννησης. Όμως ετούτη η αντρίκια φύση στέκεται με αμφιβολία και σκεπτικισμό, αν δεν καταδικάζει κιόλας, τις παρεμβάσεις μιας γυναικείας φωνής.
Η Γαλάτεια Καζαντζάκη σπάει τα δεσμά της γυναικείας υποδούλωσης, αμφισβητεί δόγματα και προαιώνιες συνθήκες. Οι περιπλανήσεις της, μέσα από τους στίχους των ποιητών, δρασκελίζουν την ιστορία. Διαβάζοντας την ομιλία της, κλείνεις τα μάτια κι ονειρεύεσαι μια μακριά λεπτή κλωστή που ενώνει στο διάβα της τη φιλοσοφία του Επίκουρου, τα έργα του Σαίξπηρ, κι ακόμα, τον Νίτσε, κι άλλοτε πάλι, ακούς τα λόγια της μέσα από τα κείμενα του Kierkegaard, όταν μας άφηνε την πολύτιμη παρακαταθήκη του:
« Η εποχή δεν χρειάζεται μια ιδιοφυία –έχει αρκετές- αλλά έναν μάρτυρα, που θα διδάξει στους ανθρώπους τον σεβασμό, με το παράδειγμά του. Η εποχή χρειάζεται αφύπνιση».
Δεν ισχυρίζομαι φυσικά πως το όραμα της αφύπνισης της ανθρώπινης συνείδησης, αφύπνισης της ίδιας της ζωής, αποτελεί προνομιακή αποκλειστικότητα του Υπαρξισμού ως φιλοσοφικού ρεύματος κι ούτε το νόημα του εισαγωγικού σημειώματος για τη σπουδαία ομιλία της Γαλάτειας Καζαντζάκη έχει αυτό το στόχο. Αλλά και δεν μπορείς εύκολα να αγνοήσεις και να μην προσπαθήσεις να φέρεις στο μυαλό τις συνθήκες που επικρατούσαν εκείνη την εποχή-μέρες που η επανάσταση φλόγιζε τις ψυχές και νέα, τότε, απελευθερωτικά κηρύγματα καλούσαν τους ανθρώπους να πάρουν τη τύχη της ζωής τους στα δικά τους χέρια-με τις σημερινές συνθήκες επιβολής ενός βάρβαρου μεσαίωνα, ενός σύγχρονου σκοταδισμού. Παράλληλα ένας ιδιότυπος για μας σήμερα συντηρητισμός ήταν πανταχού παρών. Κάθε εποχή φέρνει μαζί με τα σκοτάδια της και τις δικές της ανατολές. Τί, κι αν κρατούν λίγο!
Πόσο επίκαιρα ηχούν σήμερα τα λόγια της στην «Άρρωστη Πολιτεία», (2010), Αθήνα, Εκδόσεις «Ελληνικά Γράμματα»:
«Ποτέ δυστυχία δεν παρουσιάστηκε με τραγικότερη όψη. Ανθρώπους να μιλούν με όμοιο κυνισμό για τη δυστυχία τους δεν θα μπορούσε κανείς να συναντήσει πουθενά. Πόσο ήταν χαλασμένοι! Πόσο είχαν άρρωστη τη ψυχή!
Ποιος θα τους γιατρέψει, θε μου! Το σκοτάδι της ψυχής τους είναι άβυσσος. Και δεν έφταιξαν αυτοί καθόλου.
Κι όμως πάνω από την αθλιότητα του κόσμου κάποτε φάνηκε ένας γλυκός προφήτης, που έσυρε τα πλήθη γοητευμένα στη σωτηρία, που υποσχέθηκε την απολύτρωση. Που δρόσισε τις στερεμένες, τις κλεισμένες καρδιές. Που έγειρε πονετικός στις πληγωμένες ψυχές, που έπλυνε τις πληγές τους, έδεσε τις λαβωματιές τους, υποστήριξε τα κουρασμένα πόδια των αποσταμένων…
Αλλά από τότε πέρασαν ένα πλήθος αμέτρητα χρόνια και πια κανένας δεν παρηγορά και δεν οδηγεί σε κανένα φως.
Η πολιτεία είναι ένας βάλτος με σαπισμένα νερά, που την επιφάνειά του δεν ανθεί ούτε ένα λευκό λουλουδάκι…
…. Όλα τα πράγματα έχουν χιλιάδες όψεις. Όπως θέλεις τα παίρνεις».
Η αναζήτηση και το ταξίδι διαπερνούν το έργο της, μα και η πίστη στη δύναμη τ’ ανθρώπου, ακόμα και στις πιο αντίξοες συνθήκες να βρίσκει το δρόμο για μια νέα θέαση της ζωής, με ζήτα κεφαλαίο, τέτοια που να γιομίζει το βλέμμα από τα χρώματα της θάλασσας κι έτσι πάντα, ταξιδεύοντας κι αναζητώντας, να σε βρίσκει ο θάνατος, σαν μια βάρκα που αφήνει πίσω της γραμμή τεθλασμένη στα απόνερα, οδηγός για τους ναυαγούς και σημάδι πως η ρότα δείχνει πάντα κατά τη μεριά της ζωής. Γιατί θάνατος είναι όπου η ζωή έχει φύγει.
Μας λέει η Γαλάτεια Καζαντζάκη στο «Άνθρωποι και Υπεράνθρωποι»:
«Υπάρχουνε κακές αρρώστιες αγιάτρευτες, που μόνο να τις λογιάσεις, σαν είσαι γερός, και πως μπορεί να σου ‘χε η μοίρα σου γραμμένο τέτοιο κακό, σε παίρνει φόβος και χαλά η καρδιά σου. Και να που ‘ρχεται μια ώρα κι ότι φοβόσουνα γίνηκε. Και συ υπονομεύεις, κι ελπίζεις, κι είσαι σαν και τότε που ‘σουνα γερός, κάθε που σου περνούν λιγάκι οι πόνοι».
«Όταν την κάθε θλίψη που μας έρχεται την καλοδεχόμαστε, τότε αυτός που τη φιλοξενεί κερδίζει»..
Σαίξπηρ «Τρικυμία»
Η Γαλάτεια Καζαντζάκη έζησε στο πετσί της τους διωγμούς από τη Μεταξική δικτατορία. Δεν θα φανταζόταν ίσως ποτέ οτι πολλές δεκαετίες αργότερα, η χώρα που έδωσε ποτάμια αίματος στον αγώνα ενάντια στους Ναζί και στο φασισμό, θα φιλοξενούσε στα χώματά της ένθερμους ψηφοφόρους και οπαδούς του ναζισμού, ξένους ολότελα προς τη προαιώνια Ελληνική παράδοση. Αρκεί μία αναφορά στο έργο του Ευριπίδη για να εξηγήσουμε τι ακριβώς εννοούμε:
«Είναι βαρύ για μένα
Κριτής να γίνομαι στις αδικίες των άλλων.
Μα πρέπει. Θα ‘τανε ντροπή, μια τέτοια υπόθεση,
Που την πήρα στα χέρια μου, να την παρατήσω.
Μάθε, λοιπόν, ποια είναι η δική μου γνώμη.
Ούτε για το δικό μου το χατίρι
Ούτε για χάρη των Ελλήνων σκότωσες τον ξένο,
Μα για να ωφεληθείς απ’ το χρυσάφι.
Μέσα στη συμφορά σου, λες ό,τι σου συμφέρει.
Εύκολα εσείς σκοτώνετε τους ξένους σας.
Όμως για μας τους Έλληνες, μια τέτοια πράξη είναι ό,τι αισχρότερο».
Ευριπίδη Εκάβη
Κι από τη «Μήδεια»:
«Ω πατρίδα, κι ω σπίτι,
Να μη βρεθώ ποτέ
Στην ξενιτιά, για να ζήσω
Τη στερημένη ζωή την αβάσταχτη
Με τους πικρούς στεναγμούς της.
Καλύτερα λέω ο θάνατος, λέω,
Αν είναι δίχως πατρίδα να μείνω
Και κάλλιο ας τελειώσουν οι μέρες μου.
Δεν υπάρχει μεγαλύτερος πόνος
Από της πατρίδας τη στέρηση».
Το 1932 ο «Ριζοσπάστης» δημοσιεύει επιστολή με τίτλο «Γύρω από ένα θεατρικό έργο». Στο απαξιωτικό ύφος της επιστολής συνεχίζει την κριτική ο αρθρογράφος υπερθεματίζοντας. Την επικρίνει δριμύτατα γιατί στο θεατρικό της έργο «Ενώ το πλοίο ταξιδεύει»-έργο ιδιαίτερα επίκαιρο στις μέρες μας-δεν προβάλλει ως λύση την πρόταση του Κόμματος για τα κοινωνικά αδιέξοδα που διαμορφώνει η αστική κοινωνία. Έτσι, και παρότι η εφημερίδα σε παλιότερα άρθρα της εκθειάζει την πένα της συγγραφέως, τώρα την καταγγέλλει γιατί «το μήνυμα του έργου δεν είναι αριστερό», φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να γράφει ό,τι «οι εργάτες αξιούν να κατέβει από τη σκηνή η πρόκληση αυτή κατά του φιλότιμού τους»!!
Αυτά βέβαια έχουν ξεχαστεί (!!) κι έτσι η ίδια εφημερίδα σε άρθρο της στις 29/1/2006 με τίτλο «Ωδή στη Γαλάτεια Καζαντζάκη» κι υπογραφή της Αλίκης Ξένου-Βενάρδου, αναφέρει οτι : «Το θεατρικό της έργο «Ενώ το πλοίο ταξιδεύει» που ανέβηκε στο Εθνικό Θέατρο, σε σκηνοθεσία Φώτου Πολίτη θα προκαλέσει πολλές αντιδράσεις, αλλά θα υποστηριχθεί από μεγάλους του θεάτρου, όπως η Μαρίκα Κοτοπούλη». Φυσικά δεν γίνεται πουθενά λόγος για τα «Αίσχος» που ξεστόμιζε το φύλλο της εφημερίδας το 1932.
Η Γαλάτεια Καζαντζάκη τόλμησε να συγκρουστεί με το κατεστημένο, αλλά και με προκατασκευασμένες αλήθειες. Κατήγγειλε την αθλιότητα της αστικής κοινωνίας, κατήγγειλε την σαπίλα, όπου κι αν αυτή βρίσκει κατάλληλο περιβάλλον και συνθήκες για να απλωθεί και να συντηρηθεί.
ΑΜΑΡΤΩΛΟ
Στίχοι Γαλάτειας Καζαντζάκη, μουσική: Νένα Βενετσάνου
Στη Σμύρνη, Μέλπω. Ηρώ, στη Σαλονίκη.
Στο Βόλο, Κατινίτσα, έναν καιρό.
Τώρα στα Βούρλα με φωνάζουν Λέλα.
Ο τόπος μου, ποιός ήταν; Ποιοί οι δικοί μου;
Αν ξέρω, ανάθεμά με.
Σπίτι, πατρίδα έχω τα μπορντέλα.
Ως κι οι πικροί μου χρόνοι, οι παιδικοί μου,
θολές, σβησμένες ζωγραφιές.
Κι είν’ αδειανό σεντούκι η θύμησή μου.
Το σήμερα χειρότερο απ’ το χτες.
Και τ’ αύριο απ’ το σήμερα θε να ‘ναι.
Φιλιά από στόματ’ άγνωστα, βρισιές
κι οι χωροφύλακες να με τραβολογάνε.
Γλέντια, καυγάδες ως να φέξει.
Αρρώστιες, αμφιθέατρο, Συγγρού
κι ενέσεις εξακόσια έξι.
Πνιγμένου καραβιού σάπιο σανίδι.
Όλη η ζωή μου του χαμού.
Μ’ από την κόλασή μου, σού φωνάζω:
Εικόνα σου είμαι, κοινωνία, και σού μοιάζω.
Μ’ από την κόλασή μου, σού φωνάζω:
Εικόνα σου είμαι, κοινωνία, και σού μοιάζω.
Βιβλιογραφία:
-Άγνωστος, «Γύρω από ένα θεατρικό έργο» (επιστ.) στο «Ο Νέος Ριζοσπάστης» (εφημ.), 10/11/1932 στο http://www.nt-archive.gr/viewFiles1.aspx?playID=96&pubID=33358
-Ευριπίδη, (1994). «Τρωάδες». Αθήνα: Εκδόσεις Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος.
-Ευριπίδη, (1994). «Μήδεια». Αθήνα: Εκδόσεις Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος.
-Καζαντζάκη, Γ. (2007). «Άνθρωποι και υπεράνθρωποι». Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη.
-Καζαντζάκη, Γ. (2010). «Η άρρωστη πολιτεία-Επίμετρο Κέλη Δασκαλά». Αθήνα: Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα.
-Καζαντζάκη, Γ. (1959). «Αυλαία.» Αθήνα: Εκδόσεις Δίφρος.
-Καζαντζάκης, Ν. (2009). «Αναφορά στον Γκρέκο». Αθήνα: Εκδόσεις Καζαντζάκη.
-Καστρινάκη, Α. & Γεργατσούλη, Ε. (2012). «Γαλάτεια Καζαντζάκη : Εργογραφία και Βιβλιογραφία». Πανεπιστήμιο Κρήτης, Open Access eBook,
http://anemi.lib.uoc.gr/metadata/9/c/a/metadata-1354269133-705627-21135.tkl
–Kierkegaard, S.(2005). «Το ημερολόγιο ενός διαφθορέα». Αθήνα: Εκδόσεις Ερμείας.
-Nietzsche, F. (2003). «Τελευταίες επιστολές». Αθήνα: Εκδόσεις Άγρα.
-Ξένου-Βενάρδη, Α. «Ωδή στην Γαλάτεια Καζαντζάκη». στο «Ριζοσπάστης» (εφημ.), 29/1/2006.
– Shakespeare, W. (1933). «Τρικυμία». Γιάννινα: Εκδόσεις Δωδώνη
Χρήστος Τσαντής