5 και 6 Σεπτέμβρη 2021
Θέατρο Λενταριανών (Γεωργίου Σγουρού 31, Χανιά)
Ώρα: 21:00 – Τιμή εισιτηρίου: 10 ευρώ
Θεατρική Διασκευή: Παναγιώτης Ζαφείρης
Σκηνοθεσία: Θεοδώρα Ζώη-Παναγιώτης Ζαφείρης
Παίζουν: Ελένη Βιγλάκη, Έφη Μαλτέζου, Ματίνα Φραγγεδάκη
Ευχαριστούμε θερμά την καλή μας φίλη Χριστίνα Βεριβάκη για τη συμβολή της στη θεατρική διασκευή του βιβλίου. Ευχαριστούμε, επίσης, τον φωτογράφο Βαγγέλη Διαμαντάκη
Προπώληση εισιτηρίων από τη Δευτέρα 30/8 έως και την Παρασκευή 3/9 στον Πολυχώρο Ραδάμανθυς (Γεωργίου Ξέπαπα 7), 7-9 το απόγευμα. Εισιτήρια θα υπάρχουν και στο θέατρο Λενταριανών τις ημέρες της παράστασης
-Θεοδώρα, συνεργάζεσαι με τον Παναγιώτη Ζαφείρη στη σκηνοθεσία της θεατρικής παράστασης «Ιστορίες που δεν ήθελαν να μεγαλώσουν», που ανεβαίνει στις 5 και 6 Σεπτεμβρίου στα Χανιά, στη σκηνή του Θεάτρου Λενταριανών. Τι συνέλαβαν οι καλλιτεχνικές σου κεραίες στο βιβλίο της Χαρίκλειας Ντερμανάκη, όπου και στηρίχτηκε το θεατρικό αυτό εγχείρημα, και σου έδωσαν το ερέθισμα να αναλάβεις τη σκηνοθεσία;
Η αρχική ιδέα ανήκει στο Χρήστο Τσαντή με τον οποίο είχε συνεργαστεί η κυρία Ντερμανάκη, ώστε μέσω των εκδόσεων Ραδάμανθυς να εκδοθεί το βιβλίο στο οποίο βασίζεται η παράσταση. Αφού το συζήτησε με τον Παναγιώτη Ζαφείρη, ο οποίος συν-σκηνοθετεί και έχει κάνει τη θεατρική διασκευή, η ιδέα έφτασε και σε εμένα. Και ομολογώ ότι θεώρησα τις συγκεκριμένες ιστορίες πολύ δυνατές και επίκαιρες. Έτσι, με την παραγωγή των εκδόσεων Ραδάμανθυς και με τα στελέχη της θεατρικής ομάδας T for Techni, οι Ιστορίες θα αποκτήσουν ζωή.
-Μετάφερέ μας το περίγραμμα του έργου. Πού επικεντρώνεται η υπόθεση της παράστασης; Ποιες είναι αυτές οι «ιστορίες» και γιατί «δεν ήθελαν να μεγαλώσουν»;
Οι ιστορίες επικεντρώνονται στις ζωές διαφόρων γυναικών, χωρίς να σημαίνει ότι αφορούν μόνο αυτές. Ο κεντρικός χαρακτήρας αναπολεί τους πρωταγωνιστές των ιστοριών αυτών και στοχάζεται πάνω στο νόημά τους.
-Δώσε μας μια εικόνα για τους ήρωες και τους ηθοποιούς που τους ενσαρκώνουν.
Η κεντρική ηρωίδα, όπως ανέφερα παραπάνω, είναι το άτομο που έχει γίνει μάρτυρας των ιστοριών αυτών και τις αναπολεί. Παράλληλα, όμως, ο Νους και το Συναίσθημά της παλεύουν να κυριαρχήσουν μέσα της και να επηρεάσουν τον τρόπο που θυμάται τις ιστορίες, αλλά και βλέπει τη ζωή. Τη βασική ηρωίδα ενσαρκώνει η Έφη Μαλτέζου, ενώ τη Λογική και το Συναίσθημα η Ματίνα Φραγγεδάκη και η Ελένη Βιγλάκη αντίστοιχα.
-Πρωτότυπη η σύλληψή σας και από μόνη της η φόρμα αυτή που επιλέξατε προσδίδει πρόσθετο ενδιαφέρον. Ας σταθούμε, όμως, λίγο παραπάνω στις φιγούρες του βιβλίου, που αποτέλεσαν και το βασικό σας υλικό. Η τοιχογραφία των χαρακτήρων που αναδεικνύονται στο βιβλίο -γυναικείων και ανδρικών σε αλληλεξάρτηση- απεικονίζει ανακατεμένες φιγούρες του παρελθόντος, του παρόντος, ίσως και του μέλλοντος, θα ’λεγε κανείς. Ποια είναι η λεπτή κόκκινη κλωστή που δένει τις τύχες τους και πώς αυτό αποτυπώνεται σκηνοθετικά;
Κοίταξε, ανεξάρτητα από τις χρονικές περιόδους και την κοινωνική θέση του καθενός, οι ιστορίες αυτές είναι διαχρονικές, γιατί, πολύ απλά, τα συναισθήματα και οι περιορισμοί που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι είναι πάντα ίδια, ανεξαρτήτως εποχής. Γι’ αυτό το λόγο δε δώσαμε και συγκεκριμένο όνομα ή υπόβαθρο στους χαρακτήρες, γιατί θα μπορούσαν απλά να είναι ο καθένας από εμάς.
-Η επιλογή σας αυτή αναδεικνύει ακόμα πιο ευκρινώς την επικαιρότητα του έργου. Η συζήτηση για τις σχέσεις των φύλων, την έμφυλη βία, την καλά κρατούσα βαθιά ανισοτιμία που σοβεί ως τις μέρες μας άνοιξε για τα καλά την προηγούμενη περίοδο. Θεωρείς ότι κάτι τείνει να αλλάξει στην κυρίαρχη και βαθιά ριζωμένη προσέγγιση που, φανερά ή υπόρρητα, κυριαρχεί πεισματικά ακόμα για το ρόλο και τη θέση της γυναίκας;
Δυστυχώς, όπως φαίνεται, το πρόβλημα της έμφυλης βίας, όπως και πολλά άλλα ζητήματα, δεν είναι κάτι καινούριο. Η μόνη ευχάριστη αλλαγή που παρατηρείται αυτή την εποχή είναι η δημόσια έκθεση του προβλήματος αυτού. Ίσως μέσω των συζητήσεων, των πράξεων ή ακόμα και των καλλιτεχνικών δράσεων στην προκειμένη περίπτωση αλλάξει κάτι προς το καλύτερο.
-«Αν δεν πλησιάσεις τις φωτιές, πώς θα ζεσταθεί η καρδιά σου…», διαβάζουμε σε μια χαρακτηριστική παραινετική αποστροφή μιας ηρωίδας του βιβλίου της Χαρίκλειας Ντερμανάκη. Τι χρειάζεται, κατά την αντίληψή σου η σύγχρονη γυναίκα, αλλά και γενικότερα ο άνθρωπος της εποχής μας, για να μπορεί να ξεφύγει από τα μοντέρνα δεσμά, τις εξουθενωτικές κοινωνικές συμβάσεις που φυλακίζουν τη δημιουργικότητα, την ελεύθερη έκφραση, τη γνήσια διάθεση για ζωή;
Για εμένα αυτό που χρειάζεται, αρχικά, είναι το θάρρος να δούμε και να αντιμετωπίσουμε αυτά που μας περιορίζουν. Από εκεί και πέρα, όπως θα φανεί και στο έργο, αυτό που χρειάζεται ακόμα είναι η διάθεση να σταματήσουμε να περιορίζουμε, πέρα από τους εαυτούς μας, και ο ένας τον άλλον. Ίσως έτσι γίνουμε όλοι λίγο πιο ευτυχισμένοι.

-Δε θα μπορούσε να διαφωνήσει κανείς. Βέβαια, όλα αυτά τα νοήματα πολλές φορές αναδεικνύονται με κοινότοπο τρόπο. Ως νέα σκηνοθέτης, πώς θα έλεγες ότι ξεγλιστράει κάποιος από την παγίδα του διδακτισμού, που χαρακτηρίζει συχνά τις σκηνοθετικές αποδόσεις και τις ερμηνευτικές προσεγγίσεις στα έργα με κοινωνικό περιεχόμενο;
Πραγματικά, αυτό που χρειάζεται και σε τέτοιες περιπτώσεις, όπως και σε ένα γενικότερο πλαίσιο , είναι η αίσθηση του μέτρου. Ακούγεται απλό, αλλά δεν είναι.
-Είσαι μια νέα, πρωτοεμφανιζόμενη σκηνοθέτης κι αυτό προσθέτει, ασφαλώς, ενδιαφέρον στην ούτως ή άλλως ελκυστική θεματολογικά παράσταση. Οι νέες ιδέες, οι νέες οπτικές, οι φρέσκες παρουσίες πάντα αναμένονται με αδημονία από τους θεατρόφιλους. Ποια είναι η αφετηριακή ιδέα που σε ώθησε να διοχετεύσεις στη σκηνοθεσία τις ανησυχίες σου; Ποιες σκηνοθετικές ιδιαιτερότητες και ποιες δυσκολίες συνάντησες κατά το «χτίσιμο» της παράστασης;
Για να είμαι ειλικρινής, δεν είχα σκεφτεί ποτέ ότι θα σκηνοθετήσω. Όμως η ενδιαφέρουσα θεματική, αλλά και η βοήθεια των κοριτσιών που παίζουν στην παράσταση, καθώς και του Παναγιώτη Ζαφείρη, οι οποίοι έχουν ξανασχοληθεί ερασιτεχνικά με το θέατρο περισσότερο από εμένα, ομολογουμένως, μου έδωσαν την ώθηση να πάρω την απόφαση. Οι δυσκολίες σε επίπεδο συνεργασίας με τις ηθοποιούς και τον Παναγιώτη ήταν μηδαμινές. Επειδή όμως ασχολούμαστε ερασιτεχνικά με το θέατρο, όπως είναι φυσικό έπρεπε να αντιμετωπίσουμε μια έξτρα κούραση, αλλά και να ψάξουμε να βρούμε, τόσο σε πρακτικό όσο και σε σκηνοθετικό επίπεδο εναλλακτικές λύσεις και νέες ιδέες.
-Ιδιαίτερα χρήσιμη η εμπειρία σου αυτή και το «μήνυμα» για όλους όσοι έχουν αντίστοιχες ανησυχίες, αλλά διστάζουν να κάνουν το βήμα. Η σύλληψη και εκτέλεση της ιδέας για την παράσταση ήταν κι αυτά, προφανώς, «παιδιά» του εγκλεισμού που βιώσαμε το προηγούμενο διάστημα. Τι δυσχέρειες γέννησε σε μια νέα καλλιτέχνη η ζοφερή αυτή και «δυστοπική» συγκυρία, παρατηρώντας μάλιστα την αμεριμνησία και την παγερή αδιαφορία που χαρακτήρισε τη στάση της Πολιτείας απέναντι στους ανθρώπους του πολιτισμού; Σε πείσμωσε –όπως μαρτυρά και το σκηνοθετικό βήμα που τόλμησες αμέσως μετά;
Δε χωρεί συζήτηση και για εμένα θεωρείται αυτονόητο ότι η Πολιτεία θα μπορούσε να μεριμνήσει για όλους τους καλλιτέχνες παραπάνω, αλλά θα επιλέξω να μην επεκταθώ. Από εκεί και πέρα, μέσα σ’ αυτή τη δύσκολη συγκυρία, παρατηρώ πως όλοι μας συσσωρεύσαμε υλικό και ιδέες και προβλέπω μια έξαρση των καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων στα Χανιά, όταν το επιτρέψουν οι συνθήκες.
-Μακάρι, ανυπομονούμε να το διαπιστώσουμε στην πράξη. Θεοδώρα, κλείνοντας, τελικά το έργο είναι πιο πολύ ένα δραματοποιημένο «κατηγορώ», μια κραυγή αγωνίας ή ένα κάλεσμα δημιουργικής υπέρβασης, ένας μπούσουλας για να ξαναβρεθούν αξίες και τιμαλφή που έθαψε ο χρόνος; Τι μπορεί να αποκομίσει ως «κάθαρση» ο θεατής της παράστασης;
Το έργο δε θέλει να κουνήσει το δάχτυλο σε κάποιον. Στόχος του είναι, μέσω των συναισθημάτων που θα μας προκαλέσει, να μας κάνει να δούμε τον εαυτό μας, αλλά και το διπλανό μας αλλιώς. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η παράσταση θα κρατήσει το κοινό καθηλωμένο.
Μάκης Πέτσας
«Οι «Ιστορίες που δεν ήθελαν να μεγαλώσουν» θα μπορούσαν να αφιερωθούν στη μνήμη της Ελένης Τοπαλούδη, σαν μια μεγάλη συγνώμη εκ μέρους της κοινωνίας μας. Θα μπορούσαν όμως να αφιερωθούν και στην Έλλη Παπαεμμανουήλ, σαν ένα μεγάλο ευχαριστώ για τον τρόπο με τον οποίο τιμά την επιστήμη, την έρευνα και το γυναικείο φύλο…». Χαρίκλεια Ντερμανάκη.
…Τι κάνει τους ανθρώπους σκληρούς; Ακόμα κι αυτούς που ξέρεις ότι σε αγαπάνε. Σαν να θέλουν να μπουν βαθιά μέσα από το λούτρινο περίβλημα της ψυχής σου και να σου πακετάρουν όλα τα όνειρα! Αυτά που παλεύεις, αλλά κι αυτά που ξέρεις ότι εκεί θα μείνουν, ανεκπλήρωτα, ίσα-ίσα για να γλυκαίνουν τη σκέψη σου τις νύχτες, πριν σε πάρει ο ύπνος! Να τα πακετάρουν, να τα στήσουν συμμετρικά και να σου πουν: «Τα όνειρα είναι η ζάχαρη στον κουραμπιέ! Η ζάχαρη σκέτη δεν τρώγεται, ο κουραμπιές όμως τρώγεται και χωρίς ζάχαρη!» – όπου κουραμπιές, βάλε εσύ τη ζωή σου. Κι ακούς τη φωνή σου ξαφνικά να λέει: «Αφήστε ήσυχους τους… κουραμπιέδες μου, μωρέ! Όλοι σας! Κι εγώ σας αγαπώ, μα για το καλό και το κακό μου, εγώ είμαι υπεύθυνη πια. Μικραίνοντάς με, δεν γίνεστε κι εσείς μικρότεροι. Όλοι μεγαλώνουμε! Ψάξτε να βρείτε, αν σας έχει περισσέψει, λίγη ζαχαρίτσα κι ας είναι από παλιά! Από την εποχή που δεν φοβόσασταν να ζήσετε και να ονειρευτείτε. Βγάλτε ένα ονειράκι από το πακέτο του και κάντε το παντιέρα να αρμενίσετε! Οι ανοιχτές θάλασσες λιγοστεύουν!», Χαρίκλεια Ντερμανάκη.
Διαβάστε περισσότερα: https://ekdoseis-radamanthys.webnode.gr/products/charikleia-ntermanaki-istories-poy-den-ithelan-na-megalosoyn/