Λίγα φώτα απομένουνε τις νύχτες.
Και τα μάτια σου κοιτούν σιωπηλά.
Είναι μέρες που παγώνουνε οι δείκτες
κι η καρδιά σου φορτωμένη μυστικά…
Πολλά τσιγάρα και καφέδες στ’ ακρογιάλι,
πάνω στους βράχους ζωγραφίζω μια φωτιά,
σκαριά που χόρευαν ξανά στο μαϊστράλι,
πηγάδι ψάχνω για να βρω στην ερημιά…
Μία βάρκα η ψυχή μου κι έφυγε για μακριά,
ν’ αρμενίσει, να γυρίσει, σε μιαν άγνωστη στεριά
και να μάθει την αλήθεια να την πει και στα παιδιά,
πως μονάχα-στον καιρό-κόντρα ανοίγεις τα πανιά…
Χ. Τσαντής
Αύγουστος 2009