Κριτικές στο έργο της Πολυδούρη – Γράφει η Αγγελική Μπεμπλιδάκη

Από το 10ο τεύχος του περιοδικού των εκδόσεων Ραδάμανθυς

Όλες αυτές τις μέρες που διαβάζω για την ποιήτρια που τιμούμε απόψε, ένα ερώτημα με βασανίζει: θα την ξέραμε την Μαρία Πολυδούρη αν η τύχη δεν το έφερνε να διασταυρωθούν οι δρόμοι τους με τον «ιδανικό αυτόχειρα» Κωνσταντίνο Καρυωτάκη; Γιατί όταν μιλούν για την Πολυδούρη  όλοι,  από το γεγονός αυτό ξεκινούν, από το αντάμωμά τους, από τον έρωτά τους. Εκείνη, πάντως το έχει ομολογήσει περίτρανα:

Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες

Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα,

γι’ αυτό η ζωή μού εδόθη.

Στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη
 μένα η ζωή πληρώθη.
(1)

Ακόμα και όταν κριτικοί και λογοτέχνες καταπιάνονται με το να αποτιμήσουν και να  κρίνουν το έργο της, ακόμα και σ’ αυτά τα αυστηρώς λογοτεχνικά  και σοβαρά κείμενα, αποκλείεται να μην βρεθεί κάπου μέσα χωμένο να καραδοκεί το μεγάλο αίσθημα και ο επηρεασμός  τους από αυτό. Από την άλλη μπορούμε να δούμε στην ποιήτρια μόνο τη δημιουργία της ξεκομμένη απ’ ό,τι την κυρίευσε και τη σημάδεψε;

Η μελετήτρια της Πολυδούρη, Χριστίνα Ντουνιά, απαντά: Μας ενδιαφέρει η ζωή της Πολυδούρη γιατί τρέφει με τόσο συγκλονιστική ειλικρίνεια την ποίησή της, ώστε δεν είναι εύκολο να απομονώσουμε το έργο της, όσο και αν μπορεί κάλλιστα να σταθεί αυτόνομο και ανεξάρτητο.

Κοντά σου δεν αχούν άγρια οι ανέμοι.
Κοντά σου είνε η γαλήνη και το φως.
Κοντά σου η θλίψη ανθίζει σα λουλούδι
κι’ ανύποπτα περνά μέσ’ στη ζωή.
Κοντά σου όλα γλυκά κι’ όλα σα χνούδι,
σα χάδι, σα δροσούλα, σαν πνοή. (2)

Ένα άλλο γεγονός που  συζητήθηκε κατά κόρον, και σίγουρα επηρέασε τα λογοτεχνικά σαλόνια,  είναι  η αρρώστια και ο θάνατός της ποιήτριας. Όπως αναφέρεται στον τύπο της εποχής η επίσκεψη στο νοσοκομείο όπου η δεσποινίς Πολυδούρη νοσηλευόταν είχε καταντήσει ένα κοινωνικό γεγονός όπου οι κοσμικοί κύριοι και ντεμουαζελίτσες», πήγαιναν, όχι από ενσυναίσθηση αλλά από μόδα. Είχε γίνει του συρμού να επισκέπτονται στο «Σωτηρία» τη φθισική ποιήτρια, να ανοίγουν για λίγο την πόρτα, να την κοιτούν, να αφήνουν μερικά λουλούδια, ενίοτε να ψελλίζουν κάποια λόγια παρηγοριάς και να φεύγουν. 

 Η  ίδια παρακαλεί:

Και τώρα, κλείστε ερμητικά τις θύρες. Τελειώσαν
όλα. Να φύγουν κι’ οι στερνοί, να μείνω μοναχή μου.
Όλα δικά μου ήταν εδώ μέσα κι’ όλα μου λείψαν
κ’ έμεινε τόσο απίστευτα μοναχική η ψυχή μου.

Να φύγουν όλοι! Ακάλεστοι κι’ ας ήρθανε με δώρα.
… Ο Μέγας Φίλος μου μηνά τη θέλησή του
ναρθή.…

Έρχεται! Ακούω που χτυπά πιο βιαστικά η καμπάνα.
Είμαι έτοιμη… (3)

Η Πολυδούρη είναι  ένα πνεύμα αδέσμευτο, πληθωρικό, έξω από τις συμβάσεις και τα πρέπει της εποχής, μια ανεξάρτητη και δυναμική προσωπικότητα, πρωτοπόρος φεμινίστρια, φοιτήτρια – σπουδάζει νομική και όχι φιλολογία όπως θέλει ο φιλόλογος πατέρας της, γιατί θέλει να βοηθήσει όλες τις ανυπεράσπιστες γυναίκες του κόσμου-, μια γυναίκα εξωστρεφής που δεν δίσταζε αλλά και δεν φοβόταν να αγαπήσει, να ζήσει  να εκθέσει ενώπιον όλων τα αισθήματά και τις σκέψεις της. Τελικά  μια γυναίκα πυρπολούμενη. 

Οι  κριτικές του έργου της κυμαίνονται: Από τις διθυραμβικές κουβέντες συνομηλίκων της ποιητών, που οι περισσότεροι τη γνωρίζουν και τη θαυμάζουν – μερικοί είναι και ερωτευμένοι μαζί της – «το πιο λεπτό άνθος με το πιο δυνατό άρωμα μέσα σ’ όλη τη νεοελληνική ποίηση», γράφει ο ποιητής Γιάννης Χονδρογιάννης. Μέχρι τους πιο συντηρητικούς που θεωρούν τη γραφή της «γυναικεία, γλυκερή και απλοϊκή».

Ακόμα και στα μεταγενέστερα χρόνια, οι κριτικοί και λογοτέχνες του μεσοδιαστήματος έχουν εξίσου διιστάμενες απόψεις. Αντιμετωπίζεται αρνητικά, κυρίως, από τους μοντερνιστές. Γι’ αυτούς, ο εξομολογητικός χαρακτήρας, οι κατανοητοί στίχοι, η αμεσότητα της έκφρασης, ακόμα και η μορφική ατημελησία εκλαμβάνονται ως εύκολη τέχνη και άτεχνη ποίηση.

Εκτός των άλλων, στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια όπως  και στα χρόνια της μεταπολίτευσης, χρόνια που οι δύσκολες καταστάσεις απαιτούσαν συλλογικότητες, ο προσωπικός λόγος της Πολυδούρη ήταν δύσκολο να ακουστεί. Βλέπετε τα ποιήματά της που είναι περιορισμένα στον χώρο του ατομικού και του ιδιωτικού, δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για εθνικούς ή κοινωνικούς αγώνες.

Καμμιὰν ἀπὸ τὶς πίκρες μου δὲ γνώρισες
 τὶς πίκρες μου τὶς ἄσωστες τὶς μαῦρες.
 Καὶ στῶν ματιῶν μου μέσ᾿ στὸ φεγγοβόλημα
 τὰ δάκριά μου στεγνωμένα τὰ ᾿βρες… (4)

Από τους υποστηριχτές της, οι: Γιάννης Ρίτσος-νοσηλεύονταν μαζί στο Σωτηρία-, Γιώργος Κοτζιούλας, Μανώλης Κανελλής, Γιάννης Χονδρογιάννης, Κώστας Παπαδάκης, Παύλος Κριναίος, Λιλή Ιακωβίδη, Μυρτιώτισσα. Οι φεμινίστριες της εποχής με τα περιοδικά τους που στάθηκαν ουσιαστικά στο πλευρό της και ανέδειξαν τη σημασία του έργου της. Ο Σικελιανός που την αποκαλεί αδελφή και της αφιερώνει ένα ποίημα. Ο Κοσμάς Πολίτης, που στην «Εκάτη»  γράφει ένα κεφάλαιο αφιερωμένο σχεδόν αποκλειστικά στην ποίησή της. Ο δύσκολος Ανδρέας Καραντώνης, που  μιλάει για την «πιο σημαντική Ελληνίδα ποιήτρια». Ο Βύρων Λεοντάρης, που θεωρεί ότι «από την ποιητική αίσθησή της, η επίσημη νέα και σεφερική ποίηση δεν απέχει και πολύ». Αλλά αυτή η ίδια ποίησή που προκαλεί τους πιο πάνω επαίνους, είναι:

«Ωχρή» για τον Κ. Θ. Δημαρά.

«Ευαίσθητη αλλά πρόχειρη και κοινότοπη», για τον Λίνο Πολίτη.

«Συμπαθητκή, αλλά ανώριμη», για τον Αλέξανδρο Αργυρίου.

Ακόμα και η Λιλή Ζωγράφου, που στο έργο της ανυψώνει την Πολυδούρη σαν επαναστατημένη γυναίκα και προσωπικότητα, την υποτιμά σαν ποιήτρια: Θεωρεί ότι τα ποιήματά της είναι ξεπερασμένα και κατώτερα των δυνατοτήτων της.

Ο Κώστας Στεργιόπουλος σημειώνει ότι: ….Η Πολυδούρη γράφει τα ποιήματά της όπως και το ατομικό της ημερολόγιο… κινείται ολόκληρη στην περιοχή του συναισθήματος και των συναισθηματικών καταστάσεων, ….διατηρώντας έναν ιδιαίτερα προσωπικό τόνο… Με χαλαρή συνήθως και κάποτε αδέξια τεχνική, αλλά με αυτοσχεδιαστική ευχέρεια… εξελίσσει βαθμιαία την ποίησή της σε μια γεμάτη ερωτική περιπάθεια και τύψη ελεγεία θανάτου, εξουδετερώνοντας τα μειονεκτήματά της με το πάθος και τον παλμό της φωνής της… Γι’ αυτό κι εξακολουθεί να παραμένει από τις πιο γνήσιες γυναικείες φωνές που ακούστηκαν στη νεοελληνική ποίηση».

Μια Φορά
Μηνιαία
Ετήσια

Στηρίξτε το περιοδικό των Εκδόσεων Ραδάμανθυς

Κάνε μια μηνιαία δωρεά

Κάνε μια ετήσια δωρεά

Επιλέξτε ένα ποσό

€5,00
€15,00
€30,00
€5,00
€15,00
€30,00
€5,00
€15,00
€30,00

Ή εισάγετε ένα προσαρμοσμένο ποσό


Σας ευχαριστούμε

Η συμβολή σας εκτιμάται.

Η συμβολή σας εκτιμάται.

ΧορηγίαΧορηγίαΧορηγία

Συγχρόνως  σχολιάζουν αρνητικά:

Ο  Γιώργος Θέμελης: «Το βλέπει κανείς πως η ποίηση αυτή είναι σκέτη, απλή ομιλία και εξομολόγηση».

Ο Τέλλος Άγρας: «… Αδυνατεί και, κυρίως, αδιαφορεί να υποτάξει το χειμαρρώδη λυρισμό της σε συμμετρικά σχήματα».

Η Έλλη Αλεξίου: «Οι στίχοι της είν’ ατημέλητοι και τους διακρίνει μελαγχολία, ρέμβη και διάθεση για φυγή».

Ο Ουράνης: «Δυο βιβλία που περιέχουν περισσότερο θάνατο από σελίδες… Έτσι όπως μας έρχονται από την ολοκληρωτική της νύχτα, έχουν την υποβλητικότητα ενός μεγάλου θρήνου…».

Εμένα πάντως με εκφράζουν περισσότερο τούτα τα λόγια του κριτικού και δοκιμιογράφου Γιάννη Χατζίνη: «Ο συνηθισμένος τύπος λογοτέχνη είναι αυτός που ζει για να γράφει. Εκείνος, δηλαδή, για τον οποίο τα ίδια τα πάθη αποκτούν αξία μόνο απ’ τη στιγμή που θα βρουν καλλιτεχνική έκφραση. Η Πολυδούρη όμως ζει για να ζήσει. Κι όταν χαράζει στο χαρτί τους στίχους της, δεν αποβλέπει στον αναγνώστη, αλλά στην ίδια τη δική της ανάγκη να δώσει στο ηφαίστειό της διέξοδο».

Τι θέλει τούτη η Άνοιξη…
Σαλεύουν
αόρατα, πανάλαφρα
των δέντρων τα κλαδιά.
Τι θέλει η μυρωδιά
που μας χτυπά απαλότατα
με αμυγδαλιάς ανθόκλωνο
την καρδιά……
Τι θέλει πάλιν η Άνοιξη…
Τι να μας φέρει ακόμα…
(5)

Στην σύντομη ζωή της, πέθανε το 1930 σε ηλικία 28 χρονών, η Μαρία Πολυδούρη δημοσίευσε εν όσω ζούσε δύο ποιητικές συλλογές. Το «Οι τρίλλιες που σβήνουν» και  το «Ηχώ στο χάος».

Και οι δυο γράφτηκαν τον καιρό της ασθένειάς της.  Εκτός από αυτές τις δύο και μοναδικές ποιητικές συλλογές άφησε και δύο πεζά έργα, το Ημερολόγιο της και μία ατιτλοφόρητη νουβέλα.

Το ενδιαφέρον είναι ότι ακόμα και σήμερα ανακαλύπτουμε νέα της έργα. Όπως αποκαλύπτει η Χριστίνα Ντουνιά, η εξωστρεφής και παρορμητική Μαρία «είχε πολλούς φίλους, κυρίως νέους και ερωτευμένους μαζί της, στους οποίους έδινε κείμενά της. Άλλωστε έγραφε συνεχώς. Γράμματα, ποιήματα, ημερολόγια, πεζά. Αρκετά σώθηκαν, άλλα λανθάνουν ίσως και κάποια καταστράφηκαν οριστικά. Ξέρουμε ότι ορισμένα κάηκαν με δική της παρότρυνση λίγο πριν το τέλος, και άλλα καταστράφηκαν αμέσως μετά το θάνατό της. Βλέπετε ήταν τα χαρτιά μιας φυματικής».

Το πρώτο άρθρο για την Μαρία Πολυδούρη που συνέβαλε καθοριστικά στην υστεροφημία της μετά από πολύ καιρό άγνοιας και λησμονιάς, ανήκει στη Βασιλική Μπόμπου-Σταμάτη και είναι δημοσιευμένο στα 1954. Η Βασιλική είχε την τύχη στα πλαίσια μιας εργασίας της ως φοιτήτριας της Φιλοσοφικής σχολής να μιλήσει με την αδελφή της Βιργινία, με την Μυρτιώτισσα που την συντρόφευε τις τελευταίες της μέρες και να διαβάσει τα ημερολόγια της. Οπότε η μαρτυρία της έχει σημασία, μιας και στηρίζεται σε πρωτογενές υλικό. Τα «Άπαντα» της Μαρίας Πολυδούρη κυκλοφόρησαν για πρώτη φορά τη δεκαετία του 1960 από τις Εκδόσεις Εστία, με επιμέλεια της Λιλής Ζωγράφου. Έκτοτε επανακυκλοφόρησαν από διάφορους εκδοτικούς οίκους.

Σήμερα η ποιήτρια και τα έργα της είναι όσο ποτέ ζωντανά, θαλερά και επίκαιρα. Εμπνέουν δε λογιών λογιών καλλιτέχνες. Τηλεοπτικές σειρές γυρίζονται, θεατρικά έργα και περφόρμανς αναπαρίστανται, ζωγραφικά έργα παράγονται. Ο συγγραφέας και ποιητής Κωστής Γκιμοσούλης έχει γράψει μία μυθιστορηματική βιογραφία της, με τον τίτλο «Βρέχει φως». Ποιήματά της έχουν μελοποιήσει Έλληνες συνθέτες, κλασικοί, έντεχνοι και ροκ, ανάμεσά τους οι Μενέλαος Παλλάντιος, Νίκος Μαμαγκάκης, Γιάννης Σπανός, Νότης Μαυρουδής, Δημήτρης Παπαδημητρίου, Μιχάλης Κουμπιός, τα συγκρότηματα «Πληνθέτες» και «Ηλιο-δρόμιο», καθώς και ο μουσουργός Νίκος Φυλακτός σε έργα με φωνή και πιάνο. Με  την ποίησή της ασχολήθηκε ακόμα και ο Θάνος Ανεστόπουλος, τραγουδιστής του συγκροτήματος «Διάφανα Κρίνα». Καινούργιες μελέτες την αναφέρουν σαν την πιο συναρπαστική ποιήτρια του μεσοπολέμου και μια από τις πιο ενδιαφέρουσες ποιητικές φωνές της ελληνικής λογοτεχνίας του εικοστού αιώνα.

Η  ποιήτρια και το έργο της είναι παρόντα, λέει η Ντουνιά, σε υπαρξιακές αναζητήσεις πιο βαθιές, σε πτυχές ανεξερεύνητες. Χάρη  στη δυνατή της ατομικότητα, η ποιήτρια «απογειώνει τους κοινούς τόπους της εποχής της και δίνει μια διαχρονικότητα εντυπωσιακή στον στίχο της». Επιπλέον, σε μια εποχή αναζήτησης της ειλικρίνειας και της αυθεντικότητας, η Πολυδούρη φέρνει στον καιρό μας την αλήθεια της -και φαίνεται ότι αυτό μας ταιριάζει.

Η ποίησή της έχει πάντα κάτι να πει, παράγει όχι μόνο συγκίνηση αλλά και αισθητική απόλαυση μέσα στην παθιασμένη διεκδίκηση της προσωπικής της κατάθεσης. Και η στιχουργική ατημελησία της, από μειονέκτημα, γίνεται γνώρισμα ενός ιδιαίτερου προσωπικού ύφους.

Μὰ ἔτυχε ἀπόψε βλέποντας τὴ Δύση, νὰ σκεφτῶ
πὼς τάχατες ἡ ἀγάπη μας θἄσβηνε κάποια μέρα…
Κι᾿ ὅπως ἀπόψε ἀνάτειλαν τοῦ δειλινοῦ τὰ ρόδα
χρυσόχρωμα, ροδένια, πορφυρά,
ὅπως κι᾿ ἀπόψε σβήνοντας φυλορροοῦσαν ὅλα
εἶχα μιὰ θλίψη τούτη τὴ φορά…
(6)

Ακόμη και σήμερα διατυπώνεται από ορισμένους το ερώτημα: θα ενδιαφερόμασταν τόσο πολύ για την ποιήτρια αν δεν μας συγκινούσε η ιστορία της; Έχω τη γνώμη ότι το ερώτημα πρέπει να αντιστραφεί: θα μας απασχολούσε άραγε η ζωή της Πολυδούρη αν η ίδια δεν ήταν τόσο καλή ποιήτρια;

Βιβλιογραφικά στοιχεία:

Το παραπάνω κείμενο είναι προϊόν έρευνας που στηρίχτηκε:  Σε διαδικτυακά αφιερώματα  και  αναφορές πάνω στην ζωή και το έργο της Μαρίας Πολυδούρη. Ιδιαιτέρως σε συνεντεύξεις έντυπες και τηλεοπτικές της καθηγήτριας-ερευνήτριας της λογοτεχνίας του μεσοπολέμου Χριστίνας Ντουνιά. Στο άρθρο «Κριτική αποτίμηση στο ποιητικό έργο της Μαρίας Πολυδούρη από άλλους λογοτέχνες» του Παντελή Λιάκα. Στο δημοσίευμα της Βασιλική Μπόμπου-Σταμάτη, στην «Ελληνική Δημιουργία» του 1954 σχετικά με την Πολυδούρη. Στην τηλεοπτική σειρά της ΕΡΤ (2009) «Καρυωτά-κης», σε σενάριο και σκηνοθεσία του Τάσου Ψαρρά.

Δυό κουβέντες για τα πρόσωπα που αναφέρονται.

(με την σειρά που αναγράφονται)

Χριστίνα Ντουνιά: Ομότιμη Καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ). Μελέτες, άρθρα και κριτικές της για τη νεοελληνική φιλολογία, την ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας και κριτικής, τη συγκριτική φιλολογία, την ποίηση και την πεζογραφία του 20ού αιώνα έχουν δημοσιευτεί σε τόμους συνεδρίων, επιστημονικά έντυπα και φιλολογικές σελίδες περιοδικών και εφημερίδων.

Γιάννης Χονδρογιάννης (1905-1987): ήταν Κερκυραίος ποιητής και κριτικός. Εργαζόταν ως δικαστικός.

Γιάννης Ρίτσος (1909-1990): ένας από τους σπουδαιότερους Έλληνες ποιητές με διεθνή φήμη και ακτινοβολία.

Γιώργος Κοτζιούλας (1909–1956): ποιητής, πεζογράφος, θεατρικός συγγραφέας και κριτικός, με σημαντική συνεισφορά στην Εθνική Αντίσταση

Μανόλης Κανελλής (Χανιά 1900–1980): δημοσιογράφος, λογοτέχνης.

Κωστής Παπαδάκης (1911-1940): φιλολογικό ψευδώνυμο Κωστής Πάλμης, Έλληνας δημοσιογράφος, ποιητής και πολεμικός ανταποκριτής, ο πρώτος πεσών από τον κλάδο του στο Αλβανικό μέτωπο.

Παύλος Κριναίος  (1902-1986): Ελληνοκύπριος ποιητής δημοσιογράφος. Στη διάρκεια της Κατοχής υπέστη διώξεις από τις ιταλικές και τις γερμανικές αρχές.

Λιλή Ιακωβίδου (1897 ή 1902-1985) το γένος Πατρικίου: Ελληνίδα συγγραφέας. Υπήρξε μία από τις τελευταίες και πλέον αγαπημένες μαθήτριες του Κωστή Παλαμά, με τον οποίο είχαν αλληλογραφία.

Θεώνη Δρακοπούλου (1885-1968): ηθοποιός και ποιήτρια, γνωστή και με το ψευδώνυμο Μυρτιώτισσα.

Άγγελος Σικελιανός (1884- 1951): ένας από τους μείζονες Έλληνες παραδοσιακούς ποιητές. Το έργο του διακρίνεται από έντονο λυρισμό και ιδιαίτερο γλωσσικό πλούτο.

Κοσμάς Πολίτης (πραγματικό ονοματεπώνυμο: Παρασκευάς Ταβελούδης,  1888-1974): συγγραφέας, απ’ τους σημαντικότερους πεζογράφους της γενιάς του ’30.

Ανδρέας Καραντώνης (1910-1982) [4] λογοτέχνης, κριτικός, δοκιμιογράφος, ποιητής και μεταφραστής.

Βύρων Λεοντάρης (1932-2014): ποιητής και κριτικός δοκιμιογράφος της δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς.

Κωνσταντίνος Δημαράς του Θησέως (1904-1992): αναφερόμενος συχνότερα ως «Κ.Θ. Δημαράς», ήταν Έλληνας φιλόλογος, κριτικός και ιστορικός της νεοελληνικής λογοτεχνίας. 

Λίνος Πολίτης (1906-1982): φιλόλογος νεοελληνιστής, καθ. πανεπιστημίου και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.

Αλέξανδρος Αργυρίου (1921-2009): Έλληνας κριτικός λογοτεχνίας και ιστορικός. Το πραγματικό του όνομα ήταν Αλέξανδρος Κουμπής.

Λιλή Ζωγράφου (1922-1998): Ελληνίδα δημοσιογράφος, λογοτέχνιδα, δοκιμιογράφος, θεατρική συγγραφέας και πολιτική ακτιβίστρια, ένθερμη υποστηρίκτρια του γυναικείου κινήματος.

Κώστας Στεργιόπουλος (1926-2016): ήταν βραβευμένος Έλληνας συγγραφέας, πεζογράφος, κριτικός και ποιητής της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, πανεπιστημιακός καθηγητής.

Γιώργος Θέμελης (1900-1976): ποιητής, δοκιμιογράφος και θεατρικός συγγραφέας.

Τέλλος Άγρας (ψευδώνυμο του Ευάγγελου Ιωάννου,  (1899–1944): ποιητής, δοκιμιογράφος, μεταφραστής και κριτικός λογοτεχνίας.

Έλλη Αλεξίου (1894-1988): συγγραφέας & παιδαγωγός.

Κώστας Ουράνης (πραγματικό όνομα: Κλέαρχος Νιάρχος ή Νεάρχου, όπως το άλλαξε ο ίδιος, 1890-1953): ποιητής, πεζογράφος, κριτικός λογοτεχνίας, μεταφραστής,  δοκιμιογράφος  και δημοσιογράφος.

Γιάννης Χατζίνης (1900-1975): ήταν κριτικός  της λογοτεχνίας και της δοκιμιογράφος.

Βασιλική Μπόμπου-Σταμάτη (1932): είναι ιστορικός. Ασχολείται με την ιστορική έρευνα και επικεντρώνει το ενδιαφέρον της σε θέματα ιστορίας της παιδείας κατά την εποχή της βενετικής και τουρκικής κυριαρχίας στην Ελλάδα.

Κωστής Γκιμοσούλης (1960-2023): ποιητής και πεζογράφος. Για  πολλά χρόνια εργάστηκε ως συμβολαιογράφος.

Μενέλαος Παλλάντιος του Γεωργίου (1914-2012):  σύγχρονος Έλληνας μουσουργός, διευθυντής Ωδείων και ακαδημαϊκός.

Νίκος Μαμαγκάκης (Ρέθυμνο, 3 Μαρτίου 1929 −24 Ιουλίου 2013): Έλληνας συνθέτης. Γιάννης Σπανός (26 Ιουλίου 1934-2019): ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες συνθέτες, με τραγούδια που έγιναν μεγάλες επιτυχίες.

Νότης (Παναγιώτης) Μαυρουδής (1945-2023): συνθέτης, τραγουδοποιός, κιθαριστής και ραδιοφωνικός παραγωγός.

Δημήτρης Παπαδημητρίου (1959): συνθέτης.

Μιχάλης Κουμπιός (1965): συνθέτης, στιχουργός, δημοσιογράφος, φωτογράφος, σκηνοθέτης και παραγωγός δίσκων και συναυλιών.

Οι «Πληνθέτες» είναι συγκρότημα από τα Χανιά. Ξεκίνησαν από το 1999 και αποτελούνται από 4 μέλη.

Το «Ηλιοδρόμιο» δημιουργήθηκε το 2012 στη Θεσσαλονίκη στο Εργαστήριο Ποιητικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, από μια ομάδα μουσικών με εμπνευστή, συνθέτη και ενορχηστρωτή τον Ηλία Σαρηγιαννίδη.

Νίκος Φυλακτός (1950): μουσικός, συνθέτης και  διευθυντής χορωδίας.

Θάνος Ανεστόπουλος (1967-2016): τραγουδιστής συνθέτης και στιχουργός, που έγινε ιδιαίτερα γνωστός από το ροκ συγκρότημα «Διάφανα Κρίνα», του οποίου υπήρξε και ιδρυτής.

Σχολιάστε