Μιχάλης Μαραγκάκης – Λευκό ρόδο*

*Παρέμβαση του Μιχάλη Μαραγκάκη στην εκδήλωση των Εκδόσεων Ραδάμανθυς στο πλαίσιο του 4ου Διεθνούς Φεστιβάλ Βιβλίου Χανίων, με θέμα: «Πόλεμος και Ειρήνη – Οι τραμπ του μέλλοντος έρχονται από το παρελθόν;»

Τα τελευταία χρόνια αποβιώνουν ένας-ένας μία-μία, οι τελευταίες/οι αυτήκοοι ή αυτόπτες μάρτυρες του Β’ Παγκοσμίου πολέμου. Είτε από κοντά, είτε μέσα από κινηματογραφικά ντοκιμαντέρ, οι μάρτυρες μας έχουν διηγηθεί ιστορίες πολέμου που εσωκλείουν τον υπόηχο του αίματος που κυλά, το ραγισμένο σθένος της προδομένης αντίστασης, τη διαπεραστική σιωπή των πρώτων ωρών σε απομόνωση στρατοπέδου συγκέντρωσης ή φυλακής, προσπαθώντας πεισματικά να αφήσουν ανεξίτηλες, βαθιές χαρακιές στις μνήμες όλων εμάς των άκαπνων, μπας και ξορκίσουν την επανάληψή τους. 

Του κάκου. Δυστυχώς, όταν ο κάθε μάρτυρας εξ αυτών απέλθει από αυτό τον κόσμο δια της καθολικά επιτυχούς μεθόδου του θανάτου, οι διδαχές του κακοφορμίζουν, σκουληκιάζουν και τελικά αποσυντίθενται με τον ρυθμό του νεκρού σώματος. Για αυτό φροντίζουν βέβαια οι Τραμπολίνο που μένουν πίσω, οι οποίοι δεν προλαβαίνουν να θάψουν το σκήνωμα και μεταμορφώνονται από ωτακουστές σε φλύαρους κι από υπηρέτες σε ξιπασμένους ξερόλες, γεμίζοντας και εν τέλει μπουκώνοντας τις βαθιές χαρακιές της μνήμης τους με τα μπάζα της λήθης. 

Στο τέλος, ικανοποιημένοι από το έργο τους, προσπερνούν την αποπνέουσα δυσωδία και, ψευδομαρτυρώντας ότι έρχεται από αλλού, επιδίδονται σε φιλο-πολεμικές ιαχές άξιες πρωτογενούς θηλαστικού καινοζωικής περιόδου. Και αν το να το φανταστείτε σας προκαλεί το μειδίαμα, σας καλώ να ανησυχήσετε γιατί από την αντίπαλη μεριά ακούγεται ανάλογη ιαχή από έτερο πρωτογενές, ανθρωπόμορφο θηλαστικό! Ω τι παραφωνία, θα έλεγε κάποιος!

Κι όμως, ορισμένοι και ορισμένες συντονίζουν τις φωνές τους με την ιαχή του φωνακλά πρωτεργάτη, μάλλον γιατί τη ζηλεύουν ή μάλλον γιατί τη βρίσκουν πρότυπη και θέλουν, έστω και μέρος αυτής, να την παραεντάξουν στην καθημερινότητά τους. Αγριοφωναρούλα την αγριοφωναρούλα, η ξιπασιά των πολλών πλέον φωνακλάδων μεγαλώνει γεωμετρικά, ψάχνοντας χώρο να επεκταθεί και πόρους για να διατηρηθεί. Για να το πούμε διαφορετικά, δανειζόμενος μία φράση από το βιβλίο μου «ΓΗ ΑΕ»: «ο τοπικός ιµπεριαλιστάκος µετατρέπεται σε εξαγώγιµο είδος κι ορμά σε νέα µέρη, παίρνοντας µαζί του τη λύσσα να αποκτήσει property.».

Με το ένα χέρι στο πέος του, προειδοποιώντας για το μήκος του και το άλλο στην κολοτρυπίδα του για να ελέγχει τα νώτα του, ο, ανεξαρτήτως ράτσας, Τραμπολίνο του παρόντος και του μέλλοντος επιδίδεται σε ακροβατικές, διαστροφικές, σεξουαλικές πράξεις, οι οποίες γεννούν τους μάρτυρες, με τους οποίους ξεκίνησε αυτό το κείμενο. 

Έχοντας, όπως είπαμε προ πολλού αυτούς ξεχάσει, οι Τραμπολίνο αφοσιώνονται σε αυτό που ξέρουν καλύτερα:  Στην ανάδειξη της αυταρέσκειάς τους, του καυλωτικού τους προφίλ, του ύφους εκπροσώπου του Θεού στη Γη, του πονηρού χαμογελακιού τους που υπονοεί παντογνωσία, του ψυχρού βλέμματος αυτόκλητου χολιγουντιανού μπάτσου ο οποίος παραβιάζει μεν δεκάδες θεμελιώδεις νόμους του κράτους δικαίου αλλά εξολοθρεύει τον κατ’ αυτόν κακό και για αυτό του αξίζουν Συγχαρητήρια και να αποχωρήσει με την όμορφη. 

Μέσω εκλογών, στρατιωτικών πραξικοπημάτων ή νομικών αλχημειών αναζητούν υπακοή από πάνοπλους στρατούς και δίποδους σκύλους. Οι τελευταίοι δεν είναι λίγοι μιας και θεωρούν ότι η η βραχύχρονη ταύτιση με τον  Τραμπολίνο, τους μετατρέπει σε εραστές ανεξάρτητα αν πρόκειται τελικά για αυνάνες που χειροκροτούν έξω από μπουρδέλα όταν οι Τραμπολίνο μέσα συνουσιάζονται. 

Μόνο όταν αντιληφθούν ότι η ιδιότητα του εξουσιοκράτορα που είχαν έχει αντικατασταθεί από αυτή του κουναβιού, μόνο όταν αντιληφθούν ότι ο Τραμπολίνο έχει μετατραπεί σε Τραμπάρτεταρχιδια μου και το έχει σκάσει με το υπερπολυτελές, πάνοπλο, θωρακισμένο όχημά του, παρατώντας τους στην τύχη τους, μόνο τότε παραδίδονται στον ισχυρό, εκδικητικό άνεμο ο οποίος εισβάλλει στης μνήμης τους τα μέρη, ξεχαρβαλώνει τις πρόχειρες κατασκευές στηρίγματος των μπαζών, πετά τα μπάζα μακριά και φανερώνει τις χαρακιές. Έπειτα, οι ντροπιασμένοι  κάτοχοί τους θα θαφτούν εντός τους ενώ τα θύματά τους, κάτω από το τεράστιο λευκό ρόδο, θα ξαποσταίνουν για λίγο στον ίσκιο του πριν πάρουν τις δικές τους μαρτυρίες,  σταυρό στον ώμο, να τις κουβαλούν και να τις διηγούνται. 

Και φτου κι απ την αρχή, να πούμε; Αν δε θέλουμε να το πούμε, ας αναλογιστούμε όλες και όλοι με ποιους θα πάμε και ποιους θα αφήσουμε: με τους αυνάνες χειροκροτητές ή με το Λευκό Ρόδο που παλεύει από την εποχή του Β Παγκοσμίου Πολέμου να αυτοκαταργηθεί και να πάψει να ανθίζει κάθε χρόνο;

 ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΑΡΑΓΚΑΚΗΣ

Σχολιάστε