Ζαφειρία Μαμάτση – Τα κύματα

u03a6u03c9u03c4u03bfu03b3u03c1u03b1u03c6u03afu03b1 u03b1u03c0u03cc Sascha Thiele u03c3u03c4u03bf Pexels.com

Τώρα λοιπόν ας μιλήσουν τα κύματα…

Αυτά που κάποτε αγκάλιασαν τα χάρτινα καράβια μου μες τον αθώο παφλασμό τους, 

αυτά που κάποτε ταξίδεψαν κι εμένα σε τόπους μακρινούς και ξένους..

Σ’ ένα παλιό σκαρί επάνω σκονίζαν το πλωριό και το κουμπάσο μέτραγε στον ναυτικό τον χάρτη.

Ο χρόνος πίσω γύρισε στης γέφυρας τη βάρδια κι η νύχτα πάλι έπεφτε πλάι στη μοναξιά..

Στον ουρανό παρέμεναν κρυμμένα τα αστέρια, θυμήθηκα της μάνας μου το δάκρυ, στο αντίο. 

Με πόνο πάλι έστρεψα το βλέμμα προς την πρύμνη. 

Επάνω στο παλιό σκαρί, σε θάλασσα βαθιά,              

με των κυμάτων τη βουή έγινε και η σκάντζα κι ο πλους πορεία κράτησε μακριά από στεριά, 

επάνω στο παλιό σκαρί, σε θάλασσα βαθιά..


Μέσα στα μάτια σου

Θυμάσαι τον περίπατο που κάναμε μαζί;
Ολόγιομο φεγγάρι καθώς άγγιζε τη θάλασσα, δίνοντας ένα χάδι στα πονεμένα κύματα,
ωκεανούς μοναχικούς που είχαν αγκαλιάσει.
Ρούχο ζεστό μου έγινες στην άκρη του χειμώνα
ήταν υπέροχα τα μάτια σου, θυμάμαι! Σε κάθε βήμα!
Μέσα σ’ αυτά τα μάτια ξεκίνησαν τα πρώτα όνειρα μου,
αυτά που μοιάζουν σαν ενός παιδιού τα πρώτα βήματα, γεμάτα λαχτάρα!
Ιστορώντας αυτά που νιώθει η καρδιά, ψιθυριστά θαρρώ..
Ντυμένο βρέθηκε το σώμα με τ’ άρωμα σου
αυτό το ξημέρωμα και πώς να το ξεχάσω..
Αγάπη μου γλυκιά!
Να περπατάμε χέρι χέρι, αυτό ας είναι το πεπρωμένο μας!
Σε κάθε σου χαμόγελο να σβήνει κι ένα σύννεφο
Των αστεριών να φυλαχτεί η λάμψη μες τον χρόνο
Αβύθιστα τα όνειρα στο διάβα για να μένουν.
Ίσαμε ο δρόμος της ζωής στο τέλος του να φτάσει
Αυτό σου το χαμόγελο, τα σύννεφα να σβήνει!


Ζαφειρία Μαμάτση – Ανδρομέδα

Η ποίηση βρήκε τη Ζαφειρία Μαμάτση στη θάλασσα, στη διάρκεια μεγάλων ταξιδιών, σε ολόκληρο τον κόσμο. «Με ναυτικό φυλλάδιο δεκαοχτώ και κάτι, ένα αντίο άφησα και γύρισα την πλάτη». «Θολά τα φώτα της στεριάς μπρος τον Σταυρό του Νότου κι εγώ τρεις μήνες έκλεινα του μπάρκου μου του πρώτου». «Της λαμαρίνας η βοή πάλι με μπότζι τρίζει κι ένα ανεμολόγιο τη ρότα μου ορίζει». Γαλήνεψε η θάλασσα στου ταξιδιού την πλώρη κι η Ανδρομέδα έγειρε σ’ ένα παλιό βαπόρι». «Μες της κλεψύδρας τον βυθό η άνοιξη κοιμάται, το ρούχο που τη ζέσταινε σαν όνειρο θυμάται…».

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στα Χανιά, μια πόλη που ακουμπά και παίρνει πνοή από την αύρα του απέραντου γαλάζιου. Η αγάπη για τη θάλασσα υπήρχε πάντα, ο έρωτας ήρθε μετά. Μου άπλωσε το χέρι και ταξίδεψα για χρόνια στο πλάι του. Η πλώρη κράταγε πορεία στη γραμμή του ορίζοντα και η πρύμη θυμόταν ένα πέτρινο παγκάκι σε μια ακρογιαλιά. Εκεί που σαν παιδί έκανα την ίδια ευχή καθώς έβλεπα καράβι να περνά στ’ ανοιχτά. Και η ευχή εκπληρώθηκε. Η επιθυμία για το γράψιμο ήρθε στη μοναξιά της θάλασσας, αφήνοντας το στίγμα της πάνω σε αυτό το βιβλίο.

Σχολιάστε