Η Μαρία Καλουδάκη για τις «Σταλαγματιές» της Κωνσταντίνας Χαριτάκη

Η φιλόλογος Μαρία Καλουδάκη μίλησε στη παρουσίαση του βιβλίου που έγινε στις 2 Απριλίου 2025, στις Εκδόσεις Ραδάμανθυς, στα Χανιά.

Αγαπητοί φίλοι και φίλες,

Σήμερα έχω την τιμή και τη χαρά να σας μιλήσω για ένα βιβλίο που δεν είναι απλώς μια συλλογή κειμένων και ποιημάτων. Είναι ένα ταξίδι. Ένα ταξίδι στις πιο βαθιές και αληθινές πτυχές της ανθρώπινης ψυχής, μέσα από τις Σταλαγματιές της συγγραφέως, μιας γυναίκας που έχω την τύχη να γνωρίζω πολλά χρόνια και που η ζωή της, όπως και το έργο της, είναι γεμάτη από ουσία, συναίσθημα και αλήθεια. Το βιβλίο Σταλαγματιές είναι μια συλλογή από μικρά κείμενα και ποιήματα, που όλα έχουν ως κοινό στοιχείο το υγρό στοιχείο. Είτε είναι νερό, είτε θάλασσα, είτε αίμα, κάθε σταγόνα κουβαλά μια ιστορία, ένα συναίσθημα, έναν ψίθυρο από το παρελθόν ή ένα κάλεσμα προς το μέλλον. Μέσα από τις σελίδες του, η συγγραφέας μας καλεί να σταθούμε για λίγο, να αφουγκραστούμε τη ροή της ζωής, να νιώσουμε το κύμα των συναισθημάτων που μας παρασύρει. Αλλά προτού μιλήσω περισσότερο για το ίδιο το βιβλίο, θέλω να μιλήσω για εκείνη. Γιατί το έργο της δεν είναι απλώς λόγια στο χαρτί—είναι αποτύπωμα της ψυχής της.

Τη γνωρίζω χρόνια. Και ξέρω πόσο ευαίσθητη είναι. Μια ευαισθησία που δεν είναι αδυναμία, αλλά δύναμη. Η ζωή δεν της χάρισε εύκολους δρόμους. Αντίθετα, την έβαλε να περάσει μέσα από καταιγίδες, να σταθεί μπροστά σε κύματα που άλλους θα τους είχαν λυγίσει. Εκείνη, όμως, κάθε φορά έβρισκε τρόπο να σταθεί ξανά όρθια. Να μετατρέψει τις πληγές σε λέξεις, τον πόνο σε δημιουργία, τη θλίψη σε τέχνη. Και αυτή η δύναμη φαίνεται σε κάθε σελίδα αυτού του βιβλίου. Οι Σταλαγματιές δεν είναι απλώς μικρά κείμενα. Είναι στιγμές ζωής. Είναι εξομολογήσεις που άλλες φορές ψιθυρίζουν και άλλες φωνάζουν. Είναι εικόνες γεμάτες συναίσθημα—ένα δάκρυ που κυλά, μια σταγόνα βροχής στο παράθυρο, μια θάλασσα που άλλοτε είναι ήρεμη και άλλοτε ανταριασμένη. Είναι λέξεις που έχουν γεννηθεί από τις πιο εσωτερικές της σκέψεις, που δεν φοβούνται να αποκαλύψουν την αλήθεια.

Διαβάζοντας το βιβλίο, αισθάνεσαι ότι περπατάς σε μια ακρογιαλιά με γυμνά πόδια, αφήνοντας τα κύματα να σε αγγίζουν. Ότι στέκεσαι κάτω από τη βροχή χωρίς ομπρέλα, αφήνοντας κάθε σταγόνα να σε διαπεράσει. Ότι κοιτάς ένα ποτάμι να κυλά, και μέσα του βλέπεις τη δική σου ζωή να ρέει, με τις χαρές, τις λύπες, τις απώλειες, τις ελπίδες. Είναι συγκινητικό το πώς καταφέρνει να δώσει μορφή σε συναισθήματα που όλοι έχουμε νιώσει αλλά ίσως δεν έχουμε βρει τις λέξεις να εκφράσουμε. Μέσα από τη λιτή, αλλά γεμάτη δύναμη γραφή της, η συγγραφέας καταφέρνει να κάνει το προσωπικό, πανανθρώπινο. Να μας θυμίσει ότι όλοι έχουμε στιγμές που αισθανόμαστε σαν μια σταγόνα στη θάλασσα—μικροί, χαμένοι, ασήμαντοι—αλλά και στιγμές που νιώθουμε την απέραντη δύναμη του ωκεανού μέσα μας.

Το νερό στο βιβλίο της δεν είναι απλώς ένα φυσικό στοιχείο. Είναι σύμβολο της ζωής, της μνήμης, της ροής του χρόνου. Είναι δάκρυ, αλλά και βροχή που ποτίζει το έδαφος για να φυτρώσει κάτι καινούριο. Είναι θάλασσα που άλλοτε ηρεμεί και άλλοτε απειλεί να μας καταπιεί. Είναι αίμα, η ίδια η ουσία της ύπαρξής μας, που κυλά στις φλέβες μας και μας ενώνει με ό,τι αγαπάμε. Και αν σταθούμε σε αυτά τα τρία στοιχεία, θα δούμε πως πίσω τους κρύβεται μια ιστορία που είναι παλιά όσο και η ανθρωπότητα: η ιστορία της γυναίκας που υποφέρει, της γυναίκας που παλεύει, της γυναίκας που σωπαίνει.

Η γυναίκα και η σιωπή της

Από τα βάθη της Ιστορίας, η γυναίκα υπήρξε σύμβολο ζωής, γέννησης, δημιουργίας, αλλά και θύμα καταπίεσης, βίας, στέρησης της ελευθερίας της. Στους αιώνες που πέρασαν, οι γυναίκες έμαθαν να σιωπούν. Τις έμαθαν να σιωπούν.

Η σιωπή της γυναίκας έχει πάρει πολλές μορφές:

  • Η σιωπή της καταπίεσης: Από τις αρχαίες κοινωνίες μέχρι και σήμερα, οι γυναίκες θεωρούνταν συχνά ιδιοκτησία. Δεν είχαν φωνή στις αποφάσεις, δεν είχαν λόγο στις ζωές τους. Ήταν κόρες, σύζυγοι, μητέρες, αλλά ποτέ απόλυτα ο εαυτός τους.
  • Η σιωπή του φόβου: Πόσες γυναίκες ζουν ακόμα και σήμερα φοβισμένες μέσα στα ίδια τους τα σπίτια; Η έμφυλη βία είναι μια πραγματικότητα που παραμένει αθέατη πίσω από κλειστές πόρτες. Είναι η βία που δεν καταγγέλλεται, γιατί ο φόβος είναι μεγαλύτερος από την ελπίδα.
  • Η σιωπή της κοινωνίας: Η κοινωνία πάντα ήξερε, αλλά δεν μιλούσε. «Δεν είναι δική μας δουλειά», «Έτσι είναι τα πράγματα», «Τι θα πει ο κόσμος;»—εκφράσεις που έγιναν δεσμά. Πόσες γυναίκες δεν έμειναν εγκλωβισμένες σε σχέσεις που τις έπνιγαν, γιατί δεν είχαν πού να στραφούν;
  • Η σιωπή της θυσίας: Πόσες γυναίκες δεν έβαλαν τα όνειρά τους στην άκρη για χάρη της οικογένειας, των παιδιών, των άλλων; Η κοινωνία έμαθε στις γυναίκες να υποχωρούν, να αντέχουν, να βάζουν τις ανάγκες των άλλων πάνω από τις δικές τους.

Αλλά η σιωπή δεν σημαίνει πάντα αποδοχή. Μερικές φορές, είναι η μόνη άμυνα που έχει απομείνει. Μερικές φορές, είναι η κραυγή που κανείς δεν ακούει. Και εδώ έρχεται το Σταλαγματιές. Γιατί είναι ένα βιβλίο που δίνει φωνή σε αυτή τη σιωπή.

Η γυναίκα που υποφέρει

Μας μιλάει για τις γυναίκες που έχουν κουραστεί, που έχουν ματώσει, που έχουν αγαπήσει και έχουν προδοθεί. Για τις γυναίκες που έχουν νιώσει στο πετσί τους τη βία — σωματική, λεκτική, ψυχολογική. Που έμαθαν να σωπαίνουν, να κρύβουν, να προσποιούνται ότι όλα είναι εντάξει, ενώ μέσα τους βυθίζονται. Πόσα βάρη δεν σηκώνει μια γυναίκα στην καθημερινότητά της; Πόσες πληγές δεν καλύπτονται μέσα σε ψεύτικα χαμόγελα; Πόσες κραυγές δεν έχουν πνιγεί σε μαξιλάρια τις νύχτες;

«Κάτω από το χαλί»

Ένα από τα πιο δυνατά αποσπάσματα του βιβλίου, το ποίημα «Κάτω από το χαλί», συμπυκνώνει με μοναδική ευαισθησία αυτή την αόρατη θλίψη:

«Πήγα σε ένα σπίτι που ήταν στρωμένο με μεγάλα χαλιά, είχε πολλά να κρύψει μάλλον.»

Πόσα μυστικά, πόσοι καημοί, πόσα τραύματα δεν κρύβονται «κάτω από το χαλί»; Πίσω από τις κλειστές πόρτες, μέσα στα σπίτια που φαίνονται ήσυχα. Κι όμως, εκεί μέσα οι ψυχές ματώνουν. Ο φόβος, η ντροπή, η καταπίεση, η σιωπή — όλα αυτά απλώνονται σαν χαλιά, καλύπτοντας όσα δεν πρέπει να φανούν. Και η γυναίκα, εγκλωβισμένη, σιωπά. Γιατί έτσι την έμαθαν. Να μη μιλά. Να αντέχει. Να «κρύβει» για το καλό όλων. Αλλά η βία δεν είναι μόνο οι ορατές πληγές. Είναι και η ψυχική διάβρωση. Είναι το φθαρμένο βλέμμα, η απογοήτευση, η εξάντληση. Είναι εκείνη η σιωπηλή καταστροφή που δεν αφήνει σημάδια στο σώμα αλλά χαράζει ανεξίτηλα την ψυχή.

Όπως γράφει στο ποίημα «Σκουριά»:

«Άνθρωποι σαν λουκέτα σκουριασμένα, κρατάνε θύμισες τάχαμου κλειδωμένες, μα ο χρόνος άπονος, ξεθωριάζει τις ζωές και η αλμύρα δεν αφήνει πια καμιά νοστιμιά, μα σιγοτρώει τα ξύλινα σώματα και τις μαντεμένιες ψυχές.»

Η σκουριά εδώ συμβολίζει την εσωτερική φθορά, την κόπωση από το βάρος της ζωής, τις αναμνήσεις που πληγώνουν αντί να λυτρώνουν,την  ψυχική φθορά, αυτή που έρχεται σιγά-σιγά, που σε τρώει όπως η σκουριά τρώει το μέταλλο.  Η γυναίκα κρατά μνήμες, στιγμές, πρόσωπα, πληγές που δεν λένε να κλείσουν ακόμα κι όταν όλοι γύρω της κάνουν πως δεν τις βλέπουν.Και σιγά-σιγά η σκουριά τρώει την αυθεντικότητά της, το πάθος της, την αγνότητά της. Και το χειρότερο; Συχνά αυτή η φθορά περνά απαρατήρητη. Γιατί «δεν φαίνεται».

Η προδοσία και η απώλεια

Και πώς να μη μιλήσει κανείς για την προδοσία… Εκείνη την προδοσία που πληγώνει πιο βαθιά από κάθε χτύπημα. Την προδοσία που έρχεται από εκεί που έχεις ακουμπήσει την καρδιά σου.

«Κρέμασε ένα φιλί στην άκρη των χειλιών σου, μα το δικό σου με λησμόνησε για 30 αργύρια.»

Πόσα φιλιά ψεύτικα, πόσες υποσχέσεις αδειανές, πόση εγκατάλειψη… Και το τραύμα δεν είναι μόνο η απουσία. Είναι η προδοσία της εμπιστοσύνης, το «σε πούλησα», το «δεν άξιζες». Και όμως, η γυναίκα μαζεύει τα κομμάτια της. Τα μαζεύει και συνεχίζει. Και όμως, πονάει το ίδιο.

Η δύναμη και η ελπίδα

Αλλά όπως λέγαμε και νωρίτερα, το βιβλίο δεν είναι μονάχα σκοτεινό. Μέσα από τον πόνο, αναδύεται φως. Αναδύεται η δύναμη. Και τότε εμφανίζεται ο «Φάρος».

«Κι αν δεν μπορείς να γίνεις λιμάνι, ας γίνεις φάρος.

Και έτσι κάτι από θάλασσα θα δίνεις. Βρες ένα φάρο για να φωτίζει τις θάλασσές σου.»

Αυτό το απόσπασμα είναι βαθιά λυτρωτικό. Είναι μια πρόσκληση για εσωτερική ανάταση. Δεν μπορούμε πάντα να βρούμε καταφύγιο, αλλά μπορούμε να γίνουμε φως. Να στηρίξουμε τον εαυτό μας. Να στηρίξουμε άλλες γυναίκες. Να φωτίσουμε τις θάλασσες μας, όσο ταραγμένες κι αν είναι. Και αν δεν μπορούμε να βρούμε το λιμάνι μας, ας γίνουμε εμείς οι ίδιοι το φως για κάποιον άλλον.

Αυτό είναι το μήνυμα του βιβλίου. Ότι η ζωή συνεχίζεται. Ότι ο χρόνος μπορεί να αφήνει πληγές, αλλά μπορεί να φέρει και επούλωση.

‘’Το κουμπί του χρόνου’’

Και τέλος, φτάνουμε στο «Κουμπί του χρόνου», ένα ποίημα που μιλά για τις πληγές του παρελθόντος, τον χρόνο που κυλά, τις ρωγμές της ζωής που δεν μπορούν να ραφτούν, μα ίσως να φωτιστούν.

«Θα ήθελα να ράψω εκείνο το σκίσιμο του χρόνου, τη ρωγμή, το τραύμα.

 Μα ο χρόνος είναι κύκλος, τροχός. Κυλάει, τρέχει και δεν τον προλαβαίνω. Αναρωτιέμαι αν κουράζεται κι αυτός…

Και από τις τρύπες των κουμπιών προβάλλει το φως για να μου πει: συνέχισε, λίγο ακόμα…»

Είναι τόσο τρυφερή αυτή η εικόνα… Οι πληγές δεν κλείνουν πάντα. Αλλά μέσα από αυτές, ίσως μπει λίγο φως. Και αυτό το λίγο αρκεί για να προχωρήσεις.

Κλείνοντας…

θέλω να πω κάτι που νιώθω πολύ έντονα. Αυτό το βιβλίο δεν είναι μόνο για να διαβαστεί. Είναι για να βιωθεί. Είναι από αυτά τα έργα που δεν τα αφήνεις στο ράφι μόλις τα τελειώσεις, αλλά τα κουβαλάς μέσα σου. Είναι από αυτά τα κείμενα που διαβάζεις ξανά και ξανά, κάθε φορά βρίσκοντας κάτι νέο, κάτι που σε αγγίζει διαφορετικά ανάλογα με τη φάση της ζωής σου.

Οι Σταλαγματιές είναι ένα βιβλίο που θα γίνει φίλος, συνοδοιπόρος, καθρέφτης των σκέψεων και των συναισθημάτων μας. Είναι ένα βιβλίο που μας θυμίζει ότι, όσο δύσκολες κι αν είναι οι στιγμές που περνάμε, πάντα θα υπάρχει μια σταγόνα ελπίδας, μια σταγόνα αγάπης, μια σταγόνα δύναμης μέσα μας. Διαβάστε το βιβλίο όχι μόνο με τον νου, αλλά με όλες σας τις αισθήσεις. Να ακούσετε τους ήχους του νερού, να δείτε τις εικόνες που πλάθουν οι λέξεις, να νιώσετε τα συναισθήματα που αναβλύζουν μέσα από τις σελίδες. Και ίσως, μέσα από αυτή την εμπειρία, να δείτε και τον εαυτό σας πιο καθαρά. Ίσως, να θυμηθείτε τη δική σας εσωτερική φωνή — εκείνη που κάποτε σιώπησε, αλλά τώρα ζητά να ακουστεί. Γιατί, στο τέλος, αυτή είναι η δύναμη της λογοτεχνίας: να κάνει το ατομικό, συλλογικό· το σιωπηλό, δυνατό· και το τραύμα, ποίηση.

Τέλος, δεν μπορώ να μην αναφερθώ στο εξώφυλλο αυτού του βιβλίου, ένα έργο τέχνης που ζωγράφισε η κόρη της συγγραφέα. Και αυτό έχει τη δική του σημασία. Γιατί όταν μια γυναίκα δημιουργεί, δεν δημιουργεί μόνο για τον εαυτό της. Δημιουργεί για τις κόρες της, για τις γυναίκες που θα έρθουν μετά από εκείνη. Κάθε έργο, κάθε λέξη, κάθε σταγόνα μελάνης είναι μια παρακαταθήκη, ένας σπόρος ελπίδας.

Συγχαρητήρια στην αγαπημένη μου φίλη για αυτό το βαθιά συγκινητικό και αληθινό έργο. Είναι η φωνή όλων όσων δεν μπόρεσαν να μιλήσουν. Είναι ένα βιβλίο που μας λέει ότι, ακόμα και όταν όλα μοιάζουν χαμένα, υπάρχει πάντα ελπίδα.

Γιατί, όπως λέει και η ίδια: συνέχισε λίγο ακόμα.

Και σας προτρέπω όλους να το διαβάσετε—όχι μόνο με τα μάτια, αλλά με την καρδιά σας. Και μέσα από αυτό, ίσως βρούμε όλοι τις δικές μας σταλαγματιές ελπίδας.

Σας ευχαριστώ.

 

 

Σχολιάστε