Μικρό απόσπασμα από το βιβλίο του Ειρηναίου Γαλανάκη «Γυναίκες της Κρήτης»
…Πολλά χωριά, τόποι, πλαγιές και λαγκαδιές της Κρήτης έχουνε τ’ όνομα της Παναγίας, όλα σημαδεμένα από Μοναστήρια κι Εκκλησίες κι από θαύματα και συναπαντήματα της.
Η Κυρά Γωνιά, η Παναγία η Θυμιανή, η Κυρά Καλυβιανή και τόσα άλλα Ιερά ονόματα, που ημερώνουνε βουνά και κάμπους με το γλυκύτατο όνομα της Μεγάλης Μάνας. Πανάρχαια μισοκαυμένα κονίσματα κι αριστουργήματα Βυζαντινής τοιχογραφίας, σε γκρεμισμένες Εκκλησιές παρασταίνουν τη Μεγαλόχαρη στις μεγάλες στιγμές της ζωής της: Γέννηση, Εισόδια, Ευαγγελισμός, Κοίμηση, Πλατυτέρα, Υπέρμαχος, Δεομένη και μαρτυρούνε τη βαθιά πίστη στην Πανσέβαστη Μητέρα του Θεού.
Και τ’ όνομα της Μαρίας είναι πολυσύχναστο στα ονόματα των Γυναικών της Κρήτης: η Δέσποινα, η Βαγγελιώ, η Παναγιωτίτσα και προπάντων οι Μαρίες γεμίζουν το βαπτιστικό συναξάρι των Γυναικών του Νησιού μας και δείχνουνε πόσο βαθιά μέσα στην ψυχή του Λαού μας στάθηκε η τιμή και η αγάπη της Παναγίας και πόσο το τετιμημένο όνομά Της ελάμπρυνε φτωχές ανθρώπινες υπάρξεις.
Όμως και πέρα από τη στενή λατρευτική χρήση, τ’ όνομα της Μαρίας μπήκε πλατύτερα στη ζωή και στην καρδιά του Χριστιανικού λαού μας κι έγινε όρκος κι επίκληση στη χαρά και στον πόνο του:
«Μαρία λεν την Παναγιά, Μαρία λεν και σένα, κι αν αρνηθώ τση Παναγιάς θα σ’ αρνηθώ και σένα»… τραγουδούσαν στις μαντινάδες των, οι λεβέντες του Νησιού κι έδιναν σιγουριά και ιερότητα, στο μεγάλο αίσθημα της αληθινής αγάπης. Και πάλι σ’ όλες τις στιγμές, που το κακό, απότομο κι αναπάντεχο έρχεται να χτυπήσει την πόρτα και την καρδιά των ανθρώπων, όλοι πρώτα φωνάζομε Παναγία μου και την καλούμε βοηθό και στήριγμά μας.
Η σεμνή Κεχαριτωμένη κόρη της Ναζαρέτ έδωσε το παράδειγμα και το ιδανικό υπόδειγμα στις κοπέλες αναρίθμητων γενεών και παιδαγώγησε έτσι σε δύσκολους και βάρβαρους καιρούς τα ήθη της Γυναίκας. Και πάλι η τεθλιμμένη Μάνα του Σταυρού, (MATER DOLOROSA) στάθηκε παρηγοριά κι ελπίδα για τις χαροκαμένες Μάνες του Νησιού, κάθε φορά που η πανούκλα, ο πόλεμος και οι ξεσηκωμοί ρημάζανε τον τόπο.
Γεμάτη είναι ακόμη η Κρήτη από Εκκλησίες, Πανηγύρια και Προσκυνήματα της Παναγίας. Στα προσκυνήματα αυτά η Κρήτη πρόσφερε λάδι, κερί, ασήμι και χρυσάφι. Και στα προσκυνήματα αυτά η Δέσποινα του Κόσμου στάθηκε κι άκουσε την καρδιά και τους καημούς της Κρήτης. Χρυσές αλυσίδες, δακτυλίδια, σκουλαρίκια, ασημωτές καρδιές κι άλλα πολύτιμα αφιερώματα κρέμονται στα παλαιικά εικονίσματα της Παναγίας, ταμένα κι αφιερωμένα από τον πόνο και την ευγνωμοσύνη της Κρήτης σε ‘κείνη, που είναι η ακαταίσχυντη Ελπίδα και προστασία των Χριστιανών. Και μαζί μ’ αυτά τα ορατά σημάδια της Πίστης και της προσδοκίας, καημοί, πόθοι και πόνοι, δάκρυα και γονατίσματα, κλάματα και μοιρολόγια, ευχές, όνειρα, λαχτάρες και νοσταλγίες από ευτυχισμένους και δυστυχισμένους από καθαρούς και ακάθαρτους μπροστά στο εικόνισμα της Μεγαλόχαρης. Η ευαίσθητη και πολυπληγωμένη καρδιά της Κρήτης στα πόδια της Μεγάλης Μάνας.
Κι η Δέσποινα του κόσμου τα δέχεται όλα, τ’ ακούει όλα και δίνει αυτό που χρειάζεται ο άνθρωπος. Το κουράγιο, την ελπίδα, τη γαλήνη και τη συγγνώμη. Χιλιάδες χρόνια, χιλιάδες πρόσωπα, αμέτρητες υπάρξεις πρόσφεραν την ευλάβεια των στη Μαρία και πήραν φως και γλυκασμό στη μοίρα των.
Ποιός μπορεί να μετρήσει την άμμο και τ’ άστρα;
Ποιός μπορεί να λογαριάσει τους πόνους και τις λαχτάρες των ανθρώπων;
Ποιός μπορεί να μαζέψει, ας πούμε έτσι σ’ ένα Ιατρικό Δελτίο, τα τραύματα και τα ιάματα, και να λογαριάσει εκείνη την αστάθμητη υπερκόσμια παρηγοριά, που έδωσε και δίνει η Μεγαλόχαρη σ’ όλο τον κόσμο μα και δω στην Κρήτη μας;
«Αι γενεαί πάσαι μακαρίζομεν Σε, την μόνην Θεοτόκον…»
Δέσποινα τού Κόσμου: Οι γενεές των αιώνων Σε ύμνησαν και θα Σε υμνούνε στον αιώνα.
Απόστολοι εκ Περάτων, Ταξιαρχίες Αγγέλων, Σύνοδοι Πατέρων Αγίων, θεολόγοι και Μύστες, Παρθένες και Ερημίτες θα σε προσφωνούνε Κεχαριτωμένη, θα σε ονομάζουνε Θεοτόκον, θα σου ψάλλουνε Χαιρετισμούς και Ακαθίστους και θα σου αφιερώνουνε τη ζωή και την Παρθενία των.
Και μείς από δω από την Κρήτη, δεν θα πάψωμε ποτέ να τιμούμε τ’ άνομα και τη χάρη Σου και δε θα κουραστούμε να σου κτίζωμε Εκκλησίες και Μοναστήρια. Από τις Χρυσοσκαλίτισσες και τις Οδηγήτριες μας, από τις Βαγγελίστρες και τις Παρθένες των Βουνών και των χωριών της Κρήτης, θα Σου στέλνωμε, ω Δέσποινα του Κόσμου, το τάσιμο και την ευγνωμοσύνη μας, τη μυστική ικεσία και το γοερό πόνο μας.
Θα βαπτίζομε τα παιδιά μας στ’ όνομά Σου, θα δείχνωμε τη σεμνή μορφή Σου στις κόρες και τις αδελφές μας, θα Σ’ έχωμε Υπέρμαχο Στρατηγό σ’ όλες τις μάχες κατά βαρβάρων και στερνά στο ξυλοκρέβατο και στη Μεγάλη κρίση, Συ θα ‘σαι η Μεσίτρα κι η καταφυγή μας.
Και δε φοβάσαι από το χαλασμό του χρόνου και της εποχής ω Δέσποινα Μαρία. Η νεοειδωλολατρεία των καιρών μας θα πληθαίνει ίσως για αρκετά ακόμη χρόνια τη σύγχυση και θα λερώνει τον άνθρωπο. Η Γυναίκα προπάντων, που στάθηκες γι’ αυτήν το μεγάλο καύχημα και το υπέροχο πρότυπο, θα ταλαιπωρηθεί περισσότερο από τούτη τη σύγχυση. Θα ξεκλίνει από την αληθινή μοίρα της, και θα γενεί πάλι το μεγάλο θύμα (όπως τότε με την Εύα) σε μια από τις τραγικότερες στιγμές της ανθρώπινης Ιστορίας.
Όμως Εσύ θα ακτινοβολείς, Παρθένα και Βασίλισσα των Αγγέλων μέσα στην αιώνια δόξα τού Θεού και μέσα στην καθαρή ευγνωμοσύνη της ανθρώπινης ψυχής. Θ’ ακτινοβολείς και θα περιμένεις. Και μακάριοι όσοι θα περιμένουνε μαζί σου…