Αποσπάσματα από την Απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής της ΕΛΔ τον Μάρτιο του 1945 (γ΄μέρος-τελευταίο)
Το τελευταίο αυτό μέρος του εκτεταμένου αποσπάσματος από την Απόφαση της ΚΕ της ΕΛΔ τον Μάρτη του 1945 προσφέρει μια δυνατότητα προσέγγισης των γεγονότων σε πραγματικό χρόνο. Αποτελεί μια άλλη οπτική γεγονότων γνωστών σε γενικές γραμμές, που όμως έχουν παραποιηθεί και αλλοιωθεί μακριά από την κοίτη και τη ροή τους. Πρώτα απ’ όλα φαίενται ότι έχει επιτευχθεί σε μαγάλο βαθμό η θέληση της αντίδρασης:
‘Βρισκόμαστε σήμερα σ’ ένα σημείο πολιτικής οξύτητας πού σπάνια γνώρισε η χώρα. Υπάρχουν άνθρωποι πού πενθούν, άνθρωποι πού αγωνιούν καί ζητούν ήρεμία καί τάξη. Αυτοί πρώτοι πρέπει νά καταλάβουν τό νόημα του αγώνα. Αυτοί πρώτοι πρέπει νά καταλάβουν πώς ένας ΜΟΝΟΣ τρόπος υπάρχει γιά νά μήν ξαναπεράσει η χώρα μας τή δεκεμβριανή περιπέτεια. Η πραγματική αποκατάσταση των λαϊκών ελευθεριών. Τό πένθος καί η αγωνία είναι σήμερα όπλο στά χέρια τού φασισμού γιά νά οδηγήσει τή χώρα σέ καινούργιες ταραχές. Στό όνομα τής τάξης θέλει νά κάνει ενδημική αρρώστεια τον εμφύλιο πόλεμο. Η Εθνοφυλακή οργανώνεται μονόπλευρα. Στη χώρα απλώθηκε ανήκουστη τρομοκρατία. Αν ο φασισμός κυριαρχήσει με τη βία ή με τον τρόμο, πως θά αμυνθεί ο Λαός; Αν η ένοπλη λαϊκή εξέγερση ήταν χτες λάθος- πώς θα κάνουμε νά μην είναι αύριο ό εμφύλιος πόλεμος μοίρα τον τόπου; Σ’ έναν τόπο πού κάθε μέρα καί περισσότερο βυθίζεται στή βία, ποιά διέξοδος άπ’ τή βία θά δοθεί;»
«Μές τήν αντιφασιστική Ευρώπη, που κυριαρχείται άπ’ τις λαϊκές δυνάμεις τής Αντίστασης είμαστε τό μόνο ίσως Κράτος όπου οί λαϊκές αυτές δυνάμεις, όχι μόνο δέν κυβερνούν, μά διώκονται…»
Διαφαινεται στην απόφαση η κομματική διαπάλη που υπήρχε κάτω από την επιφάνεια της λαϊκής ενότητας. Προστριβές για προσπάθειες καπελώματος της αυτοδιοίκησης, διχογνωμίες για την πορείς της συμμαχίαα, αλλά και προτάσεις συνύπαρξης με όλους τους συμμάχους σε μία νέα ισσοροπία, προτάσεις που υιοθέτησε αργότερα, για ένα διάστημα, και η ηγεσία του Κ.Κ. Παράλληλα γίνονται ορισμένες σκέψεις για το ρόλο των συμμαχιών ανάμεσα σε κόμματα της αριστεράς, που κάποιοι μπόρεί να βρουν αναλογίες σε συμπεριφορές που σημάδεψαν και συνεχίζουν να σημαδεύουν αρνητικά το χώρο:
«Η δεξιά μάς ζητούσε νά πολεμήσουμε τό ΕΑΜ, όπου ανήκαμε. Μάς ζητούσαν τή «γενναιότητα» νά διασπάσουμε τό ΕΑΜ. Είχαμε τήν τιμιότητα να μή χτυπήσουμε πισώπλατα εκείνους πού μαζί τους αγωνιστήκαμε εναντίον των κατακτητών. Γιά νά μιλήσουμε τήν πολεμική γλώσσα : Υπήρξαμε ειρηνόφιλοι, η δεξιά ζητούσε ν’ αυτομολήσουμε στό στρατόπεδό της…»
«Η τάση πού παρατηρήθηκε γιά τήν κομματική ανάμιξη στήν αυτοδιοίκηση, πού ζήμιωσε τό θεσμό. Η απότομη ανάπτυξη του κινήματος έκανε νά μπουν αναφομοίωτα ή αρριβιστικά στοιχεία μές τά κόμματα τής πρωτοπορίας, πού βρέθηκαν ν’ ασκούν «εξουσία» καί θέλησαν νά τήν άσκήσουν κατά τό κέφι τους. Καί δυστυχώς σέ τέτια στοιχεία δόθηκε εμπιστοσύνη καί πρωτοβουλία…»
«Στην Ελλάδα δέν υπήρχαν παλιά, πλατειά σοσιαλιστικά πλαίσια μέ τήν οργανωτική πείρα καί τήν αγωνιστική παράδοση του Κ.Κ.Ε. Η αριστεροποίηση των μαζών τις έσπρωχνε πρός τό ΕΑ.Μ, αλλά μές σ’ αυτό η απορροφητική δύναμη των νέων σοσιαλιστικών πλαισίων πού δημιουργούσαμε ήταν πολύ πιό μικρή από του Κ.Κ.Ε. Έτσι παρουσιάστηκε τούτο τό φαινόμενο• η πλειοψηφία τής μάζας τού ΕΑΜ νά μην άνήκει στό Κ.Κ.Ε, μά νά μήν ανήκει καί σέ κανένα άλλο κόμμα. Καί ό οργανωτικός μηχανισμός νά είναι κυρίως στά χέρια τών στελεχών τού Κ.Κ.Ε…»
«Σέ μιά κρίσιμη στιγμή τό Κ.Κ,Ε. παίρνει πρωτοβουλία καί προχωρεί πάνω στή γραμμή πού χαράζει αδίσταχτα, γιατί πιστεύει στήν παντοτεινή ορθότητα τής δικής του γραμμής. Οί άλλοι, μπροστά στήν Αντίδραση, δέ θέλουν νά διασπάσουν τό ενιαίο μέτωπο, τήν ενιαία όργάνωση…»
«Τις προκηρύξεις της Κ.Ε. του ΕΛΑΣ καί τις ενέργειές του, τήν ομηρία, τήν πρώτη απόρριψη των όρων του Σκόμπυ, καί τις προτάσεις τής Αντιπροσωπείας του ΕΛΑΣ στήν Πολιτική Σύσκεψη, ο εαμικός κόσμος τά πληροφορείται μά δέν τάχει αποφασίσει. Ο ρόλος του γίνεται συμβουλευτικός. Κι’ ένα κύμα δυσπιστίας ξεσπάει πάλι, όπως ύστερ’ άπ’ τό Λίβανο, εναντίον των Συμμάχων του Κ. Κ. Ε. μές στό ΕΑΜ. Ελδίτες ή σοσιαλιστές, κ’ εδώ καί στήν επαρχία, γενικώτατα έχουν τό αίσθημα πώς γίνηκαν πολίτες δεύτερης τάξης. Η ψυχρή εντυπωση κυριαρχεί πώς οι «σύμμαχοι» είναι περιττό, μάταιο ή βλαβερό βάρος του αγώνα. Τό συναγωνιστικό πνεύμα—βάση του απελευθερωτικού αγώνα καί αναγκαία βάση τής συνεργασίας τών αριστερών—κλονίζεται. Καί ό γενικός κακός πολιτικός χειρισμός καί ό ενδοεαμικός χειρισμός κάνουν ώστε—τήν ώρα πού η αντιφασιστική πάλη θ’ αναζητούσε μεγαλύτερο σφιχτοδέσιμο—η συνεργασία χαλαρώνεται, γιατί δημιουργήθηκαν ψυχολογικές καί πολιτικές δυσχέρειες γιά τή συνεργασία…»
«παρατηρήθηκε μιά ροπή αποκλειστικότητας μές τό μηχανισμό τού ΕΑΜ καί μισαλλοδοξίας καί υποτίμησης τών συμμαχικών δυνάμεων κι αυτό γέμισε πικρίες μιά συνεργασία πού υπήρξε στό σύνολο τόσο στέρεη καί συντροφική. Είναι βέβαιο πώς η αντισυμμαχική συμπεριφορά δειχνόταν από μεσαία καί κατώτερα στελέχη, μά γενική ήταν η εντύπωση πώς μιά εντονότερη καθοδήγηση θά είχε περιορίσει τό κακό. Ιδίως σέ στιγμές οξύτητας η καχυποψία απέναντι των μή κομμουνιστών εαμιτών πήρε δυσάρεστες διαστάσεις. Από άλλη άποψη δεν είναι ό πρώτος, ό πιό σημαντικός ρόλος του Κ.Κ.Ε. πού προκάλεσε ποτέ άντίθεση, μά τό γεγονός ότι, σέ ορισμένα καίρια καί μερικά άλλα ζητήματα, τόν άσκησε πρός εσφαλμένη κατεύθυνση, παρ’ όλες τις σωστές αντιρρήσεις. Αυτά τά γεγονότα (τάση αποκλειστικότητας-κακοί πολιτικοί χειρισμοί) έκαναν ώστε, ευθύς μετά τήν απελευθέρωση νά κυριαρχείται τό Κόμμα απ’ τή θέληση νά δοθεί νέα μορφή στίς σχέσεις μέ τό Κ.Κ.Ε…»
Ακολουθεί ολόκληρο το τελευταίο μέρος:
Μά σέ κείνους πού, όντας έξω άπ’ τό κόμμα μας, δηλώνουν τώρα πώς τούς «απογοητέψαμε», πρέπει νά πούμε : Πρώτον εμείς τόσο μπορέσαμε, γιατί τόση δύναμη είχαμε, τόση πού μας δώσατε. Καί νά τούς πείσουμε πώς πρέπει νά ενισχύσουν τό κόμμα μας νά τό κάνουν τό κόμμα τής μεγαλύτερης μερίδας του Ελληνικού Λαού—που ζητάει και τή Λαϊκή Δημοκρατία καί τήν όμαλότητα—γιά νά μπορεί νά έχει πραγματική ρυθμιστική δύναμη στήν πολιτική ζωή του τόπου.
Δεύτερον κανένας δέ μπορεί νά πει πώς δέν ήξερε πάνω σέ ποιες βάσεις θά στηριζότανε η ταχτική μας. Στό άρθρο του Γενικού Γραμματέα του Κόμματος στή «Μάχη» τής 23-11-44, όπου διαλαλείται η θέλησή μας γιά ομαλότητα, καθορίζεται εξίσου καθαρά καί η ιδεολογική θέση μας. «Η σοσιαλιστική γραμμή της τήν τοποθετεί (τήν ΕΛΔ) μέ σαφήνεια σέ ορισμένη μεριά του οδοφράγματος στην Αριστερά». Καί τούτο είναι μιά πρώτη απάντηση καί σέ μιά άλλη κατηγορία πού εξετάζεται αμέσως παρακάτω.
Τρίτον μάς κατηγορούν πώς, ενω είμαστε αντίθετοι πρός τή λύση τής ένοπλης έξέγερσης, δέν «αποκηρύξαμε τό κίνημα». Εδώ υπάρχει σύγχυση— καλόπιστη ή έσκεμμένη, ανάλογα μέ τόν άνθρωπο. Εμείς δέν είμαστε τρίτοι, ουδέτεροι στή σύγκρουση. Άλλο διαλλακτικότητα και άλλο ουδετερότητα. Εμείς ανήκαμε σ’ ένα στρατόπεδο. Είμαστε διαλλακτικοί, μέσα στό στρατόπεδό μας. Η συνδιαλλαγή (που ήταν έργο τής ηγεσίας τού κόμματος καί όχι τής βάσης του) δέ μπορούσε νά γίνει κήρυγμα πρός τά έξω ύστερ’ άπ’ τήν έκρηξη των γεγονότων, τήν ώρα τής μάχης, γιατί μοναδικό αποτέλεσμα θά είχε τήν εξασθένιση τής μιας πλευράς σε όφελος της άλλης. Μέ τέτιο κήρυγμα μόνο θα ζημιώναμε τό στρατόπεδο όπου ανήκουμε -μά θα ζημιώναμε καί τή συνδιαλλαγή. Γιατί η εξασθένη τής Αριστεράς θά ενίσχυε την αδιαλλαξία τής Αντίδρασης. Απ’ τήν πλευρά αύτή, κανείς, ΚΑΝΕΝΑΣ δε μας ζήτησε νά συνεργασθούμε για τή συνδιαλλαγή. Ζητούσαν νά γίνουμε σύμμαχοί τους στόν εμφύλιο πόλεμο. Νά γίνουμε αγόρευση του κ. Παπανδρέου. ανακοινωθέν του κ. Σκόμπυ, έγγραφο στή Λευκή Βίβλο του κ. Λήπερ… Είχαμε κάθε προθυμία νά πολεμήσουμε τόν εμφύλιο πόλεμο μέ τήν συνδιαλλαγή.
Η δεξιά μάς ζητούσε νά πολεμήσουμε τό ΕΑΜ, όπου ανήκαμε. Μάς ζητούσαν τή «γενναιότητα» νά διασπάσουμε τό ΕΑΜ. Είχαμε τήν τιμιότητα να μή χτυπήσουμε πισώπλατα εκείνους πού μαζί τους αγωνιστήκαμε εναντίον των κατακτητών. Γιά νά μιλήσουμε τήν πολεμική γλώσσα : Υπήρξαμε ειρηνόφιλοι, η δεξιά ζητούσε ν’ αυτομολήσουμε στό στρατόπεδό της…
Τρίτον μάς προσάπτουν ότι, μέ τήν αναχώρηση του Γενικού Γραμματέα έξω άπ’ τήν Αθήνα «προσχωρήσαμε στούς αδιαλλάκτους». Κι έδώ υπάρχει πλάνη. Όταν πραγματοποιείται η αναχώρηση, δέν υπάρχουν αδιάλλαχτοι, η υποχώρηση είναι αποφασισμένη. Καί περιμένουμε όρους. Κι αν ειν’ αλήθεια πώς—ύστερ’ άπ’ τήν αναχώρηση φόβος υπήρξε πώς η ’Αντίδραση θά έσπρωχνε σέ εξακολούθηση του αγώνα, απ’ τις δηλώσεις του κ. Πλαστήρα, καί τήν έκδηλη όρεξη του κ. Σκόμπυ νάχει πλήρη στρατιωτική νίκη—πάντως η θέληση όλων ήταν η υποχώρηση. Η συμμετοχή έπειτα στή Βάρκιζα είναι ορθή ταχτική. Δέν ήταν δυνατό νά δώσουμε στήν Αντίδραση τό δώρο τής απομόνωσης του Κ.Κ.Ε. τήν ώρα πού θά γίνονταν συμφωνία πού, δεν αφορούσε καν μόνο το Κ. Κ. Ε, μά το Κίνημα της Αντίστασης καί τις λαϊκές ελευθερίες. Είχαμε χρέος απέναντι σ’ όλους τούς συναγωνιστές μας του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα καί τούς κομμουνιστές καί τούς άλλους—νά παρασταθούμε καί νά πολεμήσουμε μαζί τους γιά νά γίνει όσο το δυνατό καλύτερη η συμφωνία. Ήδη η απλή αναγγελία τής συμμετοχής μας στην αντιπροσωπεία τού ΕΑΜ ήταν μιά ήθική ήττα νιά τήν Αντίδραση. Η Βάρκιζα αποτέλεσε την απόδειξη καί τής ιδεολογικής μας συνέπειας, καί τής συνέπειας μας στή γραμμή τής συνδιαλλαγής, κι είναι διπλός τίτλος τιμής για τό κόμμα μας.
Τέλος, ό,τι μπορεί νά ειπωθεί εναντίον μας, είναι πώς, μιά άλλη στάση ίσως νά ήταν πιό ώφέλιμη κομματικά—μέ τήν ψυχολογία πού δημιουργήθηκε άπ’ τις ύπερβασίες των Δεκεμβριανών. Είναι τιμή γιά ένα κόμμα νά του προσάπτουν πώς: σε μιά μεγάλη στιγμή—προσπαθώντας αγωνιώδικα νά έξυπηρετήσει τήν ομαλότητα — δέ σκέφτηκε τήν κομματική ωφέλειά του—όταν τό ίδιο κόμμα μπορεί νά προσάψει στούς αντιπάλους του πώς, εκείνοι, δέν σκέφτηκαν τό Έθνος… Καί πρέπει νά είμαστε βέβαιοι πώς η μέρα δέν είναι μακρυά πού οί τίμιοι καί φιλότιμοι Έλληνες όχι μόνο θά εκτιμήσουν τήν στάση μας, αλλά καί θά τιμήσουν τό κόμμα μας πού, μέ βαθύτατη συνείδηση καί τής ιδεολογικής του γραμμής και του εθνικού συμφέροντος, αγωνίστηκε χωρίς καμμιά παρέκκλιση, γιά τή σωστή γραμμή τής συνδιαλλαγής.
Από πάνω ώς κάτω στό μηχανισμό η οργάνωσή μας σκόνταψε. Μολονότι προβλέπαμε τό ενδεχόμενο μιας κρίσης, μολονότι ζούσαμε τήν αγωνία μιας έντονης πολιτικής προσπάθειας γιά τήν αποφυνή της, δέν μπορέσαμε νά κάνουμε κτήμα όλης τής οργάνωσης ούτε τήν ακριβή θέση των ζητημάτων κάθε στιγμή, ούτε τήν προσπάθειά μας, ούτε τούς φόβους μας. Και δέν πήραμε οργανωτικά μέτρα γιά όλα τά ενδεχόμενα.
Κι όταν αρχίνησαν τά γεγονότα, δέν είναι μόνο η έλλειψη αυτών των όργανωτικών μέτρων πού ζημίωσε. Συνέβη κάτι χειρότερο. Σέ στελέχη, αντί νά κυριαρχήσει η συνείδηση πώς ό καθένας είναι μέρος ενός συνόλου καί έχει, πριν άπ’ όλα, καθήκοντα, κι ό καθένας ν’ αναζητήσει τή σύνδεσή του, νά πάρει καθοδήγηση, νά ενεργήσει, επικράτησαν πολύ τά ατομικά κριτήρια, καί πολλά στελέχη σκέφτηκαν τί θα γίνουν καί όχι τί πρέπει νά κάνουν. Αποτέλεσμα ήταν η παθητικότητα καί η υπερκριτική. Μά, καί όποιος ζήτησε, δέ βρήκε άμέσως τήν καθοδήγηση, ζωντανή καί ομοιόμορφη. Γιατί έλλειψε η συνοχή τής ηγεσίας πού θά τήν εξασφάλιζε καί η αφοσίωση στό μεγάλο καθήκον νά καθοδηγηθεί τό κόμμα.
Στή βάση, γενικότατα, άν καί έλειψε η καλή καθοδήγηση, παρατηρήθηκε αληθινή αγωνιστική διάθεση. Οι ελδίτες μέ προθυμία έκαναν τό καθήκον τους σ’ όλους τούς τομείς. Καί αγόγγυστα πήγαν στήν Έλ-Ντάμπα, μέ αμείωτη τή συνείδηση του λαϊκού αγωνιστή. Φόρος τιμής ανήκει στους γενναίους μαχητές τής ΕΛΔ !
Η κρίση ήταν φυσική στό κόμμα μας. Η οργανωτική δουλειά, σ’ ένα κόμμα πού έγινε όπως-όπως μές την παρανομία, δέν είχε αρκετό καιρό ελευθερίας για ν’ αναπτυχθεί και νά μπορέσει ν’ αποδώσει οριστικά αποτελέσματα. Λίγα υπήρξαν τα στελέχη μας πού είχαν οργανωτική πείρα καί, όσα είχαν οργανωτικές ικανότητες, δέν είχαν τόν καιρό για ν’ αναδειχθούν. Εξάλλου είναι φυσικό νά φέρνει ή ΕΛΔ λίγο τό βάρος τής πολιτικής προέλευσης ενός μέρους των στελεχών της. Λίγα απ’ αυτά ήταν από χρόνια μές τό Αριστερό Κίνημα. Γι’ αύτό δέν έχουμε κατορθώσει ακόμη νά περιορίσουμε στά όρια πού πρέπει τήν «πολιτική συζήτηση» καί ν’ αναπτύξουμε στό βαθμό πού πρέπει τή συνείδηση τής σημασίας του μέλους ένός ιδεολογικού κόμματος καί των οργανωτικών του καθηκόντων.
Τέλος η προσπάθεια γιά τήν ιδεολογική συνειδητοποίηση των μελών μας, γιά τόν ιδεολογικό τους εξοπλισμό, δέν είχε προλάβει ν’ αποδώσει όλους τούς ώριμους καρπούς της. Γι’ αυτό παρατηρήθηκε ό κλονισμός άπ’ τά γεγονότα. Δέν είδαν όλοι αρκετά τήν ανάγκη μιας ιδεολογικής τοποθέτησης. Περιορίστηκαν σέ μιά πολιτική ταχτοποίηση των συλλογισμών καί τής θέσης τους. Πρέπει πάντως νά ειπωθεί ότι ένα μεγάλο μέρος τής σύγχυσης πού επικράτησε οφείλεται στό ότι, γιά τήν ελδική συνείδηση καί γιά τήν ελδική γραμμή, η ένοπλη εξέγερση αποτελούσε ένα εξώφθαλμο πολιτικό λάθος.
Αυτής τής γενικώτερης όργανωτικής εικόνας μέρος είναι η Διακήρυξη τής 7-1-45. Η Ολομέλεια τής Κ. Ε. θεωρεί πώς η πράξη αυτή—ανεξάρτητα άπ’ τις διαθέσεις εκείνων πού τήν ύπέγραψαν καί τις αιτίες καί τις αφορμές πού τήν προκάλεσαν—δημιούργησε σύγχυση πάνω στόν αληθινό χαραχτήρα τής διαλλακτικής γραμμής της ΕΛΔ. Κι εξέθεσε το Κόμμα σε παρεξήγηση για τις πολιτικές του προθέσεις.
Τό συμπέρασμα αυτών τών παρατηρήσεων είναι πως όλη μας η προσοχή πρέπει να στραφεί στην οργανωτική δουλειά καί στον ιδεολογικό εξοπλισμό τών στελεχών καί των μελών μας. Αν η μέχρι τούδε ιστορία τού κόμματος μάς δίνει τό δικαίωμα να ζητούμε — αφού παρέχουμε τήν απόδειξη μιας σωστής καί συνεπούς γραμμής—τήν εμπιστοσύνη τών λαϊκών μαζών, πρέπει παράλληλα, και άμεσα, νά δημιουργήσουμε οργανωτικά πλαίσια άξια ν’ απορροφήσουν καί νά καθοδηγήσουν αυτές τις μάζες καί ιδεολογικά καί άγωνιστικά.ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΟΥ ΕΑΜ
Η ΕΛΔ είναι υπερήφανη γιά τήν έαμική της ιστορία. Τριάμισυ χρόνια τό ΕΑΜ βάσταξε το βάρος ενός όξύτατου, αδιάλλαχτου, εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, πού αποτελεί αληθινά εθνικό κεφάλαιο καί κεφάλαιο λαμπρών αγώνων γιά τήν επιβίωση του λαού καί γιά τή χειραφέτηση τών λαϊκών τάξεων. Σήμερα, μές τούς αχνούς τών πολιτικών παθών καί τή συκοφαντική εκστρατεία τής αντίδρασης, δέν είναι εύκολο νά τοποθετηθεί ιστορικά τό έργο του ΕΑΜ. Κ’ είναι ακόμη πρόσφατες όχι μόνο η κόπωση από ένα τέτιο οξύ απελευθερωτικό άγώνα, μά και οί πικρίες από διάφορες ενέργειες πού δέν άποτέλεσαν εφαρμογή μά διαστρέβλωση τής εαμικής γραμμής. Μά ό αυριανός ιστορικός, χωρίς νά σβύσει τίς σκιές, θά υψώσει σέ υπέροχο μνημείο εθνικής καί λαϊκής έξαρσης τόν απελευθερωτικό αγώνα πού μοχλός καί ψυχή του στάθηκε τό ΕΑΜ.
Κι ακόμη, χωρίς να περιμένουμε τήν κρίση τής Ιστορίας, πρέπει νά επιδοθούμε σέ πλατειά διαφώτιση γι’ αυτή τή μεγάλη λαϊκή δημιουργία πού μπόρεσε νά γίνει στήν Ελεύθερη Ελλάδα μέ οδηγό το ΕΑΜ. Τό έργο αυτό δέν έγινε μέ όση επιμέλεια και πληρότητα έπρεπε στή διάρκεια του αγώνα. Αφήναμε τις φήμες πού έβαζε σέ κυκλοφορία η αντίδραση νά δίνουν τήν εικόνα τής υπαίθρου, καί απαντούσαμε σ’ αυτές μέ πολεμική καί όχι μέ περιγραφή. Καί πρέπει σήμερα τό έργο αυτό νά γίνει. Πρέπει νά γίνει γνωστή η δημιουργία. Πρώτα-πρώτα πώς έγινε καί τί υπήρξε ό Λαϊκός μας Στρατός, ό ΕΛΑΣ. Πώς δημιουργήθηκε, πώς άναπτύχθηκε, πώς έδρασε.
Έπειτα πρέπει νά μάθουν όλοι τί είναι η Αυτοδιοίκηση καί η Λαϊκή Δικαιοσύνη, οί λαογέννητοι θεσμοί που ξεπήδησαν μές τή φωτιά του αγώνα. Πώς αυτοί οί θεσμοί ανταποκρίθηκαν στούς βαθύτατους πόθους του λαού, πώς αυτοί έκαναν ν’ αναπτυχθεί η πρωτοβουλία καί η δραστηριότητα τής αγροτιάς, αυτοί ξύπνησαν τις ικανότητες καί τή θέληση γιά ενέργεια ενός πληθυσμού συνηθισμένου στήν παθητική μοιρολατρεία, πώς, χάρη σ’ αυτή τήν ανάπτυξη τής λαϊκής πρωτοβουλίας καί τής αλληλεγγύης, μπόρεσε καί ό πληθυσμός τής υπαίθρου νά ζήσει τά χρόνια τής σκλαβιάς, μά καί ένα πελώριο κίνημα εθνικής αντίστασης νά συντηρήσει.
Καί πρέπει, παράλληλα, νά ομολογηθούν στό λαό τά σκιερά σημεία, όχι από απλή ειλικρίνεια, μά γιά νά μπορέσει νά ξεχωρίσει απόλυτα τό καλό, τή συνεισφορά αυτού του αγώνα όχι μόνο γιά τήν απελευθέρωσή του, μά καί γιά τό πολιτικό του μέλλον. Καί πρέπει νά ομολογηθούν όχι μόνο οί αυτοσχεδιασμοί καί οί εξτρεμισμοί τής αρχής. Μά κυρίως:
1ο) Η τάση πού παρατηρήθηκε γιά τήν κομματική ανάμιξη στήν αυτοδιοίκηση, πού ζήμιωσε τό θεσμό. Η απότομη ανάπτυξη του κινήματος έκανε νά μπουν αναφομοίωτα ή αρριβιστικά στοιχεία μές τά κόμματα τής πρωτοπορίας, πού βρέθηκαν ν’ ασκούν «εξουσία» καί θέλησαν νά τήν άσκήσουν κατά τό κέφι τους. Καί δυστυχώς σέ τέτια στοιχεία δόθηκε εμπιστοσύνη καί πρωτοβουλία.
2ο) Η μεγάλη καχυποψία. Το Κίνημα το περιτριγύριζε η προδοσία καί η αντίδραση. Η επαγρύπνηση ήταν απαραίτητη, καθώως και η δίωξη των προδοτών. Μά η καχυποψία, μαζί με τόν κομματισμό καί τή συνήθεια τής ψεύτικης μήνυσης. έκανε μερικές φορές νά γλυστράει η δίωξη απ’ τόν προδότη στον αντιδραστικό, κι απ’ τόν αντιδραστικό στό συντηρητικό κι απ’ τό συντηρητικό στόν μή-κομμουνιστή. Κι αυτά τά πράματα έκαναν ώστε νά βρει έδαφος για τή συκοφαντία της η προδοτική Αντίδραση.
Μά, όσα καί να ‘ναι αυτά τά φαινόμενα, δέν αλλάζουν τό γεγονός ότι μπόρεσε ν’ αναπτυχθεί, χάρη στό ΕΑΜ, ένα τέτιο απελευθερωτικό κίνημα, καί οτι, χάρη στόν εαμικό αγώνα, οί νέοι θεσμοί ρίζωσαν κι αποτελούν τή βάση τής αυριανής πολιτικής δημιουργίας.
Κι ακόμη μένει άκλόνητο τό γεγονός πώς δημιουργήθηκε καί υπάρχει ένα έαμικό πνεύμα πού είναι η πηγή καί τό στήριγμα γιά κάθε αυριανή προοδευτική πολιτική.
Η ΕΛΔ ιδρύθηκε σχεδόν ταυτόχρονα μέ τό ΕAM. Μές τό ΕΑΜ, η ΕΛΔ αναπτύχθηκε σάν πραγματικό λαϊκό κόμμα, έδωσε ό,τι μπόρεσε στόν απελευθερωτικό αγώνα, εξυπηρετώντας τά λαϊκά συμφέροντα καί αναπτύσσοντας γερούς δεσμούς μέ τό λαό, βάζοντας σ’ ενέργεια, μεταβάλλοντας σέ πράξη τή σοσιαλιστική γραμμή της, καί αφήνοντας σέ άλλους τό ρόλο του «αφ’ υψηλού» δήθεν σοσιαλισμού, σοσιαλισμού σαλονιού ή γραφείου, όλο θεωρία, προγράμματα, συζήτηση καί αναβολή τής πολιτικής ενέργειας γιά «εύθετο χρόνο».
Μά ακριβώς γιατί τό ΕΑΜ ιδρύθηκε στούς χρόνους τής Κατοχής γιά νά παλέψει εναντίον των κατακτητών αναγκάστηκε νά προσαρμοστεί οργανωτικά στους όρους πού προσφέρονταν τότε. Αυτό είναι η αιτία πού υπήρξε ζήτημα ΕΑΜ γιά τήν ΕΛΔ, όχι μόνο ύστερ’ απ’ τά γεγονότα του Δεκεμβρίου, μα απ’ τή στιγμή τής απελευθέρωσης. Συζητήσεις είχαν έκτοτε αρχίσει καί στή βάση καί στή διοίκηση του Κόμματος. Αν τό ζήτημα δέν τέθηκε τότε, είναι γιατί, στό λίγο χρονικό διάστημα απ’ τήν Απελευθέρωση ώς τις 3 Δεκεμβρίου, τά γεγονότα εξελίχθηκαν ραγδαία.
Σέ τί συνίσταται τό ζήτημα; Τά ΕΑΜ είναι συνασπισμός κομμάτων καί οργανώσεων μέ τό ιδιάζον χαραχτηριστικό πώς, άπ’ τήν κεφαλή έως τή βάση, υπάρχει ενιαία όργάνωση με ενιαία καθοδήγηση. Έτσι π.χ. η Κ.Ε. του ΕΑΜ άποφασίζει κατά πλειοψηφίαν καί οι αποφάσεις της είναι υποχρεωτικές γιά όλα τά κόμματα. Μά καί ώς τό τελευταίο χωριό υπάρχουν ενιαίες οργανώσεις αποτελούμενες απ’ όλα τά μέλη όλων των κομμάτων, καί άλλους πολίτες, μέ ενιαία διοίκηση. Έτσι, όχι μόνο η γραμμή αλλά ιδίως η ταχτική δέν αποτελεί ζήτημα πού κρίνουν κάθε φορά όλα τά κόμματα, μα η πλειοψηφία τής Κ.Ε. ή των Επιτροπών πόλης κλπ. Καί, γιά όποιον διαφωνήσει, μπαίνει τό ζήτημα νά διαλέξει ανάμεσα στήν πειθαρχία ή τή διάσπαση ενός ενιαίου συνόλου. Φυσικά, κατά τήν διάρκεια τής Κατοχής η τέτοια οργάνωση ήταν πολύ χρήσιμη, γιατί ό εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας ήταν αγώνας επαναστατικός, συνομωτικός, καί η ενότητα αυτή ήταν άπαραίτητη καί φάνηκε αποτελεσματική. Όποιες καί νά ήταν οι διαφωνίες, ό σκοπός ήταν ένας, ό πόλεμος πρός τόν καταχτητή καί ή διάσπαση ήταν ζημία αυτού του εθνικού σκοπού. Ό καθένας ήταν στρατιώτης. Βεβαίως όμως πολλά έλαττώματα παρατηρήθηκαν στήν τέτοια συνεργασία των κομμάτων καί από λόγους αντικειμενικούς (ανισότητα δυνάμεων καί οργανωτικής πείρας ανάμεσα στά κόμματα του ΕΑΜ) και απο λόγους υποκειμενικούς (κακοί πολιτικοί χειρισμοί).
Ισορροπία δυνάμεων θά μπορούσε νά υπάρξει μες τό ΕΑΜ μόνο αν όλα τά κόμματα της χώρας είχαν πάρει μέρος σ’ αυτό. Αφού τό ΕΑΜ έμεινε Συνασπισμός τής Αριστεράς τό πιό φυσικά πράμα του κόσμου ήταν η ξεχωριστή θέση τού Κ.Κ.Ε. Στην Ελλάδα δέν υπήρχαν παλιά, πλατειά σοσιαλιστικά πλαίσια μέ τήν οργανωτική πείρα καί τήν αγωνιστική παράδοση του Κ.Κ.Ε. Η αριστεροποίηση των μαζών τις έσπρωχνε πρός τό ΕΑ.Μ, αλλά μές σ’ αυτό η απορροφητική δύναμη των νέων σοσιαλιστικών πλαισίων πού δημιουργούσαμε ήταν πολύ πιό μικρή από του Κ.Κ.Ε. Έτσι παρουσιάστηκε τούτο τό φαινόμενο• η πλειοψηφία τής μάζας τού ΕΑΜ νά μην άνήκει στό Κ.Κ.Ε, μά νά μήν ανήκει καί σέ κανένα άλλο κόμμα. Καί ό οργανωτικός μηχανισμός νά είναι κυρίως στά χέρια τών στελεχών τού Κ.Κ.Ε.
Δέ μπορούσε, φυσικά, νά μάς απομακρύνει απ’ τήν αναγκαία συμμαχία στό ΕΑΜ αυτή η πραγματικότητα τής δύναμης τού Κ.Κ.Ε. Περίεργοι σοσιαλιστές θά ήμασταν εάν, θέλοντας ν’ άγωνιστούμε γιά τό λαϊκό αγώνα, ζητούσαμε ταυτόχρονα νά σβύσουμε τά 25 χρόνια ελληνικού εργατικού κινήματος πού είχαν περάσει, και τό κόμμα πού ειχε ηγηθεί σ’ αυτούς τούς αγώνες, καί μέσα εκεί κέρδισε τήν πείρα καί τήν εμπιστοσύνη επαναστατικών στελεχών. Εμείς χαράξαμε δική μας γραμμή καί τήν πιστεύουμε σάν τήν πιό σωστή, θά παλαίψουμε νά πείθουμε τις μάζες. Μά δέν εφευρίσκουμε σήμερα τό σοσιαλισμό.
Είναι όμως αλήθεια πώς παρατηρήθηκε μιά ροπή αποκλειστικότητας μές τό μηχανισμό τού ΕΑΜ καί μισαλλοδοξίας καί υποτίμησης τών συμμαχικών δυνάμεων κι αυτό γέμισε πικρίες μιά συνεργασία πού υπήρξε στό σύνολο τόσο στέρεη καί συντροφική. Είναι βέβαιο πώς η αντισυμμαχική συμπεριφορά δειχνόταν από μεσαία καί κατώτερα στελέχη, μά γενική ήταν η εντύπωση πώς μιά εντονότερη καθοδήγηση θά είχε περιορίσει τό κακό. Ιδίως σέ στιγμές οξύτητας η καχυποψία απέναντι των μή κομμουνιστών εαμιτών πήρε δυσάρεστες διαστάσεις. Από άλλη άποψη δεν είναι ό πρώτος, ό πιό σημαντικός ρόλος του Κ.Κ.Ε. πού προκάλεσε ποτέ άντίθεση, μά τό γεγονός ότι, σέ ορισμένα καίρια καί μερικά άλλα ζητήματα, τόν άσκησε πρός εσφαλμένη κατεύθυνση, παρ’ όλες τις σωστές αντιρρήσεις.Αυτά τά γεγονότα (τάση αποκλειστικότητας-κακοί πολιτικοί χειρισμοί) έκαναν ώστε, ευθύς μετά τήν απελευθέρωση νά κυριαρχείται τό Κόμμα απ’ τή θέληση νά δοθεί νέα μορφή στίς σχέσεις μέ τό Κ.Κ.Ε. Ή μορφή πού έπρεπε νά δοθεί σ’ αυτή τή συνεργασία θά ήταν ό συνασπισμός, τό μπλοκ τών αντιφασιστικών κομμάτων πού θά στηρίζονταν πάνω σ’ ένα γενικό πρόγραμμα μίνιμουμ ξεκινώντας απ’ τά πιό φλέγοντα ζητήματα (εθνικό, εξωτερική πολιτική, εκκαθάριση κράτους, εθνικός στρατός κλπ.) καθώς καί τό ζήτημα τής ταχτικής, χωρίς ενιαία οργάνωση, ώστε καί στή γραμμή καί στήν ταχτική νά είναι αναγκαία η κοινή συναίνεση.
Τό διάστημα πού πέρασε απ’ τήν απελευθέρωση ώς τό Δεκέμβρη ήταν πολύ μικρό καί γεμάτο γεγονότα ώστε δέ μπόρεσε τό ζήτημα νά ρυθμιστεί μές σ’ αυτό.
Έπειτα ήρθαν τά γεγονότα του Δεκέμβρη πού έδειξαν καί τά έλαττώματα της ενιαίας καθοδήγησης στήν πιό οξεία μορφή τους καί ανάγλυφη τήν όψη τής τάσης πρός τήν αποκλειστικότητα. Τά Δεκεμβριανά κλόνισαν τό ΕΑΜ, καί πρός τά έξω καί πρός τά μέσα.
Πρώτα-πρώτα χρησίμεψαν νά ενισχυθεί ό θρύλος του «κρυπτοκομμουνισμού» τών εαμικών κομμάτων, του ΕΑΜ-μηχανής του Κ.Κ.Ε. Καί χρησίμεψαν να εμπεδωθεί η πεποίθηση ή πως όλες οι δηλώσεις του Κ.Κ.Ε. γιά τήν όμαλή πολιτική εξέλιξη, τή Λαϊκή Δημοκρατία κλπ. ήταν ριζικά ανειλικρινείς ενώ βασικά σκόπευε τή βία, την κατάληψη τής εξουσίας• ή πως δέν υπήρχε σαφής, σταθερή, ενιαία γραμμή στήν ηγεσία, καί τά Δεκεμβριανά ήταν μοιραίο αποτέλεσμα αυτής τής ταλάντευσης. Τέτοιες εντυπώσεις δέν επικράτησαν μόνο στά έξωεαμικά κυμαινόμενα στρώματα, αλλά καί μέσα στό ΕΑΜ.
Έπειτα τά γεγονότα επηρέασαν τή συνεργασία ανάμεσα στά κόμματα του ΕΑΜ. Διαφωνίες ήταν φυσικό νά υπάρχουν πάντοτε. Μά ώς τά τώρα ένας μεγάλος κλονισμός είχε υπάρξει. Ύστερ’ απ’ τό Λίβανο — όταν όλος ό εαμικός κόσμος είχε αμέσως καταλάβει πώς δέν έπρεπε ν’ αργήσει η συμμετοχή του ΕΑΜ στήν Κυβέρνηση καί ή ηγεσία δέν τό θέλησε αμέσως. Τά Δεκεμβριανά προκάλεσαν τό δεύτερο μά καί πολύ πιο μεγάλο κλονισμό. Καί στις δυό περιπτώσεις τά χαρακτηριστικά είναι τά ίδια—στή δεύτερη όμως πολύ πιό ζωηρά. Σέ μιά κρίσιμη στιγμή τό Κ.Κ,Ε. παίρνει πρωτοβουλία καί προχωρεί πάνω στή γραμμή πού χαράζει αδίσταχτα, γιατί πιστεύει στήν παντοτεινή ορθότητα τής δικής του γραμμής. Οί άλλοι, μπροστά στήν Αντίδραση, δέ θέλουν νά διασπάσουν τό ενιαίο μέτωπο, τήν ενιαία όργάνωση.Τή φορά αυτή, ενώ ολες οί έαμικές αποφάσεις αποτελούν πολιτικές ενέργειες μέ σκοπό τήν πολιτική λύση τής κρίσης, ό εαμικός κόσμος βρέθηκε μπρός σέ γεγονότα όπου δέν είχε αποβλέψει.
Καί ή παραίτηση των Υπουργών τής αριστερας—πού, άλλωστε, ό κ. Παπανδρέου τήν είχε καταστήσει αναγκαία— καί όλες οί άποψάσεις τής Κ. Ε. του ΕΑΜ κατευθύνονται πρός τό σκοπό τής πολιτικής λύσης, δηλαδή για την παραίτηση του κ. Παπανδρέου καί τό σχηματισμό νέας Κυβέρνησης, συνεπέστερης πρός το Σύμφωνο του Λιβάνου. Τις προκηρύξεις της Κ.Ε. του ΕΛΑΣ καί τις ενέργειές του, τήν ομηρία, τήν πρώτη απόρριψη των όρων του Σκόμπυ, καί τις προτάσεις τής Αντιπροσωπείας του ΕΛΑΣ στήν Πολιτική Σύσκεψη, ο εαμικός κόσμος τά πληροφορείται μά δέν τάχει αποφασίσει. Ο ρόλος του γίνεται συμβουλευτικός.
Κι’ ένα κύμα δυσπιστίας ξεσπάει πάλι, όπως ύστερ’ άπ’ τό Λίβανο, εναντίον των Συμμάχων του Κ. Κ. Ε. μές στό ΕΑΜ. Ελδίτες ή σοσιαλιστές, κ’ εδώ καί στήν επαρχία, γενικώτατα έχουν τό αίσθημα πώς γίνηκαν πολίτες δεύτερης τάξης. Η ψυχρή εντυπωση κυριαρχεί πώς οι «σύμμαχοι» είναι περιττό, μάταιο ή βλαβερό βάρος του αγώνα. Τό συναγωνιστικό πνεύμα—βάση του απελευθερωτικού αγώνα καί αναγκαία βάση τής συνεργασίας τών αριστερών—κλονίζεται. Καί ό γενικός κακός πολιτικός χειρισμός καί ό ενδοεαμικός χειρισμός κάνουν ώστε—τήν ώρα πού η αντιφασιστική πάλη θ’ αναζητούσε μεγαλύτερο σφιχτοδέσιμο—η συνεργασία χαλαρώνεται, γιατί δημιουργήθηκαν ψυχολογικές καί πολιτικές δυσχέρειες γιά τή συνεργασία.
Έτσι, μετά τά Δεκεμβριανά, τό αίτημα νά μήν υπάρξει πιά ενιαία όργάνωση γίνηκε οξύτερο. Θά μπορούσε νά τή διαδεχθεί ένα μπλόκ, άν τέτοιο πράγμα ήταν ώριμο, άπό άποψη προγράμματος, ταχτικής κλπ. Μά τέτοια ωριμότητα δέν ύπάρχει. Υπάρχουν όμως θέματα πάνω στα όποια η συνεργασία όχι μόνο μπορεί νά γίνει μά επιβάλλεται. Έτσι π.χ. τά εαμικά κόμματα μπορούν καί πρέπει νά συνεργαστούν γιά τήν εφαρμογή τής Συμφωνίας τής Βάρκιζας, τήν προστασία τών δικαιωμάτων τού Κινήματος τής Εθνικής Αντίστασης, τήν αποκατάσταση τών λαϊκών ελευθεριών κλπ. Πάνω σ’ αυτή τή βάση ή Κ.Ε. εξουσιοδοτεί τό Γενικό Γραμματέα νά προβεί σέ όλες τις αναγκαίες ενέργειες γιά νά γίνουν οι απόψεις της κοινό κτήμα των Εαμικών κομμάτων καί νά παρθεί ομόφωνη απόφαση για το μέλλον.
Έτσι η Κ.Ε. τής ΕΛΔ αποφασίζει:
1ο) Νά προτείνει στήν Κ.Ε. του ΕΑΜ νά γίνει η Επιτροπή τής βάρκιζας Διακομματική Επιτροπή γιά τήν εποπτεία τής εφαρμογής αυτής τής Συμφωνίας αποτελώντας όργανο συντονισμού όλων των ενεργειών γιά τήν αποκατάσταση των λαϊκών ελευθεριών καί τήν προστασία των δικαιωμάτων του Κινήματος Εθνικής Αντίστασης.
2ο) Νά δεχτεί νά μείνει το ΕΑΜ όχι σά συνασπισμός κομμάτων αλλά σά λαϊκή οργάνωση, ανεξάρτητη απ’ τά κόμματα καί χωρίς δικαίωμα νά καθοδηγεί τά κόμματα καί χωρίς νά ασχολείται μέ έργα των κομμάτων, μέ σκοπούς α) νά διαφωτίσει τό λαό πάνω στό τρίχρονο έργο του ΕΑΜ β) νά αγωνιστεί γιά τήν αποκατάσταση τών λαϊκών ελευθεριών καί γιά τήν επικράτηση τών δημοκρατικών θεσμών κλπ. 3ο) Νά δεχτεί νά εκδώσουν τά κόμματα του ΕΑΜ διακήρυξη όπου νά διαδηλώνουν τήν απόφασή τους νά αγωνιστούν γιά τήν αποκατάσταση τών λαϊκών ελευθεριών καί τήν υπεράσπιση τών δικαιωμάτων του Κινήματος τής Εθνικής ’Αντίστασης. Μέ αυτό τόν τρόπο καί η υπεράσπιση τών δικαιωμάτων του απελευθερωτικού αγώνα θά μπορούσε νά γίνει αποτελεσματική αλλά καί θ’ αποφευγόταν τό ξέφτισμά του σέ στενώτερους πολιτικούς καί κομματικούς αγώνες.
Η Κ.Ε. κρίνοντας ότι κάθε αναβολή δέ μπορεί νά χρησιμέψει παρά σέ γενικώτερη σύγχυση, δίνει εντολή στό Γενικό Γραμματέα ν’ ανακοινώσει στήν Κ.Ε. του ΕΑΜ την απόφασή της ν’ αποσυρθεί απ’ αυτή αν οί προτάσεις της δέν γίνουν δεχτές
Πρέπει παράλληλα νά γίνει συνείδηση καί μέσα καί έξω άπ’ τό κόμμα η ακριβής σημασία όλων τών σημείων αυτής τής Απόφασης τής Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής.
1ο. Η ανάλυση των Δεκεμβριανών από τήν άποψή μας είναι απαραίτητη, όχι μόνο γιά νά γίνει γνωστή αυτή η άποψη, μά γιατί ένα τέτιο μεγάλο γεγονός είναι πηγή πλουσιότατης πείρας γιά ολόκληρο τό Αριστερό κίνημα. Έχει βαθύτατα νά ωφελήσει τήν αριστερά, κι επομένως τό λαό, η ακριβής γνώση καί συνείδηση από τά μέλη όλων τών εαμικών κομμάτων καί τών οπαδών του ΕΑΜ τών σφαλμάτων πού έγιναν, γιατί θά βοηθήσει νά λυθεί τό πρόβλημα τής γραμμής τής Αριστεράς καί του τρόπου του καθορισμού της καί του τρόπου του χειρισμού της. Γιά μας πού πιστεύουμε στή δημοκρατία, η φωτισμένη στάση τής βάσης αναγκάζει τήν ηγεσία νά πορεύεται στοχαστικά τό σωστό δρόμο. Ακόμη προκειμένου γιά υπερβασίες κλπ. η γνώση τής αλήθειας θά δημιουργήσει τήν κοινή συνείδηση πώς τό αριστερό κίνημα πρέπει νά εκκαθαριστεί άπό όλα εκεινα τά στοιχεία πού ήρθαν σ’ αυτό, όχι ν’ αφοσιωθούν μέ πίστη στόν αγώνα, μά γιά νά χρηματισθουν ή νά προβούν σέ αλόγιστες πράξεις βίας. Σ’ όποιο κόμμα κι αν ανήκουν, πρέπει νά φύγουν. Η θέση τους είναι στήν Αντίδραση. Τό αριστερό κίνημα, πού θέλει τήν αναγέννηση τής χώρας, πρέπει νά φτάσει στήν εξουσία όχι μόνο μέ φωτισμένη ηγεσία, αλλά καί μέ στελέχη καί γενικά μέ μέλη άξια τής αποστολής.
2ο. Η κριτική τών Δεκεμβριανών, όπως καί η διακοπή τού οργανωτικού δεσμού μέ άλλα εαμικά κόμματα δέν σημαίνει στροφή πρός τά δεξιά ή πρός τό κέντρο. Σέ κανένα σημείο δέν συμπίπτουν οί απόψεις μας μαζί τους. Η κριτική τών Δεκεμβριανών δέν έχει καμμιά σχέση μέ τούς υποκριτικούς ισχυρισμούς τής Δεξιάς πού τά προκάλεσε—καί τά χρησιμοποιεί τώρα σάν πρόσχημα γιά νά χτυπάει τό λαό. Ακόμη λιγότερο σημαίνει αποκήρυξη τού παρελθόντος ή προσπάθεια αποφυγής ευθυνών. Διεκδικούμε την τιμή τής συμμετοχής στόν έθνικοαπελευθερωτικό αγώνα. Αναδεχόμαστε όλες τις πολιτικές ευθύνες και θά εξακολουθήσουμε να είμαστε κομμάτι του λαϊκού κινήματος, φορείς του εαμικού πνεύματος, πνεύματος ελευθερίας, ανανέωσης τής πολιτικής ζωής, της Λαϊκής Δημοκρατίας.
3ο. Ούτε εχθρότητα ούτε καν αιχμή μπορεί να έχει τό κόμμα μας πρός τ’ άλλα έαμικά κόμματα. Αποτελεί μαζί τους τό ελληνικό Κίνημα Εθνικής Αντίστασης. Υπερασπίζει όπως καί κείνα ολόψυχα τά δικαιώματα αυτού του κινήματος. Καί μάχεται όπως καί κείνα εναντίον τής τρομοκρατίας, τής μοναρχίας, του φασισμού, τής εργοδοτικής αντίδρασης, πού ασύδοτα ασχημονούν σέ βάρος του ελληνικού Λαού.
Η διαπίστωση των ελαττωμάτων μιας συνεργασίας, δέν εξαφανίζει τόν μεγάλο δεσμό πού δημιουργήθηκε τόσο άπ’ τούς κοινούς σκοπούς όσο καί άπ’ τό γεγονός τής τετράχρονης συνεργασίας. Ούτε πάνω σέ λάθη του παρελθόντος μπορεί νά βασιστεί πολιτική μή συνεργασίας γιά τό μέλλον. Γιατί τά λάθη μπορούν νά λείψουν ενώ ό κοινός σκοπός δέν αλλάζει… […]
… Σήμερα έχουμε μπροστά μας νέο έργο. Νά υπάρξουμε πρώτοι στόν αντιφασιστικό αγώνα.
Ο ελληνικός φασισμός κυριαρχεί τώρα καί ασχημονεί εις βάρος τής Εθνικής Αντίστασης εις βάρος τών ελευθεριών, εις βάρος του Λαού. Όποια καί νάναι τά λάθη τής Αριστεράς, υπήρξαν λάθη πού έδωσαν προσχήματα, δέν δημιούργησαν τις προϋποθέσεις τής Αντίδρασης. Οί προθέσεις της ξεσκεπάστηκαν ολότελα ύστερ’ άπ’ τό Δεκέμβρη. Ό,τι κάνει σήμερα αποτελεί όχι πολιτική, μά ηθική δικαίωση της εξέγερσης κι αποτελεί εθνικό όνειδος. Η αντιφασιστική πάλη, πιό σκληρή τον τελευταίο καιρό στήν Ελλάδα από παντού αλλού, γιατί έδώ ό φασισμός βρήκε τις πιό απίθανες ενισχύσεις, είναι τό πρώτο μας καθήκον. Καί πρέπει νά τή νοιώσουμε σ’ όλες τις εκδηλώσεις, σ’ όλη της τή βαθύτατη σημασία.
1ο. Η αντιφασιστική πάλη είναι αγώνας γιά τά δικαιώματα του Κινήματος τής Εθνικής Αντίστασης μές τις σημερινές συνθήκες τής πολιτικής ζωής τής χώρας.
2ο. Είναι πάλη γενικά για τις λαϊκές ελευθερίες. Ό διωγμός άλλωστε τών λαϊκών αγωνιστών γίνεται για νά κουρελιαστούν οί λαϊκές ελευθερίες. Προϋπόθεση της νίκης ενός νεοφασισμού είναι η εξαφάνιση των αληθινών δημοκρατικών δυνάμεων.
3ο. Η αντιφασιστική πάλη είναι πάλη γιά τόν ηθικό καθαρμό τής χώρας. Ο τεταρτοαυγουστιανισμός, η φαυλοκρατία καί ό δοσιλογισμός κρατιούνται χέρι μέ χέρι στόν αγώνα εναντίον μας, γιατί έχουν κοινό συμφέρον νά μή γίνει ουτε η τιμωρία των δοσιλόγων ουτε η εκκαθάριση του Κράτους ουτε η ανανέωση τής πολιτικής ζωής. Καί πίσω απ’ ολους αυτούς τά πιο άνομα κεφαλαιοκρατικά συμφέροντα, πού τρέμουν τό λαό καί τις λαϊκές πολιτικές δυνάμεις.
3ο. Η αντιφασιστική πάλη είναι πάλη γιά νά γίνει η ανασυγκρότηση τής Χώρας σέ όφελος καί όχι σέ βάρος τού Λαού. Κάτω απ’ τή σκέπη τής γενικής λαϊκής τρομοκρατίας, εξαπολύθηκε μιά εργοδοτική αντίδραση, μέ τήν κατεύθυνση νά γίνει η σημερινή οικονομική προσπάθεια τής Ελλάδας επιχείρηση εις όφελος τής οικονομικής ολιγαρχίας καί εις βάρος του εργαζομένου λαού. Μόνο ή λαϊκή πάλη εναντίον αυτών των τάσεων μαζί μέ τόν αγώνα γιά μιά αντιπροσωπευτική κυβέρνηση, μπορεί ν’ αλλάξει τήν κατάσταση.
![]()
4ο. Η αντιφασιστική πάλη είναι πάλη γιά τήν ομαλότητα. Βρισκόμαστε σήμερα σ’ ένα σημείο πολιτικής οξύτητας πού σπάνια γνώρισε η χώρα. Υπάρχουν άνθρωποι πού πενθούν, άνθρωποι πού αγωνιούν καί ζητούν ήρεμία καί τάξη. Αυτοί πρώτοι πρέπει νά καταλάβουν τό νόημα του αγώνα. Αυτοί πρώτοι πρέπει νά καταλάβουν πώς ένας ΜΟΝΟΣ τρόπος υπάρχει γιά νά μήν ξαναπεράσει η χώρα μας τή δεκεμβριανή περιπέτεια. Η πραγματική αποκατάσταση των λαϊκών ελευθεριών. Τό πένθος καί η αγωνία είναι σήμερα όπλο στά χέρια τού φασισμού γιά νά οδηγήσει τή χώρα σέ καινούργιες ταραχές. Στό όνομα τής τάξης θέλει νά κάνει ενδημική αρρώστεια τον εμφύλιο πόλεμο. Η Εθνοφυλακή οργανώνεται μονόπλευρα. Στη χώρα απλώθηκε ανήκουστη τρομοκρατία. Αν ο φασισμός κυριαρχήσει με τη βία ή με τον τρόμο, πως θά αμυνθεί ο Λαός; Αν η ένοπλη λαϊκή εξέγερση ήταν χτες λάθος- πώς θα κάνουμε νά μην είναι αύριο ό εμφύλιος πόλεμος μοίρα τον τόπου; Σ’ έναν τόπο πού κάθε μέρα καί περισσότερο βυθίζεται στή βία, ποιά διέξοδος άπ’ τή βία θά δοθεί;
Ιδού, γιατί ή αντιφασιστική πάλη είναι πάλη για τήν ομαλότητα. Καί πρέπει νά τό νοιώσουν ακόμη καί κείνοι πού μισούν τήν Αριστερά, γιατί θεωρούν πώς εκείνη έφταιξε καί διαταράχτηκε η τάξη, πως ό μόνος κίνδυνος γιά τήν ομαλότητα είναι ό φασισμός.
5ο. Η αντιφασιστική πάλη είναι πάλη γιά τά έθνικά συμφέροντα. Μές τήν αντιφασιστική Ευρώπη, που κυριαρχείται άπ’ τις λαϊκές δυνάμεις τής Αντίστασης είμαστε τό μόνο ίσως Κράτος όπου οί λαϊκές αυτές δυνάμεις, όχι μόνο δέν κυβερνούν, μά διώκονται. Όπως, στά 1920, η Ελλάδα βρέθηκε, τήν ώρα τής νίκης τής Αντάντ μέ Κυβέρνηση Γερμανόφιλη, έτσι καί τώρα, τή στιγμή τής αντιφασιστικής νίκης, βρίσκεται στά χέρια των φασιστών καί των δοσιλόγων, μέ υποψήφιο βασιλέα τόν Αρχηγό του Ελληνικού Φασισμού. Περιορίζεται έτσι ηθικά καί πολιτικά σέ σημαντικό βαθμό η ικανότητα τής Ελλάδας νά υπερασπίσει τά δίκαιά της.
Ακόμη περισσότερο ζημιώνεται η Ελλάδα σ’ ένα μονιμότερο συμφέρον της- τή διεθνή θέση της. Καί τούτο όχι μόνο γιατί δέ μπορεί παρά νά είναι μειωμένη μιά κρυφοφαστική Ελλάδα μές σέ μια αντίφασιστική Ευρώπη, μά καί γιατί οί «εθνικιστές» φασίστες τής Ελλάδας δέν περιορίζουν τό μίσος τους στις ελληνικές λαϊκές δυνάμεις, μά τό αφήνουν νά προεκταθεί επικίνδυνα, πολύ επικίνδυνα εναντίον τής Σοβιετικής Ρωσίας.
Η ΕΔΔ φώναζε πάντοτε τήν ειλικρινή της πίστη πρός τήν εξώφθαλμη αλήθεια πώς τό εθνικό συμφέρον απαιτεί τήν άσκηση εξωτερικής πολιτικής τίμια καί φανερά φιλικής πρός ολους τούς μεγάλους καί μικρούς συμμάχους. Η πολιτική τοποθέτηση του σημερινού Προέδρου τής Αγγλικής Κυβέρνησης, ακόμη καί οι θέσεις που πήρε κατά καιρούς απέναντι στό Ελληνικό Κίνημα τής Αντίστασης, δεν ήταν ουτε είναι δυνατό νά μάς κάνει ποτέ νά λησμονήσουμε πώς η Αγγλία είναι μιά Μεγάλη Σύμμαχος καί πώς υπάρχει ό Αγγλικός Λαός πού είναι άρμόδιος νά κρίνει. Κατά τόν ίδιο τρόπο η πελώρια Σοβιετική Ρωσία δεν είναι δυνατό νά θεωρείται άπ’ τούς δεξιούς ένας ασήμαντος τόπος κατοικούμενος άπό κομμουνιστές. Η εκδήλωση του μίσους αυτών πρός τή Ρωσία δημιουργεί γενικώτερα προβλήματα. Δέ μπορεί από μιά τέτια απαράδεχτη θέση παρά νά βγουν ζημιωμένα καί τά εθνικά συμφέροντα καί η διεθνής θέση τής Ελλάδας. Οι κίνδυνοι είναι αρκετά μεγάλοι γιά ν’ άξίζουν νά εργασθούμε όλοι νά τούς κάνουμε συνείδηση καί νά τούς αποτρέψουμε μέ πράξεις. Γιά τό καλό της Ελλάδας, δημοκρατικό καθεστώς, φιλικό πρός όλους τους Συμμάχους!
Τέλος ή αντιφασιστική πάλη—πάλη για τη Δημοκρατία—απαιτεί τήν πιό στενή όσο καί τήν πιό πλατιά συνεργασία μέ κάθε δημοκρατικό. Η διάδοση αυτής τής πεποίθησης πρέπει νά είναι έργο μας. Υπάρχουν πρός τά Δεξιά πολιτικές δυνάμεις πού εναντίον τους έχουμε άπειρους λόγους νά πολεμούμε. Όμως, άν θελήσουν νά παλαίψουν γιά τή Δημοκρατία, οποίοι καί νάναι, πρέπει νά τούς ενισχύσουμε σ’ αύτή τή γραμμή. Υπάρχει τό Κ.Κ.Ε. Όπως τό Κόμμα μας δέν υπήρξε «κρυπτοκομμουνιστικό» δέν θά υπάρξει «αντικομμουνιστικό». Ό αντικομμουνισμός είναι η πολιτική γραμμή τής Αντίδρασης. Αντικομμουνιστικός σοσιαλισμός είναι μιά βαθειά αντίφαση. Μια οξεία αντίθεση σοσιαλιστών—κομμουνιστών είναι ευχή καί συμφέρον του Φασισμού και του καπιταλισμού. Τό Κόμμα μας όμως υπάρχει για νά εξυπηρετήσει τά συμφέροντα του εργαζόμενου λαού εναντίον τής οικονομικής ολιγαρχίας κι επομένως μόνο αυτή καί τούς υποστηριχτές της θεωρεί εχθρούς. Σοσιαλισμός καί κομμουνισμός είναι δυο τάσεις πού ξεκινούν άπ’ τήν ίδια πηγή. Χωρίστηκαν στό δρόμο, από αντιγνωμία στή μέθοδο καί στήν πολιτική γραμμή. Οί διαφωνίες μεταξύ τους υπάρχουν. Μά, ανάμεσα σ’ αυτούς καί τήν ’Αντίδραση, τό φασισμό καί τον καπιταλισμό, υπάρχει χάος. Μεταξύ τους έχουν διαφωνίες. Μπρός τόν καπιταλισμό και το φασισμό εχουν πόλεμο.
Καί, γιά χάρη αυτού τού πολέμου πρέπει νά πραγματοποιήσουμε τή συγκέντρωση των σοσιαλιστικών δυνάμεων. Ο σεχταρισμός δέν υπήρξε ελάττωμα τής ΕΛΔ ουτε μπορεί νά χωρέσει σεχταρισμός σέ Κόμμα μέ τόσο πλατιά πλαίσια. Η Κ. Ε. δίνει τήν εντολή στό Γεν. Γραμματέα νά συμπληρώσει τις διαπραγματεύσεις γιά ενοποίηση μέ τό Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας, καθώς καί γιά τή διεύρυνση τού ενιαίου Κόμματος μέ τήν συμμετοχή καί άλλων προσωπικοτήτων, μέ τό σκοπό τής συγκέντρωσης μές τά πλαίσια τού ενιαίου κόμματος ολων τών σοσιαλιστικών στοιχείων καί τών μαζών πού αριστεροποιούνται,
Μές σ’ αύτά τά πλαίσια όσο καί νά πλατύνουν, οι ελδίτες θά φέρουν τή σοσιαλιστική πίστη τους, τή σωστή γραμμή τους καί τό άγωνιστικό τους πνεύμα γιά νά συντείνουν νά γίνει καί τό ενιαίο Κόμμα ένα όργανο πάλης γιά τά ζητήματα τού Λαού. Η Κ. Ε. έχει εμπιστοσύνη στούς ελδίτες πώς η πρόσκαιρη καθυστέρηση τού Αριστερού Κινήματος καί ό πρόσκαιρος διωγμός του δέν θά τούς κλονίσει τήν πίστη τους στήν γραμμή πού έφτιαξαν, πού ακολούθησαν και που γι’ αυτή αγωνίστηκαν τέσσερα χρόνια.
Η ΕΛΔ έγινε μόνο γιατί είχε πίστη καί πνοή. Μέ πίστη καί πνοή οι ελδίτες —ακλόνητοι στην αντιφασιστική έπαλξη—θά προχωρήσουν γιά νά καταχτήσουν τις λαϊκές μάζες καί, μ’ αυτές, καί μαζί μ’ όλους όσοι ακολουθούν τήν ίδια γραμμή, τή Λαϊκή Δημοκρατία καί τό Σοσιαλισμό.
Αθήνα 15 Μαρτίου 1945