Νίκος Καζαντζάκης
Ο Κρητικός του κόσμου
Γράφει ο Χρήστος Τσαντής
-Ο Θεός να τα φέρει δεξιά! Είπα σκουντρώντας.
-Ο Θεός να τα φέρει αριστερά! Διόρθωσε ο Ζορμπάς. Ως τώρα, με τη δεξιά, προκοπή δεν είδαμε.Ν. Καζαντζάκης «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά».
Ο Νίκος Καζαντζάκης πλήρωσε ακριβό τίμημα γιατί πάντοτε είχε το θάρρος της γνώμης του. Αγαπήθηκε με πάθος αλλά ταυτόχρονα μισήθηκε με μανία. Οι φίλοι και οι εχθροί του διαπερνούσαν όλα το φάσμα του πολιτικού κόσμου, πράγμα σπάνιο από τη μία πλευρά, μα και δείγμα της δύναμης της σκέψης, της διεισδυτικότητας της φωνής του.
Παρομοιάζω τον Καζαντζάκη με τους ποντοπόρους στους περασμένους αιώνες. Οι θαλασσοπόροι εκείνοι, που έπρεπε ν’ ανιχνεύσουν τις στεριές και τις θάλασσες-και βεβαίως μερικοί χάνονταν και μερικοί το κατόρθωναν κι επιτέλους έβρισκαν αυτό που ήθελαν-βρήκαν τα’ ακρωτήρια, τις θάλασσες… Ο Καζαντζάκης ήταν ένας μεγάλος ανιχνευτής του ανθρώπινου πνεύματος, είχε πει ο Ειρηναίος Γαλανάκης, μιλώντας χωρίς χειρόγραφο στο επιστημονικό διήμερο «Νίκος Καζαντζάκης-Σαράντα χρόνια από το θάνατό του», στις 1 και 2/11/1997 στο Δημαρχείο Χανίων.
Ο Νίκος Καζαντζάκης πάλεψε να επαναπατρίσει του Έλληνες πρόσφυγες από τη μακρινή Οδησσό, αντιμετωπίζοντας τις μηχανορραφίες στελεχών της κυβέρνησης της εποχής, που πίστευαν πως οι πρόσφυγες έφερναν μαζί τους το μικρόβιο του μπολσεβικισμού. Από την άλλη μεριά, από τη μεριά των εγχώριων υποστηρικτών της επανάστασης, αντιμετωπίστηκε με καχυποψία, αν όχι με εχθρότητα, η οποία κρατά ως τις μέρες μας. Για παράδειγμα, ο Κώστας Αυγητίδης, στο βιβλίο του: «Η στρατιωτική επέμβαση των καπιταλιστικών χωρών ενάντια στη Σοβιετική Ρωσία και η Ελλάδα 1918-1920», έκδοση της Σύγχρονης Εποχής το 1999, γράφει: «Αποστέλλει (η κυβέρνηση Βενιζέλου) πράκτορές του στην Ανεξάρτητη Σοσιαλιστική Πολιτεία της Γεωργίας για να υπονομεύσει το νέο καθεστώς. Το 1919-1920 έστειλε το λογοτέχνη Ν. Καζαντζάκη μαζί με το συνταγματάρχη Ηρακλή Πολεμαρχάκη και άλλους Κρητικούς του στενού του περιβάλλοντος, με εντολή ν’ αποτραβήξουν τους Έλληνες της Γεωργίας από το σοσιαλισμό».
Ο Νίκος Καζαντζάκης βρέθηκε αρκετές φορές στην ΕΣΣΔ, σαν επίτιμος προσκεκλημένος της Σοβιετικής κυβέρνησης σε εκδηλώσεις της. Με τις δικές του ενέργειες επαναπατρίστηκαν γύρω στους 15-20 χιλιάδες Έλληνες. Ο ίδιος ο Καζαντζάκης στα ταξίδια του στην Σοβιετική Ένωση, περιγράφει με λαμπερά χρώματα τις εντυπώσεις του από την εμπειρία της επαναστατικής εφόδου της εργατικής τάξης στη χώρα. Σε όλα του, σχεδόν, τα έργα, από τότε, επιστρέφει στο σημείο ορόσημο του κόσμου, στην Οκτωβριανή Επανάσταση, αλλά ειδικά σε δύο κείμενα του, στο «Ταξιδεύοντας, Ρωσία» και στο «Τόντα Ράμπα», μιλά αναλυτικά για τις εντυπώσεις του από εκείνη την περίοδο. Μιλά βέβαια και σε πολλά γράμματα για αυτή την εμπειρία, στα Γράμματά του στον Π. Πρεβελάκη.
Η ματιά του Νίκου Καζαντζάκη, διεισδυτική, αποθεώνει τον επαναστατικό οργασμό των λαών της Ρωσίας, εκστασιάζεται μπροστά στη πρωτόφαντη λαϊκή ενεργοποίηση και δράση, αλλά ταυτόχρονα διακρίνει, προφητικά, τα τρωτά σημείο της επανάστασης, τις «θρησκευτικές» της εφαρμογές, την απαρχή της παραχάραξης μιας φιλοσοφικής κοσμοθεωρίας.
Ο νεαρός καθηγητής της Κοινωνιολογίας στο Κομμουνιστικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας αναλύει με βεβαιότητα και σαφήνεια όλους τους οικονομικούς παράγοντες της αρχαίας ελληνικής εποχής κι αποδείχνει πως το χαμόγελο που έχουν οι Κόρες στην ακρόπολη της Αθήνας οφείλεται σε οικονομικά αίτια.
Οι ακροατές, ορθόδοξοι μαρξιστές, δέχουνται τη σοφήν εξήγηση αδίσταχτα και ξεσπούν σε χειροκροτήματα.
Εγώ χαμογέλασα. Κι ο νεαρός καθηγητής στράφηκε νευριασμένος.
-Γιατί χαμογελάτε;
-Σας βεβαιώνω, σύντροφε καθηγητή, αποκρίθηκα, το χαμόγελό μου δεν οφείλεται σε οικονομικά αίτια.Νίκος Καζαντζάκης Ταξιδεύοντας. Ρουσία.
Ο Καζαντζάκης παρακολούθησε τις υπόγειες και φανερές διεργασίες που οδήγησαν στον διαμελισμό της Πολωνίας, όπως προέβλεπε το Σύμφωνο Μολότωφ-Ρίμπεντρομπ. Έζησε από κοντά τον Ισπανικό εμφύλιο, έζησε τις ωδίνες του τοκετού της Κινεζικής επανάστασης, βίωσε την ανθρωποσφαγή του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, όπου κινδύνεψε και ο ίδιος να χάσει τη ζωή του από την πείνα.
«Ο Νίκος Καζαντζάκης, η άλλη πλάι στο Σικελιανό πνευματική κορυφή του τόπου μας και του καιρού μας, επικός και δραματικός ποιητής αξιότατος και στοχαστής με παγκόσμια εμπιστευτικότητα, πολύξερος και πολυταξιδεμένος, είχε κληθεί επίσημα πριν από λίγο καιρό να επισκεφτεί την Αγγλία, φιλοξενούμενος του Βρετανικού Συμβουλίου. Το αγγλικό έθνος του τη χρωστούσε αυτή την τιμή», γράφει ο Λέων Κουκούλας σε άρθρο του στην εφημερίδα «Η Μάχη», στο φύλλο της στις 30/12/1946.
«Ο Καζαντζάκης είχε προσκληθεί, καθώς είπαμε, στην Αγγλία από το Βρετανικό Συμβούλιο σα φιλοξενούμενός του, μα καθώς αναγράφει τελευταία ο τύπος, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το βρετανικό έδαφος σαν ανεπιθύμητος… […] Ο Καζαντζάκης έγινε ανεπιθύμητος στην Αγγλία, επειδή διεδήλωσε στους ανθρώπους του Φόρεϊν Όφις, την ορθόδοξη δημοκρατική πίστη του κι ακόμα επειδή όταν τον ρωτήσανε ποιά είναι κατά τη γνώμη του η πραγματική δύναμη της αριστεράς στην Ελλάδα, είχε την ειλικρίνεια να πει πως είναι πολύ μεγαλύτερη από το 9,3% των ξένων παρατηρητών. Ύστερα απ’ αυτό ο Καζαντζάκης θεωρήθηκε ανεπιθύμητος. Μα επειδή το πράγμα ήταν κάπως χοντρό […] εφευρέθηκε η δικαιολογία της «καταστρατηγήσεως των συμπεφωνημένων».
Ο Καζαντζάκης είχε, λέει, αναλάβει την ρητήν υποχρέωση, όσο καιρό θα έμενε στην Αγγλία, να μην προβεί σε δηλώσεις ή ενέργειες «πολιτικού χαρακτήρα». Επειδή λοιπόν η απάντησή του στο πολιτικό ερώτημα που του ετέθη δεν ήτανε μεταφυσική αλλά καθαρώς πολιτική, του υποδείξανε πως θα ήταν προτιμότερο να εγκαταλείψει [την Αγγλία] […]».
Μετά από την αποπομπή του Ν. Καζαντζάκη από την Αγγλία ακολουθεί η πρόσκληση της Γαλλικής κυβέρνησης την οποία και αποδέχεται. Έτσι διαμένει πλέον στο Παρίσι και καθώς οι ελληνικές αρχές αρνούνται να ανανεώσουν το διαβατήριο του, τον αναγκάζουν ουσιαστικά να μείνει μακριά από την Ελλάδα μέχρι και το θάνατό του το 1957. Το κείμενο που ακολουθεί είναι απόσπασμα της συνέντευξης που έδωσε ο Ν. Καζαντζάκης στον Β. Γεωργίου, ανταποκριτή στο Παρίσι της εφημερίδας «Ο Ρίζος της Δευτέρας»…
«Ο ανταποκριτής μας στο Παρίσι Β. Γεωργίου πήρε από τον συγγραφέα και πρώην υπουργό κ. Νίκο Καζαντζάκη την παρακάτω συνέντευξη…
Με τον κύριο Καζαντζάκη που ήρθε τελευταία στο Παρίσι από την Αγγλία, είχαμε προχθές μια ενδιαφέρουσα συνομιλία. Ο Έλληνας λογοτέχνης και πρώην υπουργός στην περυσινή κυβέρνηση Σοφούλη είναι πολύ γνωστός εδώ, όπως και στους διεθνείς πνευματικούς κύκλους, γι’ αυτό και η πολιορκία των δημοσιογράφων ήταν στενή. Αλλά εμείς οι δυο, σαν ξενιτεμένοι Ρωμιοί, είχαμε την ευκαιρία να μιλήσουμε ιδιαίτερα και εγκάρδια.
Τον ρώτησα για τις εντυπώσεις του από την Αγγλία, τους λόγους που έφυγε από εκεί και τη στάση των Άγγλων απέναντί του.
-Όταν, μου απάντησε, με κάλεσε το Βρετανικό Συμβούλιο ως λογοτέχνη να επισκεφτώ και να μελετήσω την μεταπολεμική Αγγλία, μου δηλώθηκε ότι κατά το διάστημα της παραμονής μου εκεί σύμφωνα με την καθιερωμένη αρχή, δεν θα έπρεπε να αναμιχθώ στα πολιτικά πράγματα. Εγώ δήλωσα ότι δεν πρόκειται να παραβιάσω την καθιερωμένη αυτή αρχή. Και πραγματικά σ’ όλο το διάστημα της παραμονής μου δεν έκανα καμιά ενέργεια που θα μπορούσε να θεωρηθεί για πολιτική ανάμιξη.
-Δεν είχατε, τον ρώτησα, καμιά και κανενός είδους πολιτική συνεννόηση στην Αγγλία;
-Δυο γεγονότα που μεσολάβησαν, αν και είχαν πολιτικό χαρακτήρα, δεν ήταν όμως και παραβίαση της καθιερωμένης αρχής. Το πρώτο είναι η πρόσκληση που έκανε ο υφυπουργός των Εξωτερικών Μακ Νηλ. Ο Άγγλος υπουργός με παρακάλεσε να του εξηγήσω τις απόψεις μου για την κατάσταση στην Ελλάδα. Του δήλωσα με πλήρη ειλικρίνεια αυτό που πίστευα και πιστεύω, ότι δηλαδή δεν υπάρχει άλλη λύση στο ελληνικό πρόβλημα παρά ο σχηματισμός Οικουμενικής κυβέρνησης με τη συμμετοχή του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας. Ότι η κυβέρνηση αυτή πρέπει να εφαρμόσει πολιτική κατευνασμού και συμφιλίωσης. Με ρώτησε ο Μακ Νηλ ποιά είναι κατά τη γνώμη μου η δύναμη του ΚΚΕ. Απάντησα: Τουλάχιστον 30%. Ο Άγγλος υπουργός το αμφισβήτησε αυτό και μου είπε ότι κατά τις δικές του πληροφορίες που στηρίζονται σε αντικειμενικές εκθέσεις, η δύναμη του ΚΚΕ δεν είναι μεγαλύτερη από 5%. Διαπίστωσα έτσι ότι οι εκτιμήσεις του κ. Μακ Νηλ ήταν διαμετρικά αντίθετες από τις δικές μου.
-Ποιό ήταν το δεύτερο γεγονός;
-Το δεύτερο γεγονός ήταν ο χαιρετισμός που έστειλα στην Ελλάδα κατά τις παραμονές του δημοψηφίσματος δια μέσου της «Ένωσης Λαϊκής Δημοκρατίας» (ΕΛΔ), όπου τόνιζα ότι ο Ελληνικός λαός, ύστερα από τη δοκιμασία του Μεταξά και τη ακόμα μεγαλύτερη δοκιμασία της Κατοχής, δε μπορεί να ανεχθεί να του επιβάλλουν ένα νεοφασιστικό καθεστώς.
-Ύστερα από τα δύο αυτά γεγονότα σας έκαμαν παρατηρήσεις οι Άγγλοι;
-Το Βρετανικό Συμβούλιο μετά τη συνομιλία μου με τον Μακ Νηλ με κάλεσε και μου ζήτησε εξηγήσεις γιατί παραβίασα την υπόσχεση να μην αναμιχθώ στα πολιτικά πράγματα. Απάντησα ότι καμιά πράξη πολιτική δεν έκανα αναπτύσσοντας τις ιδέες μου στον υφυπουργό των Εξωτερικών ή στέλνοντας το χαιρετισμό μου στην Ελλάδα. Εδήλωσα ακόμα ότι η πρόσκληση του Βρετανικού Συμβουλίου και η φιλοξενία μου στην Αγγλία δε μπορούσε να σημαίνει ότι απαλλοτρίωσα τις ιδέες μου και τις αντιλήψεις μου κι όχι μόνο εγώ αλλά κανείς Έλληνας πατριώτης, κανείς ελεύθερος άνθρωπος δε μπορούσε να ανεχθεί να πουλήσει δηλαδή την ιδεολογία του για ένα ταξίδι μελέτης ή για οτιδήποτε άλλο.
-Ποιές είναι οι άλλες εντυπώσεις σας από την Αγγλία;
-Με χαρά μου διαπίστωσα πως ο Αγγλικός λαός αγαπάει την Ελλάδα και συγκινείται με τη σημερινή τραγική κατάσταση της χώρας μας. Η φιλοξενία για μένα ήταν θερμή και είχε πολλές συγκινητικές εκδηλώσεις όχι μόνο από λαϊκά στρώματα αλλά και από αγγλικές προσωπικότητες. Με τον Αγγλικό λαό είμαστε φίλοι. Τα παράπονά μας στρέφονται εναντίον της επίσημης αγγλικής πολιτικής, που υποστηρίζει το νεοφασισμό. Άλλος τρόπος δεν υπάρχει παρά η αποχώρηση του αγγλικού στρατού από την Ελλάδα.»
Οι Άγγλοι τον αποθέωσαν προπολεμικά, τον κατεδίωξαν μεταπολεμικά. Οι ελληνικές κυβερνήσεις τις οποίες είχε υπηρετήσει είτε επιδιώκοντας τον επαναπατρισμό των ομογενών προσφύγων είτε λειτουργώντας σαν μεσολαβητής ανάμεσα στη Δεξιά και την Αριστερά, με σκοπό να σταματήσει ο αιματηρός εμφύλιος στη χώρα μας, τον αντιμετώπισαν εχθρικά. Η αριστερά πότε τον έβριζε και πότε τον υιοθετούσε. Οι Χριστιανοί κι οι πατριώτες του τον αγάπησαν, οι κεφαλές της εκκλησίας τον αντιμετώπισαν με εχθρότητα.
Πολλές φορές λέγεται ότι ο Καζαντζάκης αφορέστηκε από την Εκκλησία. Εγώ απ’ όσο ξέρω αυτό δεν έγινε. Ξέρω ότι πολλά δεν θα έπρεπε να συμβούν. Το ’52, ’53 η Εκκλησία της Ελλάδας είχε αναθέσει σε μια επιτροπή μητροπολιτών να διαβάσουν τα έργα του και να αναφέρουν τα πορίσματα γι’ αυτόν. Εντωμεταξύ όμως πέθανε ο Καζαντζάκης και δεν έγινε κρίση, δεν ξέρω άλλες λεπτομέρειες. Απ’ όσο ξέρω δεν άκουσα ποτέ ούτε το πόρισμα. Δεν είναι σωστό να τον θεωρούν άθεο ούτε να κατηγορούν την Εκκλησία ότι τον αφόρεσε. Ο Καζαντζάκης είχε πλευρές που θα μπορούσε κανείς να πει-αν πάρει μεμονωμένες φράσεις-ότι αυτό δεν είναι χριστιανικό, αλλά αν πάρει κανείς σαν σύνολο τις σκέψεις του δεν μπορεί να πει τέτοιο πράγμα» ανέφερε στην ομιλία του ο Ειρηναίος Γαλανάκης, ένας από τους πιο μεγάλους και σημαντικούς ιεράρχες.
Ο Καζαντζάκης ταξίδεψε πάνω απ’ την άβυσσο, αφήνοντας παρακαταθήκη το ελεύθερο πνεύμα, το πάθος για την έρευνα, την ανάγκη να πλησιάσει κανείς την δική του καρδιά, τη δική του ψυχή και να βρει τη δύναμη, «να κυνηγήσει το αδύνατο».
Ο Καζαντζάκης δεν μπαίνει σε πλαίσια και ερμηνείες. Δεν χωράει σε καλούπια. Τα καλούπια, για μια αδάμαστη ψυχή, σαν τη δική του, είναι δεσμά. Ακόμα κι αυτά όμως δεν μπορούν να φυλακίσουν τον Κρητικό του κόσμου, τον άνθρωπο που πέταξε σαν «το πουλί, πάνω από την άβυσσο», όπως σοφά είχε πει ο Ειρηναίος Γαλανάκης.
Τρομάζεις όταν, ύστερα από πικρές δοκιμασίες, καταλάβεις πως μέσα μας υπάρχει μια δύναμη που μπορεί να ξεπεράσει τη δύναμη του ανθρώπου. Τρομάζεις, γιατί από τη στιγμή που θα καταλάβεις πως υπάρχει η δύναμη αυτή δεν μπορείς πια να βρεις δικαιολογίες για τις ασήμαντες ή άναντρες πράξεις σου, για τη ζωή σου τη χαμένη, ρίχνοντας το φταίξιμο στους άλλους.
Ξέρεις πια πως εσύ, όχι η τύχη, όχι η μοίρα, μήτε οι άνθρωποι γύρα σου, εσύ μονάχα έχεις, ό,τι κι αν κάμεις, ό,τι κι αν γίνεις, ακέραιη την ευθύνη. Και ντρέπεσαι τότε να γελάς, ντρέπεσαι να περιγελάς αν μια φλεγόμενη ψυχή ζητάει το αδύνατο.
Καλά πια καταλαβαίνεις πως αυτή ‘ναι η αξία του ανθρώπου: να ζητάει και να ξέρει πως ζητάει το αδύνατο.Και να ‘ναι σίγουρος πως θα το φτάσει, γιατί ξέρει πως αν δεν λιποψυχήσει, αν δεν ακούσει τι του κανοναρχάει η λογική, μα κρατάει με τα δόντια την ψυχή του κι εξακολουθεί με πίστη, με πείσμα να κυνηγάει το αδύνατο, τότε γίνεται το θάμα, που ποτέ ο αφτέρουγος νους δε θα μπορούσε να μαντέψει: το αδύνατο γίνεται δυνατό.
Νίκος Καζαντζάκης «Ο Καπετάν Μιχάλης»