Γράφει ο Χρήστος Τσαντής
Η Λέσχη Φωτογραφίας και Κινηματογράφου Χανίων παρουσιάζει την Κυριακή 14 Δεκεμβρίου στις 8 το απόγευμα την ταινία του Τσάρλι Τσάπλιν «Ο μεγάλος δικτάτωρ», στην αίθουσα του Πνευματικού Κέντρου Χανίων.
Η ταινία προβλήθηκε, για πρώτη φορά το 1940 και ήταν υποψήφια για πολλά όσκαρ. Απαγορεύτηκε η προβολή της από τους Χίτλερ, Μουσολίνι και Φράνκο κατά τη διάρκεια του πολέμου, ενώ ο ίδιος ο Τσάπλιν κυνηγήθηκε στις ΗΠΑ, μετά από τον πόλεμο. Παγκόσμια όμως η απήχησή της, καθώς η ομιλία του Τσάρλι Τσάπλιν, στο φινάλε, καθηλώνει και σήμερα τους θεατές, ενώ η σκηνή του χορού με την υδρόγειο βρίσκεται ανάμεσα στις καλύτερες στιγμές του διεθνούς κινηματογράφου.
Καταθέτουμε ορισμένες σκέψεις και γεγονότα παίρνοντας αφορμή από την αξιόλογη πρωτοβουλία της (ΛΕ.Φ.ΚΙ.) για την προβολή του «Μεγάλου Δικτάτωρ». Είναι γνωστό πως πρόκειται για μία ταινία-πλήγμα στο φασισμό και στο Ναζισμό. Η παραγωγή της ξεκίνησε το 1937 και λέγεται ότι ο Τσάπλιν εμπνεύστηκε την ταινία από κάποιον φίλο του που τον ενημέρωσε για την ομοιότητα του με τον Χίτλερ. Ίσως να ήταν κι έτσι! Είναι όμως ακόμη πιο πιθανό ο Τσάρλι Τσάπλιν να είχε δει την αυξανόμενη επιρροή των φασιστικών και ναζιστικών αντιλήψεων στην Ευρώπη, αλλά και μέσα στις ίδιες τις ΗΠΑ. Η ταινία αποτελεί μία ισχυρή καταγγελία του φασισμού κι ο Τσάπλιν, αν κρίνουμε από την όλη πορεία του, δεν έμοιαζε με εκείνους τους «διανοούμενους» που μένουν δήθεν αμέτοχοι μπροστά στα πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα του καιρού τους.
Ο γνωστός μας «Σαρλό» ήδη με τον «Αλήτη», ως περιπλανώμενος άνεργος, με τους «Μετανάστες», τα «Φώτα της πόλης», τους «Μοντέρνους Καιρούς», τη «σκυλίσια ζωή», τη «μέρα πληρωμής», το «Χρυσοθήρα» και άλλες ταινίες που αγαπήθηκαν, έχει δώσει το στίγμα του. Στίγμα κοινωνικό, αντιφασιστικό. Οι περισσότερες ταινίες του είναι πολιτικές και κοινωνικές σάτιρες όπου καταγγέλλει την εκμετάλλευση, τις κοινωνικές ανισότητες και την αδικία.
Ο Τσάρλι Τσάπλιν έζησε την εποχή όπου στις ΗΠΑ ξεφύτρωναν σαν τα μανιτάρια οι φιλοναζιστικές οργανώσεις. Ο Αμερικανικός Σύνδεσμος Ελευθερίας ιδρύθηκε το 1934. Μαζί με την Αμερικανική Λεγεώνα (η Βόρεια εκδοχή της Κου Κλούξ Κλαν) ετοίμαζαν σχέδια για τη συγκρότηση φασιστικής πορείας στα πρότυπα του Μουσολίνι. Ανάμεσα στις εταιρείες που χρηματοδοτούσαν αυτές τις ενέργειες ήταν τα πιο βαριά, τα πιο ηχηρά ονόματα του αμερικανικού τραπεζικού συστήματος και της βιομηχανίας, σύμφωνα και με καταγγελίες του κυβερνήτη της Πενσυλβάνια. Πιο συγκεκριμένα αναφέρθηκαν εταιρείες όπως η Τζένεραλ Μότορς, η Μπανκ οφ Αμέρικα, η Στάνταρντ όιλ, η Τζένεραλ Ελέκτρικ, η Γκουνγίαρ, η Ντιπόν, η Γιου Ες Ράμπερ, η Ίρβινγκ Τραστ. Τα μέσα ενημέρωσης των μεγιστάνων μάλιστα διέδιδαν πως ο Ρούζβελτ ήταν… «πράκτορας του Κρεμλίνου!».
«Χριστιανικό Μέτωπο», «Γερμανο-Αμερικανικός Σύνδεσμος», η φιλοχιτλερική οργάνωση «Η Αμερική πρώτη» και 119, ακόμα, φιλοναζιστικές οργανώσεις δρούσαν στις ΗΠΑ, με περίπου 5 εκατομμύρια μέλη, το 1936.
Ο Φορντ και ο πρόεδρος της IBM είχαν πάρει παράσημα από τον ίδιο τον Χίτλερ, ενώ ο Πρέντις, πρώην πρόεδρος του Εθνικού Συνδέσμου Βιομηχάνων δήλωνε: «Η αμερικανική επιχείρηση ίσως αναγκαστεί να μετατραπεί σε συγκαλυμμένη μορφή φασιστικής δικατορίας».
Παρά τη μεγάλη επιτυχία των ταινιών του, ο Τσάρλι Τσάπλιν δέχτηκε στο πετσί του τις συνέπειες από την «κοκκινοφοβία»*, την υστερία που σάρωνε στις ΗΠΑ αμέσως μετά το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Μπήκε στη μαύρη λίστα της επιτροπής «αντιαμερικανικών ενεργειών» και δέχτηκε ανελέητο και βρώμικο πόλεμο, ώσπου τελικά η κυβέρνηση των ΗΠΑ, το 1952, δεν ανανέωσε το διαβατήριο εισόδου του στη χώρα. Ο Τσάπλιν απάντησε με μία αντιμακαρθική σάτιρα, το «Βασιλιά της Νέας Υόρκης». Πέθανε τα Χριστούγεννα του 1977 στην Ελβετία. Σήμερα θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους δημιουργούς της έβδομης τέχνης. Η αναγνώρισή του έγινε μέσα στις ίδιες τις ΗΠΑ, όπου ταξίδεψε, για μία και μόνη φορά μετά από τον πόλεμο, το 1972, για να παραλάβει ένα τιμητικό ειδικό Όσκαρ. Όρθιο το κοινό αποθέωσε τον μεγάλο αντιφασίστα δημιουργό και το χειροκρότημα των θεατών ξεπέρασε σε διάρκεια κάθε άλλη τελετή βράβευσης στην ιστορία απονομής των βραβείων.