Της επιστημονικής επιτροπής του περιοδικού «Κοινωνία και Ψυχική Υγεία», (τεύχος πρώτο).
Αν υποθέσουμε πως συμφωνούμε ότι υγεία δεν είναι μόνο η απουσία ασθένειας, όπως μέχρι πριν ορισμένες δεκαετίες πρέσβευε το παραδοσιακό βιολογικό-οργανικό μοντέλο, αλλά «μία κατάσταση ολικής σωματικής, πνευματικής και κοινωνικής ευημερίας» (ΠΟΥ, 1946) ή ακόμα, όπως πιο πρόσφατα με τη Διακήρυξη της Οτάβα (1986) αποσαφηνίζεται, ότι δηλαδή για να μιλήσουμε για σωματική, ψυχική και κοινωνική ευημερία θα πρέπει «τόσο τα άτομα όσο και ομάδες πληθυσμών να ικανοποιούν τις ανάγκες τους, να πραγματοποιούν τις επιθυμίες και τις προσδοκίες τους, όπως και να αντιμετωπίζουν το περιβάλλον τους και να μπορούν να το αλλάζουν», τότε γίνεται αντιληπτό ότι η αναγωγή της υγείας μας αποκλειστικά σε οργανικούς-βιολογικούς παράγοντες είναι ανιστόρητη και αντιεπιστημονική. Έτσι και τα συστήματα υγείας που προκύπτουν από τέτοιου είδους αναχρονιστικές και αντιεπιστημονικές προσεγγίσεις δεν μπορούν να καλύψουν τις πραγματικές ανάγκες των πληθυσμών.
Αναφερόμαστε λοιπόν σε καταστάσεις υγείας του ατόμου και των πληθυσμών, ιδιαίτερα ενός διαρκώς αυξανόμενου αριθμού συμπολιτών που όλο και περισσότερο ωθούνται να διαβιούν στο περιθώριο της κοινωνίας, στα πλαίσια μιας διεργασίας η οποία δεν καθορίζεται μονοδιάστατα από βιολογικούς-οργανικούς παράγοντες, αλλά προσδιορίζεται και από κοινωνικούς, ψυχολογικούς, περιβαλλοντικούς, οικονομικούς και πολιτικούς. Με αυτήν την έννοια και η συζήτηση για την ψυχική υγεία απεγκλωβίζεται από την κυρίαρχη και μονοδιάστατη συμπτωματοκεντρική ψυχιατρική ή ψυχολογική προσέγγιση και ενσωματώνεται στη γενικότερη συζήτηση για την υγεία και την υγειονομική φροντίδα, ως αναπόσπαστο μέρος της.
Η άμεση αυτή σύνδεση της υγείας με την κοινωνία και το περιβάλλον νομιμοποιείται όχι μόνο ως προς την αιτιολογική της διάσταση, αλλά και ως προς την αναγκαιότητα ενεργητικής εμπλοκής του πολίτη -είτε ως άτομο είτε ως συλλογικότητα- στη φροντίδα της υγείας του και τη συμμετοχή του σε κοινωνικές αλλαγές που θα οδηγούν σε διαρκώς καλύτερους όρους και συνθήκες ευημερίας για τον ίδιο και τους άλλους.
Η υγεία και η ασθένεια αντιμετωπίζονται ως προϊόντα αλληλεπίδρασης βιολογικών, κοινωνικών, ψυχολογικών, οικονομικών και πολιτικών παραγόντων.
Έτσι, η ψυχική υγεία και η φροντίδα της απεγκλωβίζονται από τον ψυχιατρικό και ψυχολογικό μονόλογο και ενσωματώνονται, μέσω ενός ουσιαστικού διεπιστημονικού διαλόγου και της αναζήτησης νέων προτύπων φροντίδας, στην προσπάθεια υγειονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης, δηλαδή αποτελούν συστατικό στοιχείο της κοινωνικής αλλαγής.
Σε μια τέτοια προσέγγιση ο εγκλεισμός και η παραμονή στο ψυχιατρικό νοσοκομείο αποτελούν πράξεις βαρβαρότητας, γιατί κάθε μέρα παραμονής στο ψυχιατρικό νοσοκομείο είναι και μία στιγμή παραβίασης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
Η δε χωροταξική μετεγκατάσταση στα πλαίσια της πολιτικής της απονοσοκομειοποίησης που εφαρμόζεται σήμερα αναδεικνύεται καθημερινά σε μια νεοϊδρυματική εκδοχή του παραδοσιακού ψυχιατρικού μοντέλου που αφήνει όχι μόνο ανοιχτή την πόρτα επιστροφής στο άσυλο, αλλά δημιουργεί και τις προϋποθέσεις ανασύνταξής του. Έτσι, δεν ακυρώνεται αλλά αναπαράγεται ουσιαστικά το ιατρικό-νοσοκομειακό παράδειγμα στην κοινότητα.
Οι οικονομικές και κοινωνικές διακρίσεις συνδέονται άμεσα με την ποιότητα της υγείας αλλά και με τις πολιτικές υγείας. Οι κοινωνικές ανισότητες του κυρίαρχου συστήματος και του σύγχρονου μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης δεν θίγουν μόνο το ζήτημα της υγείας αλλά και την ίδια την ύπαρξη πληθυσμών, ιδιαίτερα στον Τρίτο Κόσμο.
Η εμπορευματοποίηση της υγείας και η κερδοσκοπική ιατρική και ψυχιατρική (ιδιωτικός τομέας, φαρμακευτικές εταιρείες, εταιρείες κατασκευής ιατρικών μηχανημάτων) εξαπλώνονται και αναπτύσσονται μέσα από την άμεση υποβάθμιση της δημόσιας υγειονομικής φροντίδας και τις ακόμα μεγαλύτερες διακρίσεις σε βάρος των οικονομικά ασθενέστερων κοινωνικών τάξεων.
Ο κοινωνικός αποκλεισμός εντείνεται και συνοδεύεται από την απαξίωση του δικαιώματος του ατόμου για ποιότητα ζωής, άρα και για υγεία. Οι πληθυσμοί που υφίστανται τις επιπτώσεις του αυξάνονται. Μετανάστες, τσιγγάνοι, οικονομικοί και πολιτικοί πρόσφυγες, ψυχικά πάσχοντες, εξαρτημένα άτομα, ανάπηροι και ένας ολοένα αυξανόμενος αριθμός ανέργων ή υποαπασχολούμενων βιώνουν την επιδείνωση του βιοτικού τους επιπέδου. Γι’ αυτό οι πολιτικές και οι πρακτικές κατά του κοινωνικού αποκλεισμού δεν μπορούν να αξιολογηθούν χωρίς να απαντούν στο ερώτημα αν ακυρώνουν τους παράγοντες και τις συνθήκες περιθωριοποίησης ατόμων ή κοινωνικών ομάδων, αν σέβονται δηλαδή τα ανθρώπινα δικαιώματα και αν ικανοποιούν τις ανάγκες του πληθυσμού χωρίς οικονομικές, κοινωνικές, θρησκευτικές, πολιτικές, φυλετικές ή πολιτισμικές διακρίσεις…
(Αναδημοσίευση από το πρώτο τεύχος της τριμηνιαίας έκδοσης του ΑΠΘ, για θέματα Υγείας και Κοινωνικού Αποκλεισμού, «Κοινωνία και Ψυχική Υγεία»).
Η επιστημονική επιτροπή αποτελείται από τους: Δικαίου Μαρία, Ζαφειρίδης Φοίβος, Μεγαλοοικονόμου Θεόδωρος, Μιχαήλ Σάββας, Μπακιρτζής Κων/νος, Μπιτζαράκης Παντελής, Πανταζής Παύλος, Παπαϊωάννου Σκεύος, Φαφαλιού Μαρία
Εκδότης – Διευθυντής Μπαϊρακτάρης Κώστας
Συντακτική Ομάδα: Γεωργάκα Ευγενία, Λαϊνάς Σωτήρης, Σταμάτη Γιούλη, Φίγγου Λία, Φραγκιαδάκης Κων/νος
Εποπτεία Τεύχους: Παπαϊωάννου Σκεύος, Μιχαήλ Σάββας
Επιμέλεια κειμένων Σταμάτη Γιούλη