Παραπονιούνται κάθε τόσο πως δεν έχουμε ανθρώπους πρακτικούς στη χώρα μας: πολιτικούς άνδρες έχουμε λ.χ. πολλούς, και στρατηγούς επίσης πολλούς. Διευθύνοντες βρίσκεις αμέσως όσους θέλεις-πρακτικοί όμως άνθρωποι δεν υπάρχουν. Τουλάχιστον όλοι παραπονιούνται πως δεν υπάρχουν.
Λένε ακόμη πως δεν υπάρχει καν σε μερικές σιδηροδρομικές γραμμές καλό υπηρετικό προσωπικό. Είναι λέει αδύνατο να επανδρώσεις κάπως ανεκτά μια ακτοπλοϊκή εταιρεία. Ακούς πως κάπου σε κάποια καινούργια σιδηροδρομική γραμμή έγινε σύγκρουση ή ότι τα βαγόνια γκρεμίστηκαν από κάποια γέφυρα. Αλλού γράφουν πως ένα τρένο κόντεψε να ξεχειμωνιάσει στην πεδιάδα, αποκλεισμένη από τα χιόνια. Ξεκίνησε για μερικές ώρες ταξίδι και στάθηκε πέντε μέρες μέσα στα χιόνια. Αλλού, διηγούνται πάλι, σαπίζουν σε αποθήκες τόνοι ολόκληροι εμπορεύματα περιμένοντας και δύο και τρείς μήνες για την αποστολή τους, κι αλλού πάλι-εδώ που τα λέμε ούτε μπορείς να το πιστέψεις-κάποιος διοικητικός υπάλληλος, με άλλα λόγια ένας επόπτης, αντί να εξυπηρετήσει τον υπάλληλο εμπόρου, που του κολλούσε με την αποστολή των εμπορευμάτων του, του κοπάνησε μια γροθιά κατάμουτρα, και δικαιολογήθηκε ύστερα πως «είχε φουντώσει»…
Η δειλία και η απόλυτη έλλειψη προσωπικής πρωτοβουλίας θεωρούνται ανέκαθεν στη χώρα μας σαν το κυριότερο και το καλύτερο προσόν του πρακτικού ανθρώπου, και σήμερα ακόμη το βλέπουν έτσι…
Η έλλειψη πρωτοτυπίας θεωρείται παντού σε όλο τον κόσμο από πολύ παλιά, σαν το μεγαλύτερο προτέρημα, σαν η καλύτερη σύσταση ενός ανθρώπου δραστήριου, ενεργητικού και πρακτικού και τουλάχιστον οι ενενήντα εννιά άνθρωποι στους εκατό-κι αυτό το λιγότερο-σκέφτονται πάντα έτσι και ίσως ο ένας μονάχα στους εκατό να έβλεπε και να βλέπει ακόμη διαφορετικά το πράγμα.
Οι εφευρέτες και οι μεγαλοφυΐες θεωρήθηκαν από την κοινωνία πάντοτε στην αρχή της σταδιοδρομίας τους-και πολύ συχνά και στο τέλος-σαν βλάκες και μόνο. Αυτή είναι μια κοινοτοπία, που είναι γνωστή και με το παραπάνω. Αν λ.χ. επί δεκάδες χρόνια όλος ο κόσμος κατέθετε τα χρήματά του στο ταμιευτήριο και θα μαζεύονταν εκεί τελικά δισεκατομμύρια με τόκο τέσσερα τοις εκατό και ξαφνικά σταματούσε να υπάρχει το ταμιευτήριο, θα ’πρεπε όλοι να αναπτύξουν τη δική τους πρωτοβουλία και θα ήταν επόμενο να χαθεί οπωσδήποτε ένα μέρος αυτών των δισεκατομμυρίων από το χρηματιστηριακό πυρετό και να περιέλθει στα χέρια απατεώνων-αυτό θα απαιτούσε μάλιστα η ευπρέπεια και η χρηστότητα.
Ναι, ακριβώς η χρηστότητα: αν η χρηστή δειλία και η καθωσπρέπει έλλειψη πρωτοβουλίας θεωρείται σ’ εμάς, σύμφωνα με την παραδεδεγμένη αντίληψη, σαν αναπόσπαστο προσόν ενός δραστήριου και καθωσπρέπει ανθρώπου, τότε θα ήταν πολύ ανυπόληπτα και μάλιστα φοβερά απρεπές αν όλα σ’ αυτόν τον άνθρωπο άλλαζαν ξαφνικά.
Ποιά μάνα λ.χ. που αγαπά στοργικά το παιδί της, δε θα τρομοκρατηθεί και δε θα αρρωστήσει μάλιστα από το φόβο της, αν ο γιος ή η κόρη της ξεφύγουν έστω και ελάχιστα από τα καθιερωμένα;
«Όχι, ας είναι καλύτερα ευτυχισμένος και ας ζήσει τη ζωή του άνετα και να του λείπουν οι πρωτοτυπίες», σκέφτεται κάθε μητέρα όταν νανουρίζει το παιδί της.
Και οι νταντάδες μας ανέκαθεν, τραγουδούν νανουρίζοντας το μωρό: «Σε χρυσάφι θα είσαι ντυμένος, στρατηγός θα γίνεις».
Έτσι λοιπόν, ακόμη και οι νταντάδες μας θεωρούσαν πάντοτε το βαθμό του στρατηγού σαν το άκρων άωτον της ρωσικής ευδαιμονίας και επομένως σαν το πιο λαοφιλές εθνικό ιδανικό της ήρεμης και υπέροχης μακαριότητας. Κι έτσι είναι πραγματικά: πετυχαίνεις μέτρια στις εξετάσεις και υπηρετείς τριάντα πέντε χρόνια-ποιός από μας δε θα έφτανε τελικά το βαθμό του στρατηγού και δε θα μάζευε ένα ορισμένο ποσό στο ταμιευτήριο;…